Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Ήτο γαλήνη εντελής· η θάλασσα μάρμαρο, λάδι, όπως λέγουν οι θαλασσινοί· εμάγευεν η θέα του ομαλού εκείνου καθρέπτου, οπού εδείκνυεν όλους τους θησαυρούς του πυθμένος του, σαν να σου έλεγε· «Εμπιστεύσου εις εμέ αμέριμνος.» Και τα κοχλίδια τ' ασπρογάλαζα εις το βάθος και τα ψαράκια τα πολυειδή και πολύχρωμα, όπου έτρεχαν εδώ κ' εκεί με χάρι, σχίζοντα τα διαμαντένια νερά, και τα φύκη και τα βρύα και τα ζωόφυτα και τα όστρακα, όλα ήσαν μία χαρά, την οποίαν οι επιβάται της βάρκας εξεδείλουν θορυβωδέστατα.
Τέλος έφθασεν εις του Πουλιού τη Βρύσι, όπως την είχεν ονομάσει ο Καμπαναχμάκης. Ήτο μία πηγή επάνω εις υψηλόν βράχον, επί του οποίου εσχηματίζετο μικρόν ολισθηρόν οροπέδιον από χώμα, γεμάτον από βρύα και άλλα υγρά χόρτα, τα οποία εφαίνοντο ως να έπλεον εις το νερόν. Η Φραγκογιαννού επάτει καλά να μη γλυστρήση και πέση.
Επήρε και η Φουλίτσα το ιδικόν της σακκίον, επέρασεν εις το χέρι της και το καλαθάκι και κατέβαινε, σπεύδουσα, το σκιερόν ρεύμα, μαύρον από τους θάμνους των πρίνων και σχοίνων. Όπισθέν των, εις τα βάτα και βρύα της ξηροκρήνης, ηκούσθη συρμός και πατήματα βιαστικά και βαρέα και θρους προστριβομένων ξηρών φύλλων.
Εμπλησθείς δικαίως περιφρονήσεως προς την ασέβειαν ταύτην, φλέγων εξ ακαθέκτου και αγίας αγανακτήσεως, ο Ιησούς, εισερχόμενος εις τον ναόν, κατεσκεύασε μαστίγιον από τα βρύα τα κείμενα επί του εδάφους· και καταρχάς απεδίωξε τα πρόβατα και τους βους, καθώς και τους οδηγούντας αυτά.
Και ήρχιζε τότε η μήτηρ, βλέπουσα τα σειόμενα βρύα υπό του ρεύματος, να διηγήται προς τας θυγατέρας τον περί Νεράιδων μύθον, καλλωπίζουσα αυτόν κομψώς διά της αφελούς φαντασίας της: — Αι Αναράιδες ήτανε ώμορφες γυναίκες, μα πολύ ώμορφες. Ψηλές, λιγνές, κάτασπρες, ροδοκόκκινες, με ξανθά μαλλιά, κ' ετραγωδούσαν εις τα ρεύματα σαν αηδόνια κ' εχόρευον ελαφρές σαν αέρας, καλή ώρα σαν εσάς.
Και το ρεύμα της Παναγίας Δομάν δεν κατεφέρετο πλέον ως πριν μετά βαθέος παφλασμού εις την βραχώδη κοιλάδα, αλλ' άμα τη ανατολή της ημέρας το νερόν έρρεε μορμυρίζον μαλακώς κυλιόμενον επάνω εις τα βρύα και εις τα αγριοσέλινα, διότι εξύπνησαν της ημέρας οι πολλοί και προσφιλείς κρότοι.
Τον δρόμον διέκοπτε, μεταξύ δύο θορυβωδών νερομύλων, υψηλόν μυλαύλακον, του οποίου τους τοίχους εκάλυπτον βρύα και θάμνοι, μεταξύ των οποίων το νερόν κατέρρεε με κελαρυσμόν απειρόφωνον. Ο Σαϊτονικολής, ακολουθούμενος υπό τον υιoύ του, διήλθε τρέχων υπό την βροχήν της αψίδος του μυλαυλάκου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν