Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Δι' ενός βλέμματος είδε την ταραχήν και τον πόνον της Αϊμάς, είδε το δέμα όπερ έφερε περί το μέτωπον και έπεσε παρ' αυτήν έξαλλος. — Τι έχεις, Αϊμά; είπεν. Η νεάνις δεν ηδυνήθη να αρθρώση λέξιν, είδε μόνον τον Μάχτον και εφάνη ως να μη τον εγνώριζε. — Τι έπαθες, Αϊμά: επανέλαβεν ο νέος. Ο υπερασπιστής της Αϊμάς έσπευσε ν' απαντήση αντ' αυτής. Της έσπασε το κεφάλι μία πέτρα.
Εκράτει, ως είπομεν, δέμα μεταξύ των δύο χειρών του. Αι χείρες αύται ωμοίαζον προφανώς η μία με σφύραν και η άλλη με άκμονα. Ο άνθρωπος ούτος ενεποίησε παράδοξον εντύπωσιν εις τον Βράγγην. Έρριψεν άπληστα βλέμματα επ' αυτού. Δεν ήτο συνήθης οδοιπόρος, δεν ήτο απλούς παροδίτης. Τα πάντα ενέφαινον πολύ το μυστηριώδες και το αλλόκοτον εν αυτώ.
Διασκεδαστικά ακάτια με τα φουσκωμένα πανιά των πετούν επάνω από το υδάτινον κάτοπρον σαν λευκές πεταλούδες. Ο διά της Σιγιόν σιδηρόδρομος ήρχισε να &λειτουργή&, πηγαίνει βαθιά μέσα εις την κοιλάδα του Ροδανού. Εις κάθε σταθμόν κατεβαίνουν ξένοι, κρατούν εις τα χέρια των τους δεμένους με κόκκινον δέμα οδηγούς των και διαβάζουν, ό,τι αξιοπαρατήρητον έχουν να ιδούν.
Κατά τις δέκα ώρες ο Βέρθερος εφώναξε τον υπηρέτη του. Ενώ ντυνότανε του είπε ότι θα έφευγε σε λίγες μέρες και του έδωσε τη διαταγή να καθαρίση τα ρούχα του και να τα ετοιμάση όλα για δέμα. Τον επρόσταξε επίσης να ζητήση τους λογαριασμούς και μερικά δανεισμένα βιβλία και να προπληρώση για δύο μήνες σε μερικούς πτωχούς το μερίδιό τους, τους οποίους εσυνήθιζε να δίνη ένα μικρό ποσό καθ' εβδομάδα.
Άμα ιδούσα η Εφταλουτρού την νέαν, δεν παρετήρησεν ούτε το δέμα περί το μέτωπόν της, ούτε την οδύνην ην εξέφραζεν η μορφή της. Έν μόνον είδε. Το κάνιστρον με τα ενδύματα. Τότε δεν έχασε καιρόν, αλλ' έβαλεν ισχυράν κραυγήν, οποίαν μόνον νέα γυνή φωνασκός ηδύνατο να βάλη. — Έλα εδώ! έκραξεν αγρίως η Εφταλουτρού προς την εκείθεν της αιμασιάς γυναίκα, ήτις εμέμφετο αυτήν επί κλοπή.
Εις τας μεταξύ των ελαιώνων κοίλας οδούς εκυλίοντο κύματα ποδοβολητού και βοής ζώων και ανθρώπων επανερχομένων εκ των αγρών· τινές των νέων, επιβαίνοντες ημιόνων ανεπισάκτων και κρατούντες προ αυτών δέμα χόρτων, ανέβαινον προς το χωριό άδοντες.
Το ζώο δεν εφαίνετο πρόθυμον εις εκδρομήν εντός του καύσωνος. Ο ιερεύς προέβη εις προϋπάντησίν του, το εθώπευσεν, ανέβη εις την ράχιν του, αφού εναπέθεσεν ασφαλώς το δέμα εντός του κόλπου του, και ήρχισεν η πορεία. Ο γέρων χωρικός παρηκολούθει πεζός. Πλειότεραι θύραι ήσαν ήδη ανοικταί, οι δε ευσεβείς χωρικοί, γνωρίζοντες τι έφερεν εντός του κόλπου ο ιερεύς, εσταυροκοπούντο, ενώ διήρχετο.
Πώς ν' αφήσωμε τον καϋμένο τον παππού ολομόναχο και άρρωστο! Πριν ξημερώση, η Φωτεινή έκαμεν ένα δέμα τα ολίγα πράγματα, όσα της εχρειάζοντο, και, με την ευχήν του πατέρα και της μητέρας της εξεκίνησεν. — Ο Θεός να είνε μαζί σου 'ς το δρόμο σου, της είπαν. Έπρεπε να περιπατήση όλην την ημέραν η μικρά κόρη, διότι ο παππούς εκατοικούσε πολύ μακρυά.
Ως τόσον, ό,τι λογής επιμέλειαν και προσοχήν είχα εις το να λέγω εκείνην την προσευχήν, που με έκανε να στέκωμαι ασφαλής, δεν ημπόρεσα όλως να υποφέρω που να μην πληρώσω την περιέργειάν μου εις ένα αλαλαγμόν φωνών, που ήκουσα εις τον αέρα· και έλαβα την αφροσύνην να σηκώσω το δέμα από τους οφθαλμούς μου διά να ιδώ τι ήτον.
— Να, πάρε, παιδί μου, αυτό, είπε μίαν ημέραν εις την εγγονήν του, και της έδωσεν ένα μεγάλο δέμα βαμβάκι· θα σου κάμη η μητέρα σου ό,τι χρειασθής με αυτό εις τον εργαλειό. Ξεύρεις και τι άλλο σου δίδω να πάρης μαζί σου; Σου χαρίζω το αγαπημένο σου γαϊδουράκι, διά να έρχεσαι συχνά, χωρίς κόπον να με βλέπης. Η Φωτεινή επήδησεν από χαράν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν