United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύστερα να λογαριασμούς ο Τρακοσάρης! Πενήντα δραχμές, εκατό δραχμές, διακόσιες δραχμές. Πλέρωσε τώρα, καπετάνιο, τα διάφορα, πλέρωσε και τα ξύγκικα και καλώς ώρισες στην πατρίδα! Πού να πλερώση ο ναύτης ο άμοιρος! Να πουληθή και πάλε. Θαλασσοπνίγεται για το καρβέλι. Ο Τρακοσάρης εδώ είνε. Δε βαρειέσαι; Αυτό στενοχωρεύεσαι; Έχει ο Θεός! Αύριο θαλλάξουν τα πράμματα.

Τότ' ίση ο Δίας άπλωσε και για τους διο τη μάχη, 336 ενώ απ' την Ίδα κοίταζε· κι' αφτοί χτυπιούνταν κάτου. Εκεί άρπαξε ο Αγάστροφος ο στρατηγός στο μπούτι μια απ' το Διομήδη κονταριά· και να σωθεί δεν είχε κοντά του αμάξι, κι' ακριβά το πλέρωσε το λάθος. 340 Τι αφτά τα βάσταε ο παραγιός μακριά, και με τους πρώτους πεζός ο ίδιος έτρεχε ως που τον βρήκε ο χάρος.

Την άλλη χώρα σκάλισε με πύργους στεριωμένη, 509 και μέσα ο κόσμος έτρεχε μελίσσι στην πλατέα, 497 τι είχε στηθεί καβγάς και διο φιλονεικούσαν άντρες για σκοτωμένου πληρωμή. Ορκίζουνταν ο ένας πως κάθε πλέρωσε λεφτό και τα ποσά ξηγούσε, 500 όχεσκε ο άλλος έλεγε, πως τίποτα δεν πήρε· τέλος κι' οι διο 'παν, μάλιστα ας κρίνει ο κατεχάρης.

Τέλος όμως τονέ βόλεψε και τούτον ο Αναστάσιος, του πλέρωσε δηλαδή δεκαπέντε χιλιάδες λίτρες μάλαμα, τονέ διόρησε Μάγιστρο της Θράκης, συφώνησε να κηρύξη την ορθοδοξία, και μ' αυτούς τους όρους λευτέρωσε και τον ανιψιό του. Εδώ τελειώνουν του Αναστασίου τα θρησκευτικά τα βάσανα με τους Ακοίμητους. Όσο για το Βιταλιανό, φαίνεται πως ξαναβγήκε σε πόλεμο στα 515, και με στόλο μάλιστα τώρα.

Απάνω στο δεύτερο χρόνο της παντρειάς του, εκεί που δούλευε στην Ανατολή, έρχουνται τα μαύρα τα μαντάτα πως την κόρη που του γεννήθηκε την πλέρωσε με το ταίρι του. Σα χήρεψε, πήρε τη μικρή η αδερφή του και την ανάθρεφε.

Δε χάνεται ο κόσμος για ένα γύρο. . . Ας ήν' καλά οι Κύριοι που μας βάλανε στα αίματα. . . Φώναξαν οι δυο φίλοι, καταχαρούμενοι, το γκαρσόνι και πλέρωσε ο Μίμης και βγήκαν έξω όλοι μαζί βιαστικοί, αφήνοντας να προσπεράση η Λιόλια που βαστούσε ένα ροζ σαλάκι στο χέρι και πήγαινε με την τραγιάσκα της την μπλε-μαρέν σαν ονειρεμένη. . . Μόλις κάμανε λίγα βήματα, θυμήθηκαν πως έπρεπε να μασσήσουν και μια στάλα, πριν απ’ το χορό. Τι, με μια πάστα θα με περάσετε ! είπε ο χοντρέλης γελώντας. Θες να φας τίποτα, Λιόλια, ρώτησε ο Νίκος.

Και στρώνουνε το στρώμα του και τα σκεπάσματά του. Του μαγειρεύουν μια και δυο, του πλένουν τρεις και πέντε Και στρώνουνε το στρώμα του και τα σκεπάσματά του, Κι' απέ του λένε με θυμό, του λεν με καταφρόνια. Φέρε να μαγειρέψωμε, πλέρωσε για το πλύμα, Πλέρωσε για το στρώμα σου και τα σκεπάσματά σου.

Τότε απαντάει κι' ο Σαρπηδός, των Λυκιωτώνε ο πρώτος «Τληπόλεμε, ναι χάλασε της Τριάς εκιός το κάστρο απ' τις ζαβάδες του λαμπρού αφέντη Λαομέδου, που κείνος όσο τούκανε καλό, τόσο με λόγια 650 αφτός τον πλέρωσε αχαμνά, και τ' άτια ναν του δώκει δε θέλησε, κι ας ήρθε εδώ για αφτά από τόσο αλάργα.