Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Έφ' όσον δεν πρόκειται περί αργύρου ή χρυσού είνε φίλοι• εάν δε κανείς και μόνον οβολόν επιδείξη, η ειρήνη παύει, αι συνθήκαι ακυρούνται, τα βιβλία εξαφανίζονται και η αρετή φεύγει. Συμβαίνει εις αυτούς ό,τι και εις τους σκύλους• όταν εις το μέσον αυτών ριφθή κόκαλον αναπηδούν και αλληλοδαγκώνονται και όλοι γαυγίζουν εκείνον ο οποίος επρόλαβε και ήρπασε το κόκαλον.

Ύψωσε μετά τρόμου τους οφθαλμούς, αλλά δεν επρόλαβε να αναγνωρίση τον Μάχτον. Η λυχνία πεσούσα εκ της κόγχης, εφ' ης έκειτο, συνετρίβη, και σκότος βαθύ κατέστη εντός του σπηλαίου. «Θάρρος», έκραξεν ο Μάχτος, τείνων την χείρα. Εγώ είμαι, Αϊμά!» Η νεάνις απήντησε διά βαθέος στεναγμού, «Θάρρος», επανέλαβεν ο Μάχτος. Αλλ' η κόρη είχε χάσει τας αισθήσεις της και ελιποθύμησεν.

Αυτή όμως με την συνδρομήν και της Ηδονής, ήτις συνήθως συνεργάζεται με αυτήν, επρόλαβε και τον ήρπασε όταν ακόμη ήτο νέος και τρυφερός και τον διέφθειρε τον δυστυχή με νυκτερινάς διασκεδάσεις και εταίρας, ούτως ώστε έχασε σχεδόν εξ ολοκλήρου την εντροπήν. Εκείνα τα οποία προ μικρού ενόμιζεν ότι έλεγεν υπέρ εαυτής, μάλλον υπέρ εμού πρέπει να τα θεωρήσετε ως λεχθέντα.

ΠΡΙΓΚΗΨ Αυτόν εδώ που κείτεται τον 'σκότωσ' ο Ρωμαίος, και τούτος τον Μερκούτιον — κ' εμένα ποίος τώρα θα μου πληρώση την τιμήν του αίματος που κλαίω; ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Όχι εκείνος, ο πιστός του Μερκουτίου φίλος. Αν ο Ρωμαίος την ζωήν επήρε του Τυβάλτη και έπταισε, το πταίσμα του επρόλαβε τον νόμον. ΠΡΙΓΚΗΨ Τον εξορίζω απ' εδώ διά το πταίσμα τούτο.

Αλλ' ο Σαϊτονικολής, απωθήσας την σύζυγόν του, τον επρόφθασε, πριν να διασκελίση το κατώφλιον, και του κατέφερε δυνατόν κτύπημα. Αλλ' η Ρηγινιώ επρόλαβε πάλιν και τον εκράτησεν αναφωνούσα: «Για όνομα του Θεού, Νικολιό, το παιδί σου θα σκοτώσηςΚαι ούτω έδωκε καιρόν εις τον Μανώλην να σωθή από την πατρικήν οργήν. Ο Μανώλης κατέφυγεν εις το καφενείον του, διά να κοιμηθή εκεί.

Την στιγμήν αυτήν της εκτελέσεως, κάποιος από την παρέαν επρόβαλλε την ιδέαν να μεταχειρισθούν και φτερά· αλλ' η ιδέα αυτή απεκρούσθη διαρρήδην από τον νάνον, ο οποίος επρόλαβε να καταδείξη εις τα οκτώ πρόσωπα με αδρά επιχειρήματα ότι το δέρμα του ουραγγουτάγκου δύναται να το απομιμηθή ακριβέστερον μεταχειριζόμενος λινόν. Συνεπώς ένα στρώμα από λινάτσα ετέθη επάνω εις το κατράμι.

Εν τούτοις, οφθαλμοφανώς, η σκαμπαβία εκέρδιζε δρόμον επί της βαρκούλας. Έτρεξαν ακόμη, έτρεξαν πολύ, και πάντοτε, η σκαμπαβία εκέρδιζε δρόμον, και πάντοτε πλησιεστέρα εφαίνετο, εωσότου η απόστασις, η χωρίζουσα ακόμη την βαρκούλαν από της παραλίας, ήτο ήδη μικρά, ελαχίστη, και όσον και αν έτρεχε, η σκαμπαβία, ο Μαθιός επρόλαβε κ' έρριψε την βαρκούλαν μεθ' ορμής εις τα ρηχά, επί της άμμου.

Αλλ' ο Σαϊτονικολής δεν τον αφήκε να τελειώση την φράσιν. Ανεπήδησεν εκμανής. Και αρπάσας χονδρόν ξύλον, ώρμησε κατ' αυτού. Αλλ' η Ρηγινιώ επρόλαβε και ετέθη ολοφυρόμενη μεταξύ αυτών· ριφθείσα δε εις τον τράχηλον του συζύγου, τον εξώρκιζε να μη του συνερίζεται. Ο δε Μανώλης, όστις είχεν εγερθή και προχωρήση προς την θύραν, είπε: — Δεν την παίρνω 'γώ τη μουστακάτη κι' ό,τι θες κάνε.

Εγύρεψε πάλιν διά να του φέρουν και άλλα διά να φάγη ακόμη· ένας από τους ναύτας μη υποφέροντάς την αδιακρισίαν εκείνου του ασχήμου ανθρώπου, θυμωθείς επήρε ένα ξύλον διά να τον κτυπήση. Μα ο άγριος απεικάζοντάς τον επρόλαβε, και πιάνοντάς τον από τες πλάτες τον έκαμε κομμάτια με τους όνυχάς του.

ΜΑΚΒΕΘ Μολυσμένος απ' όπου κι' αν επέρασαν να μείνη ο αέρας, και όποιος ταις πιστεύεται αναθεματισμένος! — Μ' εφάνηκε να ήκουσα ποδόκτυπον αλόγων. Ποιος ήλθε; ΛΕΝΩΞ Ήλθαν δύο τρεις την είδησιν να φέρουν, ότι επήγεν ο Μακδώφ κρυφά εις την Αγγλίαν. ΜΑΚΒΕΘ Εις την Αγγλίαν; ...ο Μακδώφ! ΛΕΝΩΞ Ναι, σεβαστέ αυθέντα. ΜΑΚΒΕΘ Α! Ο Καιρός επρόλαβε τα κατορθώματά μου!

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν