Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Εκτός των βαρέων υποδημάτων των ναυτών επί των σανίδων του πλοίου, άλλος ανθρώπινος κρότος δεν ηκούετο εν μέσω της βοής του ανέμου και της θαλάσσης. Ήτο ζοφερά η νυξ. Τα νέφη εκάλυψαν ολόκληρον τον ουρανόν. Άστρον δεν εφαίνετο. Μόνος ο φωσφορώδης αφρός των εξηγριωμένων κυμάτων απήστραπτεν εντός του σκότους.

Ο αγορητής δεν διεκόπτετο πλέον διά ψιθυρισμών αποδοκιμασίας, αλλά διά θορύβου και βοής.

Τελευτών τους ενουθέτησεν ότι, όστις ακούει τα λόγια ταύτα και ποιεί αυτά ήτο ως συνετός άνθρωπος όστις έκτισεν οικίαν με θεμέλια επί της πέτρας της αρραγούς, ήτις μένει ασάλευτος εν μέσω της βοής των ανέμων και της θυέλλης· αλλ' όστις τα ακούει και δεν τα εκτελεί είναι όμοιος με άφρονα άνθρωπον όστις έκτισεν επί της άμμου, και κατέβη η βροχή, και ήλθαν αι ποταμοί, και οι άνεμοι εφύσησαν και κατέρριψαν την οικίαν· και έπεσε, και μεγάλη ήτο η πτώσις της.

Ηκούσθη πάλιν εν μέσω της εξάλλου βοής του πελάγους, διατάσσων ο πλοίαρχος, με γλώσσαν άγνωστον εις εμέ, γλώσσαν βομβούσαν ως το άγριον μελτέμι με όλην την υγρότητα αυτής, της θαλάσσης την γλώσσαν.

Τα προς βορράν λοφώδη μέρη της σκιεράς νήσου Σκιάθου φαλακρούμενα ολίγον κατ' ολίγον από πυκνού γηραιών δρυών δάσους εις λόχμην εκ πρίνων, κομάρων και σχοίνων, απολήγουσιν εις βραχώδεις ολισθηράς ακτάς, εφ' ων μόλις πρασινίζει των χαμοκλάδων το ακανθωτόν φύλλωμα, σκληρόν και αυτό εκ της προς τους βορείους ανέμους ξηράς προστριβής του και αποκλίνον ολοέν την κορυφήν του προς νότον, τόσον λείως και τόσον κανονικώς, ως να το έκειρεν επιδεξίως η βαθέως ξυρίζουσα του παγωμένου βορρά κοπίς, ορμητικώς πνέοντος από της Χαλκιδικής και του Θερμαϊκού, και ερχομένου μετ' εκκωφαντικής βοής και κυμάτων να προστριβή οργίλως επί των ακτών τούτων, εις γλώσσας ποικίλας και περικαλλείς την θέαν εκτεινομένων καθ' όλην την βορείαν της νήσου έκτασιν μέχρι της δυτικωτέρας εσχατιάς, όπου ηδέως θάλλει το εύμορφον πράσινον χρώμα της κωνοφόρου πεύκης.

Τοιαύτα τινα πορίσματα της αλληλοδιδακτικής μεθόδου υπέβαλλε συχνά εις την μελέτην των συμμαθητών του ο Γιαννιός ο Βρυκολακάκης. Ταύτα συνέβαιναν καθ' ον χρόνον ο διδάσκαλος, μεγαλόσωμος με ηρακλείους ώμους και βραχίονας, επικαλούμενος συνήθως η «Δασκαλομάννα», προ μικρού είχεν εισέλθει εις το σχολείον, και σχετική ησυχία επεκράτει μεθ' υπόκωφου βοής, ομοία με την φουσκοθαλασσιάν.

— Μ' είχε στραβώσει ο θυμός και δεν είδα τι έγινε. Αλλά βέβαια θα τον εσκότωσα. Τόσες μαχαιριές δεν πήγανε στον αέρα. Σαν μας χωρίσανε του λέω: — «Είσαι Ελιά, ρε βλάμη; — Ελιά, ναι. — Τότε εγώ είμαι Κορδόνι· κι' απ' αυτή τη στιγμή είμαι πυρ και μανία με το Κορδόνι! Μ' εφανάτισες». — Ώστε τώρα είσαι;... — Ντεληγιάννης και το νύχι μου! Αι κραυγαί των Κορδονικών επλήρουν την οδόν, ως ποταμός βοής.

Έλεγε το &Πάτερ ημών&, το &Θεοτόκε Παρθένε&, και δύο ακόμη προσευχάς, όσας είξευρεν. Ο άνεμος, ο σφοδρός άνεμος του μεγάλου κενού και του πελάγους, εφύσα μετά βοής εις τα ώτα του. Ανέπνεε δυνατά, ήσθμαινε και η καρδία του έπαλλεν, έπαλλε σφοδρώς. Τέλος, εφάνη το σχοινίον. Ο Στάθης το έδραξε πεταχτά, εδέθη σπασμωδικώς, εσφίχθη. Εξέχασε να σείση το σχοινίον, διά να δώση σημείον εις τους άνδρας.

Έτριζον τα ξύλα του, η θάλασσα εβρόντα θραυομένη επί των πλευρών του, αναμέσον δε της αγρίας βοής ηκούετο ο τακτικός κτύπος της μηχανής, παλαιούσης με τα στοιχεία. Αλλ' ουδέν ήκουα εκ των παρά την πάσχουσαν γινομένων. — Τι έπαθεν άρά γε; τι έπαθε; Και έσφιγγα εναγωνίως τας χείρας.

Και . . . Ο ιατρός είχεν όρεξιν να συνεχίση τας φιλοσοφικάς του σκέψεις, αλλά τον επανεφέραμεν εις την τάξιν διά βοής γενικής και εξηκολούθησε την διήγησιν, ως εν παρενθέσει, καλλύνας αυτήν, με το εξής συγκινητικόν επεισόδιον. «Τον έλεγαν βαρύν και σχεδόν αναίσθητον και όμως πολλοί είνε μάρτυρες του ηρωισμού και της αυταπαρνήσεώς του.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν