United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πιθανόν να εδέχετο εκ των προτέρων τοιαύτην πρότασιν, αλλ' αν έπραττε τούτο, θα ωρμάτο εξ υπολογισμού, διότι εν αγνοία εισέτι διατελούσα, επλανάτο υπό της ελπίδος ότι έμελλε να επανεύρη τους αληθείς γονείς της. Αλλ' ο Πλήθων εγίνωσκεν ότι η τοιαύτη ελπίς ήτο ματαία. Επί τέλους ο Πλήθων ησθάνθη την κεφαλήν πολύ βαρείαν εκ των σκέψεων τούτων, και ηναγκάσθη ν' αφήση το πρόβλημα άλυτον.

Και ο Φρύνιχος επίσης υπήρξεν είς των ενθερμοτέρων οπαδών της ολιγαρχίας, επειδή εφοβείτο τον Αλκιβιάδην και ήξευρεν ότι εγίνωσκεν όλας τας εν τη Σάμω προς τον Αστύοχον ραδιουργίας του. Ενόμιζεν άλλως το οποίον ήτο και ορθόν, ότι ουδέποτε ο Αλκιβιάδης θα επετύγχανε την ανάκλησίν του παρά των ολιγαρχικών. Περιπλεχθείς δε άπαξ εις τον κίνδυνον, έδειξε μεγίστην σταθερότητα.

Ειμπορώ να πείσω τους ομοθρήσκους μου, όχι σας, είπε τολμηρώς η Αϊμά. — Πώς είπες; εψιθύρισεν η ηγουμένη, εκπλαγείσα, πόθεν εγίνωσκεν η νέα να κάμνη τοιαύτην διάκρισιν. — Δεν ανήκομεν εις την ιδίαν θρησκείαν, επανέλαβεν η Αϊμά. Και σας λέγω κ' εγώ, ότι δεν ειξεύρω αν είσθε βαπτισμένοι ή αβάπτιστοι. — Σιώπα, αυθάδης! έκραξεν αγανακτούσα η ηγουμένη. — Μη σας κακοφαίνεται διόλου.

Ουδέν πλέον εγίνωσκεν ο φρουρός, αλλ' υπεσχέθη ότι, αν εμάνθανέ τι, έμελλε να τω το ανακοινώση. Παρήλθον δύο ή τρεις ημέραι. Ο Μάχτος επεσκέπετο καθ' εκάστην τον στρατιωτικόν σταθμόν. Εν δε τω χαλκείω κατήφεια και θλίψις επεκράτει. Ο Πρωτόγυφτος είχε γείνει άφαντος. Η μαστόρισσα ήτο απαρηγόρητος διά την αφάνειαν ταύτην, ως και διά την αναχώρησιν της Αϊμάς, ης δεν ενόει το κέρδος και τον σκοπόν.

Διότι εγίνωσκεν ότι ο κύριός του είχε προ πολλού διακόψει πάσαν προς τους μοναχούς σχέσιν και ήτο η πρώτη φορά, καθ' ην ετόλμα άνθρωπος φορών ράσον να παρουσιασθή όπως ζητήση συνέντευξιν μετά του Πλήθωνος. — Και τι τον θέλεις; ηρώτησεν ο Θεόδωρος αποτόμως. — Θέλω να τω ωμιλήσω, απήντησε μετά συστολής ο ξένος. — Τι έχεις να το είπης; Ο ξένος εκίνησε τους ώμους.

Διό ουδέν παράδοξον αν και οι περί τον Διάκον κατεστράφησαν. Παράδοξος και ακατανόητος είναι η μέχρι τέλους ακλόνητος επιμονή του ήρωος και η απόφασις αυτού ν' αποθάνη αφού εγίνωσκεν ότι περιττή απέβαινεν η θυσία και αφού συνησθάνετο βεβαίως ότι αναγκαία ήτο προς την πατρίδα η ζωή του.

Θεωρούντες τα σώματα και τα χρήματα ομοίως εφήμερα, δεν εσκέπτοντο άλλο ειμή πώς να απολαύσουν και να ευχαριστήσουν τας ορέξεις των. Ουδείς ήτο πρόθυμος να επιδοθή εις κοπιαστικήν εργασίαν, διότι ουδείς εγίνωσκεν αν θα έζη διά να κατορθώση ταύτην. Ό,τι ήτο γνωστόν ως ευχάριστον και ως παρέχον πολλά κέρδη, τούτο κατέστη καλόν και χρήσιμον.

Αλλά τις εγίνωσκεν ότι η υστεραία έμελλε να είνε τοιούτων γεγονότων πρόξενος; Τις ηδύνατο να προείπη ότι έμελλεν αύτη να σημειωθή διά μελανών γραμμάτων εις τας δέλτους της ιστορίας; Τις ηδύνατο; Και όμως αν θεωρήσωμεν ανεπίδεκτον πάσης αμφιλογίας την αξιοπιστίαν των συγχρόνων παραδόσεων και χρονικών προεσημάνθη η ημέρα αύτη, ουχί βεβαίως παρά των ανθρώπων.

Ότε δε αφυπνίσθη, άνθρωπός τις ενεφανίσθη ενώπιον αυτού. Τους χαρακτήρας του ανθρώπου τούτου ανεγνώριζεν ο Μάχτος, αλλά το όνομά του δεν εγίνωσκεν, ουδ' ανεμιμνήσκετο πού τον είχεν ιδεί. Ήτο δε ούτος ο Τρανταχτής, ο φίλος του Σκούντα, και γνώριμος ημών εκ του καπηλείου του Κατούνα. — Φίλε μου, τω είπε, δουλεύεις τώρα εδώ, ή όχι;

Εις το βάθος από το έν μέρος κάτωθεν Αυτού, έκειτο η Αγία Πόλις, ήτις από πολλού είχε καταστή πόρνη, και ήτις τώρα, την ημέραν ταύτην, την τελευταίαν μεγάλην ημέραν της επιγείου διακονίας Του, είχεν αποδείξει οριστικώς, ότι «ουκ εγίνωσκεν καιρόν επισκέψεως αυτής». Παρά τους πόδας του έκειντο αι κλιτύες των Ελαιών και του κήπου της Γεθσημανή.