United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός έχοντας κάποιους λογαριασμούς πολλά αναγκαίους εις την περίφημον πόλιν Σερενδίβ, με έναν πραγματευτήν σύντροφόν του, αποφάσισε διά να με στείλη εκεί προς αυτόν, διά να τους τελειώσω. Εμίσευσα λοιπόν με ένα καράβι πραγματευτάδικον από τον λιμένα της Μπάσρας που επήγαινε διά Σουράτ και Σερενδίβ.

Στον πράκτορα μιας ασφαλιστικής Εταιρείας, που του είχε κάνει επίσκεψη έν' απόγεμα και νόμισε πως έπρεπε να επωφεληθή από την περίσταση αυτή, και να του υποδείξη ότι επιτέλους το έγκλημα είναι κακός υπολογισμός, αποκρίθη: «Σερ εσείς οι αστοί κάνετε τους λογαριασμούς σας κι απολαβαίνετε τις συνέπειές των. Μερικοί λογαριασμοί σας βγαίνουν σωστοί, κι άλλοι όχι.

ΛΗΡ Ποτέ μην είχες γεννηθή παρά να με πικράνης! Ειπέ, τι έχεις να ειπής, αυθέντα μου, 'ς την νέαν; Αγάπη δεν λογίζεται αγάπη ενωμένη μ' άλλης λογής λογαριασμούς, εις την αγάπην ξένους. Την θέλεις; Προίκα είν' αυτή και μόνη! ΛΗΡ Το είπα· δεν αλλάζω! ΒΟΥΡΓ. Λυπούμαι· αφού έχασες πατέρα, εξ ανάγκης χάνεις και άνδρα. ΚΟΡΔ. Ο Θεός, ω Βουργουνδέ, μαζί σου.

Κατά τις δέκα ώρες ο Βέρθερος εφώναξε τον υπηρέτη του. Ενώ ντυνότανε του είπε ότι θα έφευγε σε λίγες μέρες και του έδωσε τη διαταγή να καθαρίση τα ρούχα του και να τα ετοιμάση όλα για δέμα. Τον επρόσταξε επίσης να ζητήση τους λογαριασμούς και μερικά δανεισμένα βιβλία και να προπληρώση για δύο μήνες σε μερικούς πτωχούς το μερίδιό τους, τους οποίους εσυνήθιζε να δίνη ένα μικρό ποσό καθ' εβδομάδα.

Ο Κ. Περδίκης λοιπόν, Ιωάννης το όνομα, ή Γιάγκος, ως αποκαλεί αυτόν η σύζυγός του, οσάκις του παρουσιάζει λογαριασμούς προς πληρωμήν, παίζει, ως προείπομεν, σ κ ο υ π ι σ τ ή ν μετά της κυρίας του. Η κυρία του είνε γυνή τεσσαράκοντα περίπου ετών, οστεώδης, λιπόσαρκος και πλήρης γωνιών, οξείαν έχουσα την ρίνα, προέχοντα τον πώγωνα, στικτούς τους οφθαλμούς και ελαφρώς μυστακιών το άνω χείλος.

Φυλλομετρών αδιακόπως, νήστις και σκεπτικός, το μέγα κατάστιχον του αλευροπωλείου του, έκαμνε λογαριασμούς, κ' επάνω εις τους λογαριασμούς άλλους λογαριασμούς, και κατόπιν ακόμα άλλους, χωρίς τέλος, ψιθυρίζων σάκκους και αριθμούς: — Τα βερεσέδια, Θωμαή. Θα μας φάνε. Είπε μίαν εσπέραν, λίαν σκεπτικός.

Αυτοί με όρκους και πολλά ταξίματα κέρδους τέλος με κατέπεισαν και έκλινα εις την γνώμην των. Τότε εξεκαθάρισα τους λογαριασμούς μου και ηύρα την περιουσίαν μου έξ χιλιάδας φλωριά μετρητά· έπειτα ερωτώ και αυτούς πόσον είνε το κέρδος των, και μου απεκρίθησαν ότι τα εζημιώθησαν όλα, μόνον να λάβω ευσπλαχνίαν να τους κυβερνήσω.

Αντί όμως επιστολής του ρωμαντικού Καρόλου εύρον εντός αυτού τρεις λογαριασμούς των κυρίων Πούλου, Γιαννοπούλου και Γεραλοπούλου διά μεταξωτά, καπέλλα, βλόνδας, κορδέλλας και άλλα είδη, των οποίων ανήρχετο το άθροισμα εις δραχμάς δύο χιλιάδας επτακοσίας.

Ατελείωτον γίνεται πάντοτε το χρέος. Πολλάκις δε μετά ταύτα ηπείλει και ανησύχει την τεθλιμμένην χήραν. — Να σ' πω. Έχουμε κάτι λογαριασμούς ανοικτούς με τον μακαρίτην τον Μπάρμπα-Δήμαν. — Κάμε καλά με τον Μπάρμπα Δήμα, απήντα οργίλως η θειά Ζωίτσα. — Να σ' πω. Το αμπέλι προικιό σ' είνε; — Δεν ξέρω, απήντα μετά σκαιάς περιφρονήσεως η χήρα, έχουσα πεποίθησιν εις το εκ του νόμου δίκαιον.

Ό,τι έσπειρε τις εν αυτώ, εκαρποφόρει πενταπλασίως. Ήτο, ως να έκοπτέ τις τα φύλλα του δενδρυλλίου, εκάστοτε ότε εγένετο εξόφλησις κονδυλίου τινός, αλλ' η ρίζα έμενεν υπό την γην, μέλλουσα και πάλιν ν' αναβλαστήση. Ο κυρ-Μαργαρίτης εύρε παρευθύς τους δύο λογαριασμούς.