United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις δε τα βαθέα κοιλώματα του Γωρ έκειντο τα μυστηριώδη ύδατα της θαλάσσης του Λωτ, και πανταχόθεν εφαίνοντο δείγματα της οργής του Θεού και της αμαρτίας του ανθρώπου. Και ο δύων ήλιος της επιγείου ζωής του έρριπτε βαθυτέρας και σκοτεινοτέρας αποχρώσεις καθ' όλην την σκηνήν της επιγείου αποδημίας του.

Διάφορα μέρη του θαλάμου ήσαν επιστρωμένα διά σπανίων ανατολικών σοφάδων, πολλαχού δε έκειντο λυχνίαι ανατολικού ρυθμού· η νυμφική κλίνη κατά τον ινδικόν ρυθμόν, χαμηλή και εκ γεγλυμμένου ξύλου εβένου, έφερεν ύπερθεν καταπέτασμα, όμοιον προς νεκρικήν σινδόνην.

Τα σώματα των αποθνησκόντων έκειντο νεκρά τα μεν επί των δε, και πολλοί ημιθανείς εκυλίοντο εις τας οδούς και πλησίον εις τας κρήνας απάσας, κυριευόμενοι υπό φλογέρας δίψης· και τα ιερά δε εντός των οποίων κατεσκήνουν ήσαν πλήρη νεκρών, εκεί μέσα αποθνησκόντων των ανθρώπων· διότι ένεκα του υπερβάλλοντος κακού μη ηξεύροντες τι θα γίνουν απώλεσαν τον σεβασμόν προς τα ιερά και τα όσια.

Με τον ένα βραχίονα ο Ατακίνος την εσκέπαζε με τον ίδιον μανδύαν του, οπότε τρομεροί δάκτυλοι, ως λαβίδες, τον ήρπασαν από τον τράχηλον επί του κρανίου του ηκούσθη κτύπημα ροπάλου και κατέπεσε νεκρός. Οι δούλοι έκειντο οι πλείστοι κατά γης ή έφευγον προσκρούοντες εις τας γωνίας των τοίχων. Το φορείον θραυσθέν εις την συμπλοκήν, έγεινε συντρίμματα.

Είναι δε πιθανόν ότι ο Πανδίων δι' αμοιβαίαν ωφέλειαν αποκατέστησε την θυγατέρα του εις γείτονα μάλλον τόπον ή εις τας Οδρύσας, αι οποίαι έκειντο πολλάς ημέρας μακράν. Ο δε Τήρης, του οποίου και αυτό το όνομα είναι διάφορον του Τηρέως, υπήρξε πρώτος ισχυρός βασιλεύς των Οδρυσών.

Απειράριθμα έντομα, ιδίως πεταλούδες και μέλισσαι έκειντο σωρηδόν νεκρά επάνω εις την έκτασιν της χιόνος· είχον τολμήσει τόσον υψηλά, ή ο άνεμος τα έφερε τόσον υψηλά, μέχρις ότου εξέπνευσαν εις το ψύχος.

Ότε δ' ευρίσκετο εις τον τρίτον και τελευταίον ύπνον, τον αφύπνισεν αποτόμως ο θόρυβος της συμπλοκής. Ο Πρωτόγυφτος ηγέρθη, έτριψε τους οφθαλμούς, επλησίασεν εις την θύραν και διασκελίσας τους δύο παλαίοντας, οίτινες έκειντο ο έτερος επί του ετέρου αποφράττοντες την είσοδον, εξήλθεν. Είδε τότε ορθίαν ενώπιον αυτού την Αϊμάν. Την ανεγνώρισε δε σχεδόν εξ ορμεμφύτου.

Κογχύλια παμμέγιστα με το επίπτυγμα αυτών πρασινοκίτρινον ως χρυσούν νόμισμα επικολλημένον, πεταλίδες ως μικρά πιατάκια, αι βραχωταί, αι οποίαι ψήνονται εις την ανθρακιάν, μία-μία, θαύμα ιδέσθαι και πάγκαλαι φαγείν, μίδια τα ιώδη και ιόχροα με τα θαλάσσια βρύα κρεμάμενα από της άκρας ως ξανθοί κροσσοί, αι λευκοπόρφυροι ως παρθενικά χείλη καλόγνωμαι, αίτινες ροφώνται ως το φίλημα, αι μυστικαί φούσκαι, ασκίδια πλήρη θαλασσινής ευωδίας, καρκίνοι με τεθραυσμένους τους πόδας ακίνητοι, και πάγουροι τετράγωνοι ως μία παλάμη, πληγωμένοι διά της αιχμηράς μαχαίρας, με συντετριμμένα τ' απειλητικά αυτών στόματα, όλα ταύτα έκειντο εν τη πήρα.

Τέλος δε πολλά πτώματα έκειντο ήδη εντός του ποταμού, τα μεν επί των δε, και ο στρατός είχε καταστραφή, μέρος μεν εις τας όχθας, μέρος δε υπό των ιππέων, ότε ο Νικίας μετέβη προς τον Γύλιππον, εις αυτόν μάλλον ή εις τους Συρακουσίους εμπιστευόμενος, και παρέδωκε τον εαυτόν του εις την διάκρισιν του στρατηγού εκείνου και των Λακεδαιμονίων, παρακαλών αυτούς μόνον να παύσουν την σφαγήν.

Εις το βάθος από το έν μέρος κάτωθεν Αυτού, έκειτο η Αγία Πόλις, ήτις από πολλού είχε καταστή πόρνη, και ήτις τώρα, την ημέραν ταύτην, την τελευταίαν μεγάλην ημέραν της επιγείου διακονίας Του, είχεν αποδείξει οριστικώς, ότι «ουκ εγίνωσκεν καιρόν επισκέψεως αυτής». Παρά τους πόδας του έκειντο αι κλιτύες των Ελαιών και του κήπου της Γεθσημανή.