United States or Saint Lucia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύψωσε μετά τρόμου τους οφθαλμούς, αλλά δεν επρόλαβε να αναγνωρίση τον Μάχτον. Η λυχνία πεσούσα εκ της κόγχης, εφ' ης έκειτο, συνετρίβη, και σκότος βαθύ κατέστη εντός του σπηλαίου. «Θάρρος», έκραξεν ο Μάχτος, τείνων την χείρα. Εγώ είμαι, Αϊμά!» Η νεάνις απήντησε διά βαθέος στεναγμού, «Θάρρος», επανέλαβεν ο Μάχτος. Αλλ' η κόρη είχε χάσει τας αισθήσεις της και ελιποθύμησεν.

ΕΥΝΙΚΗ. Μόλις μπορεί κανείς να ξεχωρήση. . . Πού είνε;. . . Δεν τον βλέπω. . . Κι' η λυχνία θε να σβύση. ΑΓ. ΔΗΜ. Αυτή! Αυτή! Τ' ήρθες εδώ να κάνης;. . . Όχι! δε θα σ' αφίσω να πεθάνης. Κανείς αμπέλι δεν φυτεύει χωρίς απ' τον καρπό του να γυρεύη και τη δροσιά. . . ΑΓ. ΔΗΜ. Τι θες μ' αυτά να πης τα λόγια; ΕΥΝΙΚΗ. Ω! με καταλαβαίνεις.

Οι τοίχοι είνε επεστρωμένοι με τάπητας· τα υποδήματα και τα σανδάλια αφίνονται εις το κατώφλιον· από το κέντρον κρέμαται μία λυχνία, ήτις αποτελεί το μόνον κόσμημα της οικίας· εις έν ερμάριον εις τον τοίχον είνε κλεισμένον το ξύλινον κιβώτιον, το βαμμένον με ζωηρά χρώματα, εντός του οποίου φυλάσσονται τα βιβλία ή άλλα πολύτιμα κτήματα της οικογενείας· παρά την θύραν είνε τοποθετημένα τα μεγάλα κοινά δοχεία τα πήλινα και πλήρη ύδατος, με τα στόμιά των βουλωμένα από πράσινα φύλλα αρωματικών πολλάκις θάμνων, διά να διατηρήται το νερόν δροσερόν.

Το καθ' ημάς ομολογούμεν ανερυθριάστως ότι, ενώ οι « σεληνοφώτιστοι αστέρες » αι « συνιστώσαι σάρκα ψυχαί », οι « βοώντες νεκροί » και τα άλλα τοιαύτα εφόδια καθαρευόντων τινών μουσοπόλων επροξένησαν αείποτε γέλωτα, ο Θανάσης Βάγιας του Βαλαωρίτου, ο Λάμπρος του Σολωμού και ο Βρυκόλαξ του χιακού άσματος προξενούσιν απ' εναντίας νευρικόν τι ρίγος, οίον ησθανόμεθα παίδες όντες, αν τυχόν εσβύνετο η λυχνία πριν κοιμηθώμεν.

Τότε ωκεανός πολυτάραχος, αλλ' αχανής, τώρα λίμνη τεθολωμένη και νεκρά ύδατα. Τότε ήλιος διαλάμπων εν μέσω πορφυροχρόων νεφελών, τώρα λυχνία ημίσβεστος, αμυδράν εκπέμπουσα λάμψιν. Υπό την έποψιν ταύτην η κατάρτισις του Ελληνικού Βασιλείου υπήρξεν αληθής δολοφονία της μεγάλης εθνικής ιδέας.

Το καταπέτασμα του ναούτο αδιαπέραστο καταπέτασμασχίζεται από πάνω ίσαμε κάτω κ' εκείνο το φοβερό απομονωτήριο, που έκλεινε τα Εβραϊκά μυστήριατη μοιραία Κιβωτό με τις τράπεζες και την Επτάφωτη λυχνίαξεσκεπάζεται κάτω από το φως υπερφυσικής φλόγας στο πλήθος που απομακρύνθη από το Θεό! »Ο Rembrandt ποτέ δεν εζωγράφισε με χρώματα αυτό το σκίτσο κ' είχε πολύ δίκηο.

Μικρά λυχνία χωματίνη, έρριπτε πενιχρόν φως εμπρός λευκού τινος πτυχωτού όγκου, ωσεί ανδρεικέλου κυρτωμένου· επί του γυμνού εδάφους εσύροντο εδώ κ' εκεί πλανώμενα βρωμερά ερπετά, των οποίων αι σκιαί εμεγεθύνοντο ή εσμικρύνοντο κατά τας κινήσεις των.

Επειδή εκινήθη μέσα εις το φέρετρον, έπεσε τούτο από την θέσιν που ήτο τοποθετημένον εις το έδαφος, όπου και συνετρίβη, και τότε συνεπώς ηδυνήθη η γυνή να εξέλθη απ' αυτού. Μία λυχνία, την οποίαν άφησαν κατά τύχην γεμάτην έλεον, ευρέθη κενή . . . . Είναι αληθές, ότι ημπορούσε να κενωθή και από εξάτμισιν.

Εις την αριστεράν γωνίαν, επί τραπέζης, λυχνία μικρά προ του Σωτήρος, εφώτιζε αμυδρώς τα αντικείμενα. Ήτο εκεί, απεναντί του, με τας χείρας τεταμένας ο Εσταυρωμένος, η προσωποποίησις της αιωνίου αγάπης! Δεξιά, επί ανακλίντρου, ο Κλέων διέκρινε κάτι, το οποίον εις την εμφάνισίν του εκινήθη . . Ήτο η σύζυγος. Ηγέρθη μετά κόπου και τρέμουσα εστάθη προ του ιατρού με την κεφαλήν προς το στήθος.

Μία κλίνη εις το άκρον, επί της οποίας κάθηται αγρυπνών ο Βλέπυρος• πλησίον του καίει λυχνία, ενώ εκ του παραθύρου διαφαίνεται το πρώτον φως της ημέρας. ΒΛΕΠΥΡΟΣ αναπηδών εν οργή. Μωρέ. . .! η Πραξαγόρα! πού ήσουνα, παρακαλώ, πού ήλθες τέτοιαν ώρα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Και τι σε μέλει, φίλε μου; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και τι με μέλει;!.., Να τη! τι κουταμάρες είν' αυτές;