United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως υπό τέφραν κοιμώμενος από τόσων ετών ο σπινθήρ της μητρικής στοργής ανέθορεν εκ των σπλάγχνων εις το πρόσωπόν της και η γεροντική, ρικνή, και ερρυτιδωμένη όψις της ηγλαΐσθη με ακτίνα νεότητος και καλλονής. Τα δύο παιδία, αν και δεν ενόουν περί τίνος επρόκειτο, ιδόντα την χαράν της μάμμης των ήρχισαν να χοροπηδώσιν.

Καλύπτονται μεν ως με τέφραν, αλλ' έρχεται ιδού ημέρα, ήτις μας κάμνει να γελώμεν μ' αυτάς· κι' ενίοτε να κλαίωμεν. Ω! να κλαίωμεν! Διότι φεύγουν, χάνονται από την Ελλάδα μας, την θερμήν κοιτίδα και γλυκείαν τροφόν των ωραιοτέρων παραμυθιών.

Π. επρόσεξε πρώτον να εμποδίση την τέφραν από του να πέση εκ του άκρου του σιγάρου του, έπειτα, χωρίς καν να παρατηρήση την κόρην του: — Βέβαια! είπεν αποταθείς προς εμέ, θα είμαι πολύ ευχαριστημένος εάν έλθετε, πολύ ευχαριστημένος εάν μείνετε όσον το δυνατόν περισσότερον χρόνον. Έχω επί του Γάγγου έν παλάτιον, έν παλάτιον με λαμπρότατον κήπον.

Διήλθομεν την Ασίαν και τι είδαμεν εις τας ωραίας αυτάς επαρχίας; Την τέφραν των πόλεων, τα οστά ομοεθνών σκορπισμένα κατά γης. Τώρα ευρισκόμεθα εις την Περσίαν· ας καταστήσωμεν λοιπόν και ημείς την γην ταύτην τάφον των εχθρών. Άνδρες αδελφοί μου, ας έχωμεν κατά νουν τον φόβον του θεού και ας αγωνισθώμεν διά να εκδικήσωμεν την ύβριν του θεού

Ενεθυμήθη τους λόγους του Λικινίου «Η πόλις είναι ωκεανός φλογών», και προς στιγμήν ησθάνθη ότι η παραφροσύνη τον ηπείλει, διότι απώλεσε πάσαν ελπίδα να σώση την Λίγειαν, και μάλιστα να φθάση εις τας πύλας πριν η Ρώμη μεταβληθή εις τέφραν. Αι σκέψεις του ίπταντο έμπροσθέν του, ως νέφος μαύρων κακοποιών ορνέων.

ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Όχι, αν τα μικρότερα έρχωνται πρώτα. ΛΕΠΙΔΟΣ. Οι λόγοι σου είνε εμπαθέστατοι. Αλλά μη υποδαύλιζε, σε παρακαλώ, το υπό την τέφραν πυρ. Ιδού έρχεται ο γενναιόφρων Αντώνιος. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Ιδού και ο Καίσαρ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αν συμφωνήσωμεν εδώ, θα μεταβώμεν έπειτα εις την χώραν των Πάρθων! Άκουσε, Βενδίδιε. ΚΑΙΣΑΡ. Δεν ηξεύρω, Μαικήνα, ερώτησε τον Αγρίππαν.

Αίφνης όμως, προς τ' αριστερά, είδε πράγμα τι υψηλόν και φαιόν, ακίνητον, συγχεόμενον με την τεφράν όψιν του ορίζοντος. Η Μάρω άνευ δισταγμού έσπευσεν εκεί όσον ηδύνατο ταχύτερον, εκ φόβου μήπως την καταλάβη το σκότος. — Γιατί δεν πάμ' εμπρός, Μάρω μου; ηρώτησεν ο Γιάννος, εννοήσας την λοξοδρόμησιν.

Πλησίον εις τα πτώματα των μητέρων των, τα βρέφη θα σύρωνται εις την τέφραν, θα ζητούν νύκτα τον άρτον των αναμέσον των ερειπίων εις την τύχην της ρομφαίας. Οι θώες θα σύρουν τα οστά εις τας πλατείας εκεί όπου το εσπέρας ωμίλουν οι γέροντες. Αι παρθένοι σας καταπίνουσαι τα πικρά δάκρυα των θα κυθαρίζουν εις τα συμπόσια των ξένων.

Χθες οι στρατιώται μου ήκουον να λέγεται μεταξύ του πλήθους, ότι πρέπει να αναγορευθή αυτοκράτωρ είς άνθρωπος ως ο Θραπεύς. Ο Νέρων εδάγκασε τα χείλη του. — Λαός ακόρεστος και αγνώμων! Έχουν αρκετόν σίτον και αρκετήν θερμήν τέφραν διά να ψήσουν τους πλακούντας των τι τους χρειάζεται ακόμη; — Η εκδίκησις!! απήντησεν ο Τιγγελίνος. Πάντες εσιώπησαν.

Το πρώτον είναι η καπνώδης αναθυμίασις, διότι η γη είναι ξηρά, όπως και ο αήρ εν τη αρχή των. O ατμός προέρχεται εκ του υγρού• η αναθυμίασις εκ του ξηρού. Ίσως εννοεί την τέφραν και την ασβόλην. Το ξηρόν στοιχείον παράγει την οσμήν εν τω αέρι όπως τον χυμόν παράγει εν τοις υγροίς. Διότι παρορμώσι το ζώον εις την τροφήν ή το απομακρύνουσιν απ' αυτής. Τούτο είναι το δεύτερον είδος οσμών.