United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ου μόνον κατά των λίθων επέδειξαν τον χριστιανικόν ζήλον των οι ακάματοι εκείνοι ειδωλοκλάσται, αλλά και κατά των δυστυχών εκείνων, όσους υπώπτευον εμμένοντας εις των πατέρων των την θρησκείαν.

Εις την ανωτέρω μακράν επιθεώρησιν πάντων των απ' αρχής κόσμου μέχρι σήμερον σατυρογράφων παρατηρήσατε, παρακαλώ, κ. εκδότα, ότι δεν σας ανέφερα ουδέν ύποπτον ή δύσφημον όνομα, ούτε τον Μεούρσιον, ούτε τον Αρετίνον, ούτε τον Παρνύ, ούτε τον Καζανόβαν αλλ' απεναντίας εξ εκάστης χώρας και εποχής τους κορυφαίους, τον Λουκιανόν, τον ιερόν Αυγουστίνον, τον Αριόστον, τον Σαίξπηρ, τον Μολιέρον, τον Στέρνην τον Μοντέσκιον, τον Γκαίτε και όσους άλλους ολόκληρος η ανθρωπότης σέβεται και θαυμάζει· παρατηρήσατε ακόμη ότι εις την ένδοξον ταύτην χορείαν ουδεμία ως προς την ελευθερίαν της εκφράσεως εξαίρεσις υπάρχει, αλλ' ο περί αυτής κανών εθεωρήθη ως απαράβατος υπό ανδρών, οίτινες έζησαν εις διαφόρους εποχάς και απέχοντας τόπους, χωριζόμενοι απ’ αλλήλων υπό ωκεανών και αιώνων, διαφέροντες κατά την θρησκείαν, τα ήθη, τα έθιμα, και την γλώσσαν και κατά τούτο συμφωνούντες.

Διενοείτο δε ότι, επειδή ήτο Κυριακή, οι χριστιανοί θα ήσαν εις την λειτουργίαν, και θα προσηύχοντο. Αύτη δεν είξευρε να δεηθή, διότι δεν την είχον διδάξει καμμίαν θρησκείαν. Και όμως πολλάκις ησθάνετο την ανάγκην να ψιθυρίζη αυτοσχεδίους δεήσεις. Ο γέρων απήντησε διά του συνήθους αυτώ γρυσμού, όστις αν είχεν έννοιάν τινα, θα εσήμαινε βεβαίως ότι «οι γύφτοι δεν έχουν εκκλησίαν».

Αυτός καταλαμβάνοντάς τον θαυμασμόν μου μού είπεν· βλέπω καλά, ω υιέ μου, ότι θαυμάζεσαι εις το να με θεωρής θλιμμένον και καταπονεμένον τόσον ζωντανά εις τα πάθη που σου έτυχαν· μα έξω από αυτό εγώ είμαι μιας φύσεως τόσον ευσπλαγχνικής εις τας δυστυχίας των άλλων, που δεν ημπορείς να την στοχασθής· σου ομολογώ πως εσυνέλαβα διά λόγου σου ευθύς που σε είδα μιαν μεγαλωτάτην αγάπην, με όλον που δεν είσαι από την θρησκείαν μου· είμαι διαπερασμένος εις την καρδίαν και τετρωμένος διά τες δυστυχίες που σου εσυνέβηκαν, τες οποίες οπόταν τες διηγηθής του πατρός σου, είμαι βέβαιος πως δεν θέλει συντριβή η καρδία του περισσότερον από την ιδικήν μου.

Ο Μανώλης, αν εγνώριζεν από την θρησκείαν ελάχιστα πράγματα, από την ιστορίαν όμως εγνώριζεν αρκετά, ώστε να εννοή αυτά τα αισθήματα, τα οποία άλλως ήσαν εις το αίμα του, όπως ήσαν εις το αίμα όλων των Κρητών. Με το γάλα της μητρός του είχε θηλάσει το μίσος και την εκδίκησιν κατά των Τούρκων. Αλλά τόση ήτο η συγκίνησις και η εκθάμβωσίς του, ώστε δεν ήκουε.

Διότι εφαντάσθη ότι ήτο δυνατόν να επανορθώση θεσμούς και ήδη ταφέντα εσαεί και κείμενα υπό την σεσωρευμένην σκωρίαν του χρόνου. Ο Γεώργιος Γεμιστός επεθύμει ουδέν ήττον ή να επανιδρύση εις την Ελλάδα την αρχαίαν θρησκείαν, την λατρείαν του Διός, της Ήρας, της Αθηνάς, της Αφροδίτης και των άλλων της αρχαιότητος θεών.

Θέλεις μίαν ημέραν να υπάγωμεν να κατοικήσωμεν εις ακροθαλασσιάν, αγάπη μου, μακράν της Ρώμης; Έχω εις την Σικελίαν έν κτήμα μετά δάσους αμυγδαλεών, αι οποίαι την άνοιξιν καλύπτονται από ασπροκόκκινα άνθη. Εκεί θα σε αγαπώ, εκεί θα πρεσβεύω την θρησκείαν εκείνην, την οποίαν ο Παύλος θα με διδάξη. » Γνωρίζω ήδη ότι δεν εναντιούται εις τον έρωτα και εις την ευτυχίαν.

Ειμπορώ να πείσω τους ομοθρήσκους μου, όχι σας, είπε τολμηρώς η Αϊμά. — Πώς είπες; εψιθύρισεν η ηγουμένη, εκπλαγείσα, πόθεν εγίνωσκεν η νέα να κάμνη τοιαύτην διάκρισιν. — Δεν ανήκομεν εις την ιδίαν θρησκείαν, επανέλαβεν η Αϊμά. Και σας λέγω κ' εγώ, ότι δεν ειξεύρω αν είσθε βαπτισμένοι ή αβάπτιστοι. — Σιώπα, αυθάδης! έκραξεν αγανακτούσα η ηγουμένη. — Μη σας κακοφαίνεται διόλου.

Εις την φοβεράν περιέργειαν του Καπετάνιου προσετίθετο ήδη άλλη φοβερωτέρα, ποίος να είνε αυτός ο γέρων χόντζας, ο γνωρίζων την γλώσσαν του, ο γνωρίζων την θρησκείαν του. — Ο παπάς ολόχρυσος, μαρμαρωμένος, εξηκολούθησεν ο γέρων, μετά της αυτής προφυλάξεως. Ο διάκος ολόχρυσος, μαρμαρωμένος. Δεξιά ο πρωτοψάλτης μαρμαρωμένος εις το στασίδι του, αριστερά ο λαμπαδάριος μαρμαρωμένος εις το στασίδι του.

Ο Ιμάμης του μετζιτίου βλέποντάς τον μίαν ημέραν τον εξέταξεν επάνω εις την θρησκείαν, και ευρίσκοντάς τον ότι ήτο Μουσουλμάνος, του εδιώρισε δύο ψωμιά την ημέραν, με τα οποία αυτός εζούσε πολλά ευχαριστημένος.