United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύψωσε μετά τρόμου τους οφθαλμούς, αλλά δεν επρόλαβε να αναγνωρίση τον Μάχτον. Η λυχνία πεσούσα εκ της κόγχης, εφ' ης έκειτο, συνετρίβη, και σκότος βαθύ κατέστη εντός του σπηλαίου. «Θάρρος», έκραξεν ο Μάχτος, τείνων την χείρα. Εγώ είμαι, Αϊμά!» Η νεάνις απήντησε διά βαθέος στεναγμού, «Θάρρος», επανέλαβεν ο Μάχτος. Αλλ' η κόρη είχε χάσει τας αισθήσεις της και ελιποθύμησεν.

Ο Ιουστίνος ο απολογητής, όστις εγνώριζε κάλλιστα την Παλαιστίνην, και όστις έζησεν ένα σχεδόν αιώνα μετά την εποχήν του Χριστού, τοποθετεί την σκηνήν της γεννήσεως εντός σπηλαίου.

Κοντεύεις εσύ να το πάθης, που είσαι άλλης λογής ζωντίμι. Εν τούτοις ο κύων εξακολουθεί να ολολύζη. Ολίγος χρόνος παρήλθεν εισέτι, και η θύρα του σπηλαίου ηνοίχθη αιφνιδίως. — Τι είνε, Θεόδωρε; έκραξε μετά μεμπτικού τόνου ο Πλήθων. Αι θρηνώδεις φωναί του κυνός ήσαν τόσον διάτοροι, ώστε αντήχησαν έσω του άντρου, και ο Πλήθων δεν ηδυνήθη να υπομείνη.

Η απογραφή είχε προσελκύσει τόσους ξένους εις την πόλιν, ώστε «ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι». Εντός του κρυερού σπηλαίου του αργιλλώδους λόφου, το οποίον εχρησίμευεν ως σταύλος εις το πανδοχείον, εν τω μέσω του χόρτου και των αχύρων με τα οποία είχε στρωθή το έδαφος διά να τρώγουν τα ζώα, εν τη από της μακράς οδοιπορίας εξαντλήσει μακράν από το σπήτι των, εν τω μέσω ξένων, εν τη παγετώδει χειμερινή νυκτί, — υπό περιστάσεις καθ' ας έλειπε πάσα άνεσις και πάσα περιποίησις μέχρι τοιούτου βαθμού, ώστε είνε αδύνατον να φαντασθή τις ταπεινοτέραν γέννησηετέχθη ο Υιός του ανθρώπου!

Εκεί δε απηυδηκώς και εκλελυμένος υπό των παθημάτων απεκοιμήθη μέχρι της πρωίας. Αλλ' ότε αφυπνίσθη δεν ευρέθη πλέον εις το αυτό μέρος. Ήτο εντός σπηλαίου τινός. Εκ της οροφής εκρέμαντο σταλακτίται λάμποντες υπό των ακτίνων του ηλίου, εισερχομένων διά στενής θύρας, αι δε πλευραί του άντρου ήσαν κεκοσμημέναι με μαργαρίτας, πορφύρας και κοράλια.

Οι ελθόντες εις την εορτήν ήσαν πλείονες, περί τους είκοσιν. Ο δε Πλήθων αυτός εφαίνετο φαιδρός, ως να είχε κερδήσει τι. Αρτίως είχε κλεισθή η θύρα του σπηλαίου και οι μεμυημένοι είχον αποχωρήσει εις τα έσω αυτού. Ο δε Θεόδωρος εκάθητο έξωθεν, θεωρών μακρόθεν την θύραν. Ήτο δε ώρα περί δυσμάς ηλίου.

Πλήρης χαράς, πλήρης υπερηφανείας, ως άνθρωπος, όστις έχει τα μέσα να επιβληθή και να κατασταθή σεβαστός εις τους άλλους, εξήλθε θριαμβεύων του σπηλαίου.

Τούτο προέρχεται εκ του ηπίου και αγαθού χαρακτήρος του, αν και αι κακαί γλώσσαι λέγουν ότι είνε φύσει δειλός. Μ' όλα ταύτα παρασυρθείς, φαίνεται υπό των άλλων μηνών και υπό του πάθους του, εφιλοδώρησε και αυτός ολίγα γρονθοκοπήματα εις τον Μάρτην. Αλλά μόλις εξήλθον του σπηλαίου οι μήνες, ήρχισαν να σκέπτωνται τα επακόλουθα της πράξεώς των εκείνης.

Τα μυρισμένα χείλη Της ημέρας φιλούσι Το αναπαυμένον μέτωπον Της οικουμένης· φεύγουσιν Όνειρα, σκότος. Ύπνος, σιγή· και πάλιν Τα χωράφια, την θάλασσαν, Τον αέρα γεμίζουσι Και τας πόλεις με κρότον, Ποίμνια και λύραι. Εις του σπηλαίου το στόμα Ιδού προβαίνει ο μέγας Λέων, τον φοβερόν Λαιμόν τετριχωμένον Βρέμων τινάζει.

Το έμπα του Σπηλαίου ανοίγει, και φαίνονται ο ΦΕΡΔΙΝΑΝΔΟΣ και η ΜΙΡΑΝΤΑ, που παίζουν τους πεσσούς. ΜΙΡ. Γλυκέ μου φίλε, με γελάς. ΦΕΡΔΙΝ. Όχι, ακριβή μου αγάπη, δεν θα το έκανα για όλα τα καλά του κόσμου. ΜΙΡ. Ναι, αν ήτον για κάμποσα βασίλεια, ας μ' ελάθευες, σου έλεγα ότι παίζεις τίμια.