United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, κι' οι Τρώες ρήχτηκαν με πιο μεγάλη λύσσα. Και θεν δε θένε οι Δαναοί τραβιούνται απ' τα καράβια 655 τα πρώτα, κι' έμειναν εκεί πούταν κοντά οι καλύβες, άσπαστοι μήτε σκόρπισαν στον κάμπο· τι τους βάσταε ντροπής και σέβας, τι έσκουζαν ένας στον άλλο θάρρος. Σαν έτσι αφτοί για τ' όμορφο καράβι πολεμούσαν.

Τότ' ίση ο Δίας άπλωσε και για τους διο τη μάχη, 336 ενώ απ' την Ίδα κοίταζε· κι' αφτοί χτυπιούνταν κάτου. Εκεί άρπαξε ο Αγάστροφος ο στρατηγός στο μπούτι μια απ' το Διομήδη κονταριά· και να σωθεί δεν είχε κοντά του αμάξι, κι' ακριβά το πλέρωσε το λάθος. 340 Τι αφτά τα βάσταε ο παραγιός μακριά, και με τους πρώτους πεζός ο ίδιος έτρεχε ως που τον βρήκε ο χάρος.

Με το ζερβό χέρι βάσταε τα χαλινάρια τ' αλόγου και με το δεξιό τη μακριά λάντζα, είδος κονταριού με σιδερένιον στόκοτην κορφή και με μικρό κόκκινο φλάμπουρο με τον αητό το δικέφαλο μέσ' τη μέση. Τ' άλογό του ήτον μαύρο και κατά το μέτωπο μοναχά λίγο μπάλλιο, ντυμένο κι αυτό με χρυσάργυρη σέλλα και με φαντά φάλαρα.

Και σκότωσε τον Άξυλο ο τολμηρός Διομήδης, του Τέφτρου γιο, που κάθουνταν στην ομορφοχτισμένη Αρίσβα, κι' είχε βιος πολύ και φίλους τους αθρώπους, τι φίλεβε όλους έχοντας στη στράτα απάνου σπίτι. 15 Μα πούταν τότε αφτοί μπροστά να μπουν και να προλάβουν τη συφορά, μον και των διο τους έφαγε το μάτι, κι' εκείνου και του παραγιού Καλήσου, που τα γέμια του βάσταε τότες.

Του Λάμπρου σκόρπια ολόγυρα τα πρόβατα βοσκούσαν Και τα γαλαροκούδουνα γιομόζαν τον αέρα Μ' αρμονικό κι' ολόγλυκο κι' ανάκουστο ηχολόι. Στο σάδι παίζανε τ' αρνιά κι' ο νιος στην αγκαλιά του Την κόρη βάσταε άλαλη και λιγοθυμισμένη.

Και χάμου αφίνοντάς τους αφού τα χάλκινα άρματα τους έβγαλε απ' τους ώμους 100 ορμάει εφτύς τον Άντιφο να σφάξει και το Βίσο, γιους του Πριάμου, νόθονε και γνήσιο, διο νομάτους μες σ' ένα αμάξι. Των φαριών βάσταε τα γκέμια ο νόθος, κι' έστεκε δίπλα ο Άντιφος.

Τότε έτσι μούρθε το σπαθί να πάρω ναν τον σφάξω, μα κάπιος με ξεχόλιασε θεός θυμίζοντάς μου την καταδίκη του λαού, του κόσμου τις βλαστήμιες, 460 α θε με λεν πατροφονιά παντού μες στην Ελλάδα· Μα ο γέρος να μου βαργομάει κι' εγώ στο σπίτι πάντα να σουρταφέρνω, πια η καρδιά δε βάσταε μου στα στήθια.