United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι τέσσαρες λόγιοι είχαν προπορευθή τόσον, ώστε ο πέμπτος συνοδίτης τους έχασε, και δεν τους έβλεπε πλέον ούτε τους ήκουε. Πολύ δεν εβράδυνε να εννοήση ότι είχε χάσει τον δρόμον, και είχε στραφή, αυτός ή ο όνος του, ανατολικώτερον, προς βαθύ ρεύμα, υγρόν, σύδενδρον, σκιερόν, αναμέσον δυο υψηλών κορυφών. Εκεί ανεγνώρισε το μέρος. Ήτο το «Κρύο Πηγάδι».

Μετά δίωρον ανάβασιν επάτησαν τέλος πάντων οι τρεις προσκυνηταί επί δένδροφύτου Οροπεδίου, εις ου το κέντρον ηνοίγετο το σκιερόν σπήλαιον, όπου η ξανθή θυγάτηρ της Γεννησαρέθ έκλαυσεν επί τριάκοντα έτη τας αμαρτίας της. Εν μέσω του σπηλαίου τούτου εφαίνετο λάκκος σκαφείς εις τον βράχον υπό των δακρύων της Αγίας, ευθύς μεταμορφουμένων εις μαργαρίτας, ους διένεμεν η ερημίτις εις τους πτωχούς.

Ωχροκίτρινοι σπινθήρες ανεπήδησαν μετά φλογός εις τον σκιερόν αέρα, θλιβερόν κλάγκασμα αντήχησε και οι μονομάχοι κατέβασαν τα ξίφη των ελεεινά, κατεστραμμένα, ανίκανα διά την πάλην πλέονΈχεις τύχη, τσογλάνι!. . . εφώναξεν εμπαικτικώς ο αλβανός, ρίπτων μακράν το γιαταγάνι του. — Κι' αν δεν έχω την κερδίζω! απήντησε με αυτοπεποίθησιν ο αρματωλός. — Φαίνεσαι νηστικός, δόλιε. .

Και όταν τέλος παρεδιδόμην εις τον ύπνον, ενοούσα τότε ότι με περισσότερον τρόμον ευρισκόμην εις ένα φαντασμαγορικόν κόσμον, υπεράνω του οποίου, εις ένα ευρύν, σκιερόν και σκοτεινόν τόπον, επλανάτο κυριαρχούσα η μόνη και θλιβερά επίσκεψις των ονείρων. Από τας πολλάς παρακρούσεις που μου ήρχοντο εν ονείρω θα διηγηθώ μόνον μίαν.

Εισήλθον εις σύδενδρον σκιερόν ρεύμα, εις θέσιν καλουμένην «Κρύο Πηγάδι», γείτονα των «Τριών Σταυρών», όπου το παμπάλαιον φρέαρ είνε στοιχειωμένον, και παρά το χείλος αυτού ουχί σπανίως εξέρχονται φαντάσματα, συν τοις άλλοις είς αράπης με την τσιμπούκα, ουχί άραψ μελαψός, όπως αυτοί, αλλ' αιθίοψ παμμέλας, ως εξ εβένου.

Επήρε και η Φουλίτσα το ιδικόν της σακκίον, επέρασεν εις το χέρι της και το καλαθάκι και κατέβαινε, σπεύδουσα, το σκιερόν ρεύμα, μαύρον από τους θάμνους των πρίνων και σχοίνων. Όπισθέν των, εις τα βάτα και βρύα της ξηροκρήνης, ηκούσθη συρμός και πατήματα βιαστικά και βαρέα και θρους προστριβομένων ξηρών φύλλων.

Νησάκι κατάφυτον, σκιερόν νησάκι, νησάκι εύμορφον. Και τώρα ακόμη, θαρρώ πως δεν υπάρχει άλλο ευμορφότερον. Μακρόθεν, φαίνεται σαν ψεύτικο. Σαν θαλασσογραφία. Από κοντά, φαίνεται σαν αληθινό. Σαν ζωντανό. Νησάκι με ψυχήν, με πνοήν, με μάτια, με στόμα νησάκι. Όποιος είναι επάνω, θαρρεί πώς είναι εις τον Παράδεισον.

Επί τινα καιρόν το πλοίον μας ηκολούθει το ρεύμα του ποταμού• έπειτα δε εισήλθαμεν εις το έλος και την λίμνην, όπου ο Ευφράτης χύνεται• αφού δε επεράσαμεν και την λίμνην εφθάσαμεν εις μέρος έρημον, δασώδες και σκιερόν, όπου απεβιβάσθημεν. Ο Μιθροβαρζάνης προηγείτο. Εσκάψαμεν δε λάκκον, εσφάξαμεν τα πρόβατα και εκάμαμεν σπονδάς χύνοντες γύρω εις τον λάκκον το αίμα.

Καταφεύγουν εις σκιερόν μέρος του Ιλισού αφιερωμένον εις τας Νύμφας. Διαβάζεται ο λόγος του Λυσίου, του οποίου η υπόθεσις είναι ότι &ο αγαπώμενος πρέπει να ευνοή όχι τον εραστήν του, αλλά τον μη εραστήν&. Εις τον Σωκράτην δεν αρέσκει ο λόγος ως προς το ρητορικόν μέρος.

Ο τελωνοφύλαξ βέβαιος πλέον ότι θα συλλάβη τα λαθραία, εισέδυ υπό τινα σκιερόν του βράχου θάμνον και παρεφύλαττε την τελευταίαν ταύτην λέμβον, ήτις ήτο και μεγαλειτέρα. — Αν δεν ήσαν λαθραία, είπε μετά πεποιθήσεως, θα πήγαινετη σκάλα. Διότι πραγματικώς η λέμβος προσήγγισεν εις το απώτερον του ορμίσκου μέρος, όπερ περιφρασσόμενον υπό τίνων σχοίνων, ήτο σκοτεινόν και απρόσιτον.