United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ο Βινίκιος διέκρινε την Λίγειαν πλαγιασμένην παρά τον τοίχον επί τινος μανδύου και χωρίς να είπη λέξιν, εγονάτισε πλησίον της. Ο Ούρσος τον ανεγνώρισε τότε και είπε: — Ευλογημένον το όνομα του Χριστού! Αλλά μη την εξυπνάς, αυθέντα. Ο Βινίκιος την εθεώρει δακρύων και συγκεκινημένος.

Όταν ο Λιγειεύς ευρέθη ενώπιον του Χίλωνος, δεν τον ανεγνώρισε. Δεν τον είχεν ιδεί, ειμή άπαξ και μάλιστα νύκτα.

Είπα ότι είναι ο κηπουρός μας. ― Μου επρόσφερες την συνδρομήν σου, εξηκολούθησα, και έρχομαι να την ζητήσω. ― Τι θέλεις ; Σε είδε κανείς; Σε κυνηγούν Τούρκοι; ― Όχι, αλλά κατοικούν τον Πύργον μας Τούρκοι, και είναι σκλάβα εκεί Χριστιανή, της οποίας ο πατήρ ήτο πατρικός μου φίλος. Η κόρη με είδε, με ανεγνώρισε, μ' επεκαλέσθη και πρέπει να την σώσωμεν.

Την ιδίαν στιγμήν ήκουσε πολύ πλησίον της, αλλ' έσωθεν του φράκτου, δυνατόν γαύγυσμα σκύλου. Ανωρθώθη, και με ταχύτερον βήμα εξηκολούθησε τον δρόμον της. — «Ποιος να είναιείπε μέσα της. Ηκούσθη τότε μία φωνή βραχνή και νυσταλέα, αλλ' απότομος. — Ε! βάρδ' απ' τα περιβόλια! Ανοιχτά! . . . Ανοιχτά! Ανεγνώρισε την φωνήν του Ταμπουρά, του δραγάτη. Ενόησε τότε τι συνέβαινε.

Νέος τις, τον οποίον ο πατήρ του είχεν αποκληρώσει, εσπούδασεν ιατρικήν. Έπειτα εθεράπευσε τον πατέρα του, ο οποίος έπαθεν από παραφροσύνην και οι ιατροί τον είχον απελπίσει, ο δε πατήρ του τον ανεγνώρισε πάλιν ως υιόν του. Μετά ταύτα έπαθε και η μητρυιά του τας φρένας και ο πατήρ του τον παρεκάλεσε να την θεραπεύση και επειδή ηρνήθη, ο πατήρ του τον απεκήρυξεν εκ νέου.

Αλλ' ότε η Γυνή με είδε περιπατούντα και μαδημένον, φαίνεται δεν με ανεγνώρισε, διότι ήκουσα να λέγη προς τον συνοδόν της: — Καλέ, κύτταξε εκεί! τι ελεεινόν πράγμα που είνε, ένας πετεινός, γυμνός σαν άνθρωπος! Τότε είπον κατ' εμαυτόν: — Φαίνεται, θα ήνε πολύ ωραίον πράγμα μία γυναίκα, ντυμένη σαν πετεινός!

Ο Χίλων ενόμισεν ότι ανεγνώρισε μεταξύ αυτών τον μέγαν Απόστολον, πλησίον του οποίου εβάδιζεν είς άλλος γέρων αναστήματος πολύ βραχυτέρου, δύο ηλικιωμέναι γυναίκες και είς νέος, όστις τους εφώτιζε με φανόν. Όπισθεν της μικράς ταύτης ομάδος εβάδιζε πλήθος διακοσίων περίπου χριστιανών, μετά των οποίων ανεμίχθησαν ο Βινίκιος, ο Κρότων και ο Χίλων.

Η Μάρω ευθύς ανεγνώρισε τον σωτήρα των εκείνον όστις τα έσωσεν από τα λυσσαλέα κύματα της λίμνης.

Εκείνη την εποχή διάβαζα τέτοια διηγήματα και θυμούμαι καλά τι έκπληξη μου έκανε η περιγραφή της ηρωίδος. Έμοιαζε τόσο πολύ τη φίλη μου που επήγα το περιοδικό σ' αυτήν κι ανεγνώρισε εκεί μέσα τον εαυτό της και φάνηκε σαν να γοητεύθηκε από την ομοιότητα.

Η καρδιά της ήτον πλακωμένη και σκοτεινό σύννεφο βρισκότανε μπρος στα μάτια της. Ήταν εξήμισυ η ώρα όταν άκουσε τον Βέρθερο ν' ανεβαίνη τη σκάλα και αμέσως ανεγνώρισε το βήμα του, τη φωνή του να ρωτά για κείνη. Πόσο κτυπούσε η καρδιά της και, μπορούμε σχεδόν να πούμε, για πρώτη φορά κατά τον ερχομό του!