United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επί πολύ επειράθη να κρύψη την αδυναμίαν του, αλλά τέλος πάντων εξεχείλισαν τα δάκρυα εκ των οφθαλμών του και τα παράπονα εκ των χειλέων. Η Ιωάννα εζήτει κατ' αρχάς να καθησυχάση τον σύντροφόν της, βεβαιούσα ότι τα περικυκλούντα αυτόν ζοφερά νέφη ήσαν απλώς μαύραι πεταλούδαι, γεννήματα του εξημμένου εγκεφάλου του.

Εν τούτοις η νυξ εξηπλούτο ασέληνος και ζοφερά επί του δάσους, εις δε το σκότος εκείνο εσπινθήριζον απαισίως μεταξύ των φύλλων τα όμματα των γλαυκών και των λύκων. Η δύστηνος νεάνις μόνη εν τη φοβερά εκείνη ερήμω, ότε μεν συνεστέλλετο ακινητούσα παρά την ρίζαν γηραιάς δρυός, οτέ δε νέας δυνάμεις αντλούσα εκ φόβου έτρεχεν ως φάσμα νυκτερινόν μεταξύ των δένδρων.

Εκτός των βαρέων υποδημάτων των ναυτών επί των σανίδων του πλοίου, άλλος ανθρώπινος κρότος δεν ηκούετο εν μέσω της βοής του ανέμου και της θαλάσσης. Ήτο ζοφερά η νυξ. Τα νέφη εκάλυψαν ολόκληρον τον ουρανόν. Άστρον δεν εφαίνετο. Μόνος ο φωσφορώδης αφρός των εξηγριωμένων κυμάτων απήστραπτεν εντός του σκότους.

Πεινών, διψών, γυμνητεύων εσύρετο ο Έλλην μαχητής από χαράδρας εις κρημνόν και από κρημνού εις υπόγεια και ζοφερά σπήλαια, μετακομίζων αείποτε τον μυστικόν θησαυρόν του και προσδοκών καθ' εκάστην ν' ακούση αντηχούν εις τας ακοάς του, το θυελλώδες πτερύγισμα του άνακτος των ορνέων και να ίδη επανερχομένην την βασιλείαν του Σταυρού του.

Ότε ο αραχνώδης πέπλος του σκότους ήρχισε να καταπετάννυται περί τα ζοφερά τείχη του μοναστηρίου, και οι κώδωνες κατά το σύνηθες βραδέως κρουόμενοι αντήχησαν ανά το ύψος του κωδωνοστασίου καλούντες θορυβωδώς τας καλογραίας εις την επιλύχνιον προσευχήν, τότε η αδελφή Βεάτη έλαβε δύο κηρία, έθηκε το έν αυτών εις το θυλάκιόν της, ήναψε το έτερον και ανέβη ανά μίαν τας βαθμίδας της λιθίνης κλίμακος, της αγούοης από του μαγειρείου εις το πρώτον πάτωμα της μεσημβρινής πλευράς.

Ο Θευδάς εγίνωσκεν ότι ματαίως θα επέμενε, και απέσχε πάσης περαιτέρω ερωτήσεως. Αν είχον έννοιάν τινα οι ανωτέρω παιγνιώδεις λόγοι, μόνος ο Τρέκλας είξευρε τούτο, ο δε Θευθάς επώπτευε μόνον, αλλ' ουδέν βέβαιον εγίνωσκεν. Αλλ' όμως ευτυχέστερος ήτο ούτος του χρονογράφου, διατελούντος εν ζοφερά αγνοία περί του πράγματος.

Ο Χείμαρρος συμπαρέφερε κάποιο ξερριζωμένον έλατον και εις το νερό εσχηματίζοντο εμπρός στρεφοδινούμενοι κύκλοι· ήτο ο Ίλιγγος, περισσότεροι του ενός, εκείνοι που στροβιλίζουν επί του εν παφλασμώ χωρούντος Χειμάρρου· η σελήνη εφώτιζε το σωριασμένο επάνω εις τας κορυφάς των ορέων χιόνι, εφώτιζε και τα ζοφερά δάση και τα λευκά παραδοξόσχημα σύννεφα, τας νυκτερινός Μορφάς, τα Πνεύματα των Δυνάμεων της φύσεως· ο κάτοικος του βουνού τα έβλεπε μέσα από τα τζάμια των παραθύρων του· έπλεον εκεί κάτω αγεληδόν εμπρός από την &Νεράιδα του Πάγου.&

Εκ δε της αμβλύτητος της ουράς προήλθεν η ιδέα ότι δικέφαλον είναι το ερπετόν τούτο. Εμποιεί τρόμον η ζοφερά αυτού χροιά, και καθίσταται λίαν επικίνδυνον ως εκ της μικρότητος αυτού.