United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΙΣΜΗΝΗ Κι αρματωμένος στάθηκες αντίκρυ στο κοντάρι του. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Φριχτά να λες. ΙΣΜΗΝΗ Φριχτά ν’ ακούς. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Ωιμέ κακά. ΙΣΜΗΝΗ Ωιμέ δεινά. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Στα σπίτια και στη χώρα μας. ΙΣΜΗΝΗ Κι ακόμα πιότερο σε με. ΑΝΤΙΓΟΝΗ Αλλοίμονό σου βασιλιά μου Ετεοκλή. ΙΣΜΗΝΗ Απ’ όλους πιο πολύκλαυτε, αλλοί και συ. ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ Ωιμέ που ετυφλωθήκατε απ’ των θεών τη βλάβη.

Κι' ήρθε σε λίγο στων θεών τον τόπο, στου Ελύμπου τα κορφοβούνια, κι' έκατσε με την καρδιά θλιμένη σιμά στο Δία, κι' έδειχνε π' απ' την πληγή του μέσα 870 ανάβρυζε αίμα αθάνατο, κι' έτσι είπε με τα δάκρια «Δία πατέρα, τα φριχτά καμώματα που βλέπεις, 872 αφτά δε σε πειράζουνε; Μ' εσένα τάχουμε όλοι, 875 τι πήγες τη σκαρτάδα αφτή και γέννησες στον κόσμο, ανάθεμά την! που κακό πάντα ζητάει να κάνει.

Απ’ την ημέρα πούχαν πάει στα λουλούδια δεν είχε σηκώσει τα μάτια της απάνω του απ’ το φόβο μήπως απαντήση τα φριχτά μάτια της Βεργινίας που ξεφώνιζαν, άλαλα, από καημό κι απελπισία. . περισσότερο όμως ακόμα φοβότανε μήπως αντικρύση τα δικά του μάτια!

Τι πρώτα αφτός θα δοξαστεί αν νικηθούνε οι Τρώες 415 κι' οι Δαναοί αν σκλαβώσουνε τη βλογημένη Τροία, για αφτόν και θάναι η συφορά μεγάλη αν νικηθούμε. Μον έλα τώρα ας πιάσουμε κι' εμείς την άγρια μάχηΕίπε, και χάμου πήδηξε με τ' άρματα οχ τ' αμάξι, και βρόντησε ο χαλκός φριχτά στ' αρματωμένα στήθια 420 καθώς κινούσε· θάπιανε κι' ένα άφοβο τρομάρα!

Ο Παγγλώσσης ομολογούσε, πως είχε πάντα φριχτά υποφέρει· αλλ' αφού υποστήριξε μια φορά, πως όλα ήτανε θαυμάσια, το υποστήριζε πάντα, αν και δεν το πίστευε καθόλου. Ένα γεγονός επιβεβαίωσε τελειωτικά τα αποτρόπαια αξιώματα του Μαρτίνου κ' έκανε τον Αγαθούλη ν' αμφιβάλη περισσότερο από κάθε φορά και τον Παγγλώσση να τα χάση.

Είναι σκλάβα στο σπίτι ενός παλιού ηγεμόνα, που ονομάζεται Ραγκόνσκης, στον οποίον ο μέγας σουλτάνος δίνει τρία σκούδα την ημέρα κι' άσυλο· Αλλά το πιο θλιβερό, είναι, που έχασε την ομορφιά της και που έγινε φριχτά άσκημη. — Αχ! ωραία ή άσκημη, είπε ο Αγαθούλης, είμαι τίμιος άνθρωπος και καθήκο μου είναι να την αγαπώ παντοτεινά.

Είπε, και μέσα τούσταξε παλικαρήσο θάρρος, κι' έπειτα αθάνατο νερό μες στο νεκρόνε στάζει απ' τα ρουθούνια, π' άλιωτες οι σάρκες του να μείνουν. Κι' εκείνος πήρε το γιαλό άκρη άκρη, ο Αχιλέας, 40 φριχτά αλυχτώντας σήκωσε των Αχαιών τ' ασκέρι.

Είναι αναστημένος προφήτης που βγαίνει από το μνημούρι του, κι ανεβαίνει στην Τάμπια, και φωνάζει πως εδώ, εδώ είναι η Κόλαση η αληθινή, κι όχι στον κάτω τον κόσμο. «Καρά Κολ, Χαζίρ ολΜην τους χαρίζετε τίποτις αυτούς τους σκλαβωμένους αμαρτωλούς, λέει η άγρια η φωνή του Προφήτη. Τους πρέπουνε μεγάλα και φριχτά βάσανα. Στον άλλον τον κόσμο τόση πίσσα δε βράζει.

Είπε ο θεός, και γύρισε ξανά στ' αντροπελέκι. Μάτωσε τότες η καρδιά του Έχτορα απ' τη λύπη, κι' εφτύς γυρνάει τη συμπλοκή να δει, και βλέπει πέρα τον έναν π' άρπαε τ' άρματα, τον άλλον πούταν χάμου 85 στρωμένος κι' αίμας έτρεχε οχ τη βαθιά πληγή του· τότες περνάει χαλκόπλιστος των μπροστινών τούς λόχους φριχτά αλυχτώντα, ανέμποδος φωτιά σα φουντωμένη.

Ξεχωριστά στον άθρωπον, οπώχει αποφασίσει, Στον άλυσσό σου να δεθή καιταύτον ν' αποζήση. Γιατί φριχτά ωρκίστηκα στο όνομά σου απάνω, Σκλαβος σου αλευτέρωτος κοντά σου να πεθάνω. Πρώτα θα ιδής τη θάλασσα ωσάν τη γη ν' ανθίση, Κιαπέ ο πιστός ο δούλος σου θελά σ' απαρατήσει. Άντα να βγη ο αυγερινός κι' ο ήλιος οχ τη δύσι, Τότε η καρδιά μου, ξέρετο, θελά σ' αλησμονήση.