Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Έπειτα σηκώθη απάνου ο Πάρης, 354 της ροδοζύμωτης Λενιός ο ζηλεμένος άντρας. 355 Αφτός γυρνάει και τ' απαντά διο φτερωμένα λόγια «Αντήνορα, όσα τώρα λες δεν είναι φίλου λόγια· σου ξέρει κι' άλλη πιο καλή να κόψει ο νους σου γνώμη.
ΕΤΕΟΚΛΗΣ Καδμείοι, εκείνος πόχει την αρχή στα χέρια και στην πρύμνα της πολιτείας γυρνάει το δοιάκι χωρίς να κλή τα βλέφαρά του ο ύπνος πρέπει σύμφωνα να μετρά με τους καιρούς τα λόγια.
Λες από μάχη δε γυρνάει, λες σε χορό πως βγαίνει, ή το χορό πως τέλιωσε και τώρα πάει να κάτσει.»
Κι' η μάννα γύρω γύρω 315 πετούσε, τα πουλάκια της θρηνώντας· μα το φίδι γυρνάει, και μες στους θρήνους της την πιάνει απ' τη φτερούγα. Και σαν την αποτέλιωσε κι' αφτή και τα πουλιά της, το θάμα θέλησε ο θεός, που τόδειξε, για πάντα γνωστό να μείνει, και άλλαξε το δράκο σε λιθάρι.
Τι ενώ ζητούσαν να διαβούν, να! απ' τα ζερβά τούς βγήκε 200 κακό όρνιο, αψηλοπέταχτος αητός, κρατώντας φίδι στα νύχια κόκκινο χοντρό, που ζωντανό έτσι ακόμα σπαρτάριζε μα την αντριά δεν είχε χάσει ωστόσο· τι ενώ το βάσταε, πίσω αφτό γυρνάει κι' εκεί στο στήθος 204 τον τρώει, στα πλάγια του λαιμού, κι' αφτός μακριά του χάμου τ' αμόλησε μες στου στρατού, σαν πόνεσε, τη μέση, και πήρε δρόμο — κρώζοντας — με τ' αγεριού το χνώτο.
Μα το Διομήδη η άγρια σαΐτα δεν τον δάμασε, μον ως μπροστά στ' αμάξι πίσω γυρνάει και στέκεται, και του συντρόφου κράζει «Έλα, αδερφέ μου Στένελε, πήδα οχ τ' αμάξι κάτου, για να μου βγάλεις την πικρή που μ' ήβρε εδώ σαΐτα.» 110 Είπε, και χάμου ο Στένελος ευτύς πηδά οχ τ' αμάξι, και πάει σιμά του στέκεται, και τη γοργή σαΐτα όξω απ' τον ώμο του σκουντάει κι' ίσα τη βγάζει πέρα.
Τράβα να πάμε προς εκεί: αν είνε Τούρκ' ή φίλοι Θα τους ιδούμε από μακρά. — Γυρνάει το καΐκι Κι' αυτός το σπρώχνει προς εκεί. Μεριάζει από τα φύκη, Κ' έρχεται 'ς την ακρογιαλιά, και τα κουπιά μαζώνει. Βλέπουν εκείθε 'ς το γιαλό άνθρωπο να σιμώνη, Και τ' άσπρο το μαντύλι του κουνώντας τους φωνάζει: — Παιδιά! Αν είστε χριστιανοί, ελάτε· μη σας σκιάζει Η παρουσία μου εδώ.
Έτσι είπε, κι' άλλη απ' τη χορδή του τίναξε σαΐτα 300 κατάγναντά του, κι' η καρδιά του ζήταε ναν τον σφάξει· μα δεν τον βρήκε, μον χτυπάει το Γοργοθιό στο στήθος, λεβέντη του Πριάμου γιο, που η μάνα του απ' τ' Αησύμι νύφη ήρθε και τον γέννησε, η ροδοσταλαγμένη Καστιάνειρα, πούχε θεάς κι' όχι γυναίκας κάλλη. 305 Και δίπλα ο νιος την κεφαλή γυρνάει, σαν παπαρούνα π' άνοιξης άθια και καρπό σε κήπο φορτωμένη λυγάει, σαν πιάσει δυνατός νοτιάς και τη φυσήσει· έτσι έγυρε την κεφαλή που βάραινε απ' το κράνος.
Έτσι λοιπόν σα χώρισαν, γυρνάει στη μέση ο ένας των Αχαιών, κι' ο Έχτορας πήρε το δρόμο πίσω κατά των Τρώων τους σωρούς. Και χάρηκαν οι Τρώες άμα τον είδαν ζωντανό κι' ακέριο να ζυγώνει, γερό απ' του Αία την ορμή και τ' άπιαστα τα χέρια. Και στο καστρί τον πάγαιναν, δύσπιστοι αν ζούσε ακόμα. 310 Και πάλε αντίκρυ οι Δαναοί το παινεμένονε Αία τον πάγαιναν στου βασιλιά χαρούμενο της νίκης.
Μα λίγο κι' οι Αργίτες είταν μακριά να σέρνουνται, τι πίσω εφτύς τους πήγε ο Αίας, πρώτος σ' ομορφιά και πρώτος σε κοντάρι μέσα στο στράτεμα όλο εξόν τον άφταστο Αχιλέα. 280 Τι σαν κάπρι λες χύθηκε τους μπροστινούς περνώντας λογγόθρεφτο, που στα βουνά γυρνάει μέσα από δάσος και σκύλους άκοπα σκορπάει και νιους παλικαράδες· έτσι ο λεβέντης Αίας, γιος τ' αρχόντου Τελαμώνα, χοιμάει και τους σωρούς σκορπάει σε μια στιγμή των Τρώων, 285 πούστεκαν στο νεκρό κοντά κι' όλοι είχαν έναν πόθο, να δοξαστούν τραβώντας τον ως στο δικό τους κάστρο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν