United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του ιατρού το δωμάτιον έκειτο πλησίον της μηχανής. Ο άνεμος έπνεε φοβερός, ο αφρός των κυμάτων κατέπιπτεν ως ραγδαία βροχή, μετά κόπου ηδυνήθην να φθάσω μέχρι της θύρας του ιατρού. Την έκρουσα επανειλημμένως, μέχρις ου επί τέλους ηκούσθη η φωνή του. — Ποίος είναι; — Μία ασθενής σε ζητεί. — Α! Γνωρίζω ποία! Έλα μέσα. Και ήνοιξε την θύραν. Δεν είχεν εκδυθή.

Πασπάλαε αφρός τα στήθια τους, τ' άσπριζε γύρω η σκόνη, σα βγάζανε απ' τον τάραχο τον πονεμένο αφέντη. Και σαν τον είδε ο Έχτορας πως έφευγε οχ τη μάχη έσκουξε σ' όλο το στρατό μ' αψιά φωνή μεγάλη 285 «Δαρδάνοι κονταρόπλιστοι και Τρώες και Λυκιώτες, θάρρος, παιδιά, και βάρτε τους ατρόμητα σαν άντρες! Έφυγε ο πιο παλικαράς οχτρός, κι' εμένα ο Δίας μεγάλη δόξα μούδωκε.

Δύο έτη έκλαιον εν τη νήσω του καπετάν Θοδωρή, η σύζυγος αυτού Γερακούλα και τέσσαρες θυγατέρες του, ωραίαι και ξανθόμαλλοι, δροσεραί ως αφρός της θαλάσσης κ' εύμορφοι ως μυρσίνης κλωνάρια.

Κι' ο ίδιος με περφάνια 295 σαν Άρης θνητορημαχτής ροβόλαε με τους πρώτους, κι' έπεσε μέσα στο σωρό σα δρόλαπας στηθάτος που μενεξέθωρο γιαλό χτυπάει και τρικυμίζει, 298 κι' όρθια κυλούν τα κύματα, κι' απ' την ορμή τ' ανέμου 307 μεσούρανα πηδά ο αφρός και γίνεται κομάτια· έτσι κι' αφτός τους Αχαιούς χτυπούσε λυσσασμένα.

Από το ριζοβούνι Αναίβηκε κ' η καταχνιά, ψιλός αφρός του αγέρα, Και μια στιγμή τον έκρυψε ’ς τη δροσερή αγκαλιά της, Λες ότι εκείνην την αυγή λησμονημέν' αχνάρια Έσμιξαν σ' ένα σύγνεφο κ' ήρθαν από τον Άδη Να μυριστούν το σκοτωμό, να ιδούνε το Θανάση. Μες ΄ς τα τριφύλλια τα παχειά σιδέρικη φοράδα, Μαρμάρα, φίδι φτερωτό, δροσίζεται και βόσκει Στρωμένη, ετοιμοπόλεμη.

Εκτός των βαρέων υποδημάτων των ναυτών επί των σανίδων του πλοίου, άλλος ανθρώπινος κρότος δεν ηκούετο εν μέσω της βοής του ανέμου και της θαλάσσης. Ήτο ζοφερά η νυξ. Τα νέφη εκάλυψαν ολόκληρον τον ουρανόν. Άστρον δεν εφαίνετο. Μόνος ο φωσφορώδης αφρός των εξηγριωμένων κυμάτων απήστραπτεν εντός του σκότους.

Του Νίκου, πούτονε γυρισμένος κατά τον τοίχο, μόλις φαινότανε λίγο το κατσαρό μαλλί που τόχε τούφφα πάνω απ’ το μέτωπο. Μα της Βεργινίας το πρόσωπο ήτον όλο απόξω, σα να φοβότανε μην πνιγή, κι άσπριζε σα μια χούφτα αφρός απάνω σ'ένα κύμα απλωτό- αφρός που δεν ήθελε να λυώση.

Είπε, και του Οϊλιά ο γοργός αμέσως άκουσε Αίας, κι' έφτασε πρώτος, τη σφαγή διαβαίνοντας τρεχάτος. Κατόπι πήγε ο Δομενιάς, και πήγε ο σύντροφός του Μηριόνης, ισοδύναμος του θνητοφάγου τ' Άρη. 259 Κι' οι Τρώες όλοι ορμούν μαζί, κι' ο Έχτορας οδήγαε. 262 Πώς σπάει σε κάβο ορθόβραχο το κύμα, και βουήζει 264 γύρω κάθε άκρη ενώ ο αφρός πηδάει στις πέτρες όξω, 265 με τέτοια πλάκωναν βουή.

Έκλινον την κεφαλήν άλλος εδώ, άλλος εκεί· άλλος έκυπτε κάτω, άλλος υψούτο επί των ονύχων των ποδών ίνα το ίδουν απ' όλα τα μέρη το όπλον και απετόλμων κάποτε να τείνουν την χείρα ίνα το ψαύσουν, απαλ' απαλά μόλις, μετά δειλής προφυλάξεως, ως να ήτο αφρός κ' εφοβούντο μη διαλυθή άμα τη επαφή.

Γλυκοπετούσε η καρδιά μου από τη χαρά που τους έβλεπα όλους και χαίρουνταν, και φύλαγα βαθιά τους κρυφούς μου τους πόνους, τον πόνο της Λενιώς, και της ιστορίας του γέρου. . . Σα να τους γλύκαινε τους πόνους εκείνους η καλοτυχιά που έβλεπα γύρω μου, σα να τον αγαπούσα τώρα τον κόσμο με τα δεινά του, το πέλαγο αυτό που σε δέρνουν τα κύματα, μα σε χαδεύει κάποτε κι ο αφρός τους.