Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Αλλ' ο Σαϊτονικολής, απωθήσας την σύζυγόν του, τον επρόφθασε, πριν να διασκελίση το κατώφλιον, και του κατέφερε δυνατόν κτύπημα. Αλλ' η Ρηγινιώ επρόλαβε πάλιν και τον εκράτησεν αναφωνούσα: «Για όνομα του Θεού, Νικολιό, το παιδί σου θα σκοτώσης!» Και ούτω έδωκε καιρόν εις τον Μανώλην να σωθή από την πατρικήν οργήν. Ο Μανώλης κατέφυγεν εις το καφενείον του, διά να κοιμηθή εκεί.
Μη οργίζου, αν σε αποκαλώ θεσπεσίαν μου: εάν μου το απαγορεύσης, θα υπακούσω εις σε, αλλά σήμερον δεν ηξεύρω ακόμη να σε αποκαλέσω άλλως. Σε ασπάζομαι από το κατώφλιον της μελλούσης κατοικίας σου. » Σε ασπάζομαι εξ όλης της ψυχής μου.» Βινίκιος
— Ναι· απόψε θα πλέξη το μουσχάρι 'ς το αίμα· τ' έχει να γένη ένας θεός το ξέρει. . . Οι καπεταναρέοι γροικήθηκαν με τον Καραϊσκάκη και θα πέση μαζή μας 'ς το χορό. . . Έλα, πώχεις τάρματα; Ο Ζάχος εν βία διεσκέλισε το κατώφλιον και εισήλθε πρώτος εις τον οικίσκον. Τα παλληκάρια σπανίως απεχωρίζοντο των όπλων των.
Αλλά δεν βλέπω εκείνην. Άλλη μορφή ωραία, μορφή λατρευτή, μου φαίνεται καθημένη εκεί, εις το κατώφλιον της θύρας. Φαντάζομαι ότι βλέπω την σύζυγόν μου θηλάζουσαν εις την μητρικήν της αγκάλην το τέκνον μας.
Σπρώχνοντας η μεγάλη την μικρή την έρριξε μέσα στο νερό, και πιάνοντας η μικρή την μεγάλη, κατά πως φαίνεται, την ετράβηξε μαζύ της μέσ' τη στέρνα». Ταύτα εξέφερε μάλλον ως συμπερασμούς η ανακρινομένη· διότι μόλις επάτησε το κατώφλιον της θύρας, έλεγε, κι' άκουσε ένα &μπλουμ&! και δεν επρόφθασε να προλάβη την καταστροφήν, μόνον επήρε «μεγάλη τρομάρα». Ο παρεπίδημων ιατρός, κ.
«Η Ψαριανή γειτόνισσά μου κάθηται το εσπέρας εις το κατώφλιον της θύρας της, με το πρωτογέννητόν της εις την αγκάλην, και περιμένει τον άνδρα της. Ότε επιστρέφων εις την οικίαν μου διέρχομαι εξ ανάγκης έμπροσθέν της, με καλησπερίζει μειδιώσα και σχεδόν πάντοτε ευρίσκει τρόπον να είπη τι, ώστε να διακόψω τον δρόμον μου διά ν' αποκριθώ.
Του εφαίνετο ότι η Λίγεια αφού άπαξ υπερέβη το κατώφλιον της οικίας του Καίσαρος, ήτο οριστικώς χαμένη δι' αυτόν. Αλλ' όταν ο Άουλος επρόφερε το όνομα του Πετρωνίου, μία υποψία διέσχισεν, ως αστραπή, το πνεύμα του νεαρού στρατιώτου . . . Ο Πετρώνιος τον είχεν εμπαίξη. Ήθελε να επισύρη νέας ευνοίας προσφέρων την Λίγειαν εις τον Καίσαρα ή άλλως θα διεξεδίκει αυτήν ως ιδικήν του.
Ήμην όρθιος παραπλεύρως του μύλου. Απέναντί μου, εις μικράν απόστασιν, ήσαν δύο οικίσκοι, οι τελευταίοι του χωρίου. Ενθυμούμαι, — του ενός εξ αυτών η θύρα και τα παράθυρα ήσαν κλειστά· εις το κατώφλιον της ανοικτής θύρας του άλλου εκάθητο χωρικός υπέργηρως, με κατάλευκον γενειάδα. Εφαίνετο τυφλός.... Μεταξύ των οικίσκων υπήρχε διάστημα κενόν, διά του οποίου εφαίνετο όπισθεν πυκνός ελαιών.
Ο Βινίκιος ευρίσκετο ήδη εις το κατώφλιον του ατρίου. — Στείλε μου ειδήσεις διά τινος δούλου, έκραξεν ακόμη ο Πετρώνιος. Μείνας μόνος ήρχισε να περιπατή άνω και κάτω εντός του ατρίου, σκεπτόμενος τι έμελλε να απογίνη. Τας σκέψεις του διέκοψεν η εισελθούσα την στιγμήν εκείνην Ευνίκη.
— Λοιπόν, σας πειράζει τίποτε, να καθήσω εδωδά να τον περιμένω; Η Γιάνναινα έσεισε τους ώμους. — Ποια είναι η κάμαρή του, σας παρακαλώ; Η Γιάνναινα διά χειρονομίας της έδειξε την θύραν του δωματίου του οργανοπαίκτου. Η ξένη ελθούσα εκάθησεν εκεί, εις το κατώφλιον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν