United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' όλοι οι θεοί θωρούσαν κι' άρχισε τότες πρώτα ο γιος ναν τους μιλάει του Κρόνου «Ω κρίμα, αγαπητό θνητό θωράω και λατρεμένο π' ομπρός στο κάστρο κυνηγούν, και μου θρηνεί η ψυχή μου τον Έχτορα, που στις κορφές της δασωμένης Ίδας 170 μπούτια 'να πλήθος μούκαιγε βοδιώνε, κι' άλλα πάλι μέσα στης Τριάς τ' ακρόκαστρο· μα τώρα ο Αχιλέας τον έχει δες! κυνήγι ομπρός στη χώρα του Πριάμου.

Ταραχή από κυνηγούς· διάφορα πνεύματα σαν λαγωνικά βγαίνουν, και τους κυνηγούν. Ο ΠΡΟΣΠΕΡΌΣ και ο ΑΡΙΕΛ παρακινούν τα λαγωνικά. ΠΡΟΣΠ. Μπρος, μπρος. ΑΡΙΕΛ. Τρέχα, τρέχα απάνω τους. ΠΡΟΣΠ. Σου, σου.

Μας βάζουν λοιπόν ζιζάνια και τρωγόμαστε με τους Αρβανίτες, τους κολακεύουν αυτούς, &τους& λεν πως είμαστε εχθροί τους και τους αναγκάζουν να μας κυνηγούν στην Ήπειρο για να μας αδυνατίσουν. Αλλά τους γέλασαν τους Αρβανίτες πως είμαστε εχθροί τους, πως δε θέλουμε να προκόψουν μήτε να φτιάσουν κι αυτοί το έθνος τους.

Σωκράτης Πού βρήκαμε, φίλε μου! καταντήσαμεν αλήθεια γελοίοι, σαν τα παιδιά που κυνηγούν τους κορυδαλούς· κάθε φορά που επιστεύαμε πως, να! θα την πιάσωμε πλέον την επιστήμην, εκείνη πάντα και μας έφευγε από μέσ' απ' τα χέρια μας.

Όταν λοιπόν φύγη το ελατήριον της φιλίας των, διαλύεται και η φιλία, διότι η φιλία ήτο σχετική με εκείνο. Ιδίως όμως εις τους γεροντοτέρους φαίνεται ότι συμβαίνει αυτό το είδος της φιλίαςδιότι οι τοιούτοι δεν επιδιώκουν το ηδονικόν αλλά το ωφέλιμοναπό δε τους ακμαίους και τους νέους συμβαίνει εις όσους κυνηγούν το συμφέρον των. Οι τοιούτοι δε δεν συναναστρέφονται καν μεταξύ των.

Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Έχει, λέει, το κουνούπι το κωλάντερο στενό, κι' ο αγέρας ίσια πάει και με βιά στον πισινό• με το νάνε στενό μέρος στο βαθούλωμα κοντά, έρχεται με βιά ο αγέρας, και ο κώλος να! βροντά! Τότ' αυτός, όπου εχώθη και του κουνουπιου κυττάει τάντερο, θα ξέρη τρόπο πώς μπορεί και να γλιστράη, σαν τον κυνηγούν για δίκη. Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Λίγη ώρα θάνε πάλι που κοψ' ένα σαμιαμύθι μιαν ιδέα του μεγάλη.

Αλλ' η σκαμπαβία απείχε τώρα από τον όρμον, προς ον έπλεε, τον τριπλούν του δρόμου όσον απείχεν η βαρκούλα. Και αν η πρώτη είχε τριπλήν δύναμη κοπών, είχεν όμως και πενταπλούν όγκον και τριπλάσιον βύθισμα. Ο Μαθιός είδεν εγκαίρως την στροφήν την οποίαν έκαμεν αιφνιδίως η σκαμπαβία, και υπέδειξε το πράγμα εις την σύντροφόν του. — Κύτταξε, είπε· μας κυνηγούν.

Παντρεύτηκε η Ζαφείρω ενός τσέλιγγα το γιο και τώρα έκανε τα Πιστρόφια στο πατρικό της· τα Πιστρόφια και τον αποχαιρετισμό. Αύριο σύναυγα το τσελιγγάτο θ' άφινε το χειμαδιό ν' ανέβη στα βουνά. Ακέριο ξάμηνο θάκανε η Μητροκούλενα για να ιδή την κόρη της. Μονάχα ξάμηνο η και περισσότερο ; ποιος το ξέρει! Μια την είχε· και τα μοναχοπαίδια τα κυνηγούν χίλια κακά. Μα και το ξάμηνο λίγο δεν είνε.

Μη κι' αυτά δεν ζουν με ό,τι εύρουν; ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΔΩΦ Καϋμένο συ πουλάκι μου! Και ούτε θα φοβήσαι παγίδα, δίκτυ, 'ξόβεργα; Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ Να φοβηθώ τι έχω; Με όλ' αυτά δεν κυνηγούν μικρά μικρά πουλάκια. — Δεν 'πέθαν' ο πατέρας μου, και ό,τι θέλεις λέγε! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΔΩΦ Απέθανε, παιδάκι μου, και πού θα εύρης άλλον; Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ Και συ, μαννούλα μου καλή, πού θαύρης άλλον άνδρα;

ΘΕΡΑΠΩΝ Τη δοξασμένη μας κυρά, την κόρη του Ερεχθέως, γυναίκες, που θα την ευρώ; Ολόκληρη την πόλι εγύρισα ζητώντας την, και όμως δεν τη βρήκα. ΧΟΡΟΣ Δούλε και συ, καθώς εμείς, τι τάχατε συμβαίνει; πως τρέχεις τόσο γρήγορα και λόγο ποιόν μας φέρνεις; ΘΕΡΑΠΩΝ Μας κυνηγούν οι άρχοντες της χώρας τη γυρεύουν να την πετροβολήσουνε. ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονο!