United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πριν ή ποιήση ο Τάσσος την εν τη εποποιία του αμίμητον εκείνην περιγραφήν της ανυδρίας, των βασάνων της δίψης και των οπτασιών παχυχλόων λειμώνων και καταλειβομένων χειμάρρων, ηφ' ων κατείχοντο εν μέσω της φλεγούσης ερήμου οι σταυροφόροι, λέγεται ότι απείχεν ύδατος επί πέντε ημέρας.

Ίσως οι δύο ούτοι φυγάδες, αν ήσαν πράγματι λησταί, να ήσαν τα τελευταία λείψανα καταστραφείσης τινός συμμορίας. Και όμως ο γηραιός ναύτης, αν εσώθη από αληθείς ληστάς, δεν εφυλάχθη όμως και από κοινούς κλέπτας. Εις μίαν άλλην ακρογιαλιάν είχε προσαρμοσθή μίαν ημέραν. Ο σταθμός ο λιμενικός, όπου ώφειλε «ν' αλλάξη τα χαρτιά του», απείχεν εκείθεν ημισείας ώρας οδόν.

Αλλ' η σκαμπαβία απείχε τώρα από τον όρμον, προς ον έπλεε, τον τριπλούν του δρόμου όσον απείχεν η βαρκούλα. Και αν η πρώτη είχε τριπλήν δύναμη κοπών, είχεν όμως και πενταπλούν όγκον και τριπλάσιον βύθισμα. Ο Μαθιός είδεν εγκαίρως την στροφήν την οποίαν έκαμεν αιφνιδίως η σκαμπαβία, και υπέδειξε το πράγμα εις την σύντροφόν του. — Κύτταξε, είπε· μας κυνηγούν.

Αλλ' ο φιλόσοφος απείχεν αυτής υπέρ τα πεντακόσια βήματα. Η Αϊμά ησθάνθη ρίγος, και τυλιχθείσα εις το περιώμιόν της έσπευσε να επανέλθη έμφοβος εις το σπήλαιον. Ήναψε τον λύχνον, διότι το σκότος επήλθεν ήδη προ της νυκτός. Φαίνεται δε ότι την ημέραν εκείνην είχε συμβή έκλειψις ηλίου. Μετ' ολίγον ήλθε και ο φιλόσοφος.

Εν τω μεταξύ είχον καθαρίσει την κονίστραν και έσκαπτον οπάς, των οποίων η τελευταία σειρά απείχεν ολίγα μόνον βήματα από της αυτοκρατορικής εξέδρας. Τα υπόγεια ηνοίχθησαν αίφνης και όλαι αι θύραι των εξεκένωσαν εις την κονίστραν πλήθη χριστιανών εντελώς γυμνών και φερόντων σταυρούς επί των ώμων των. Η άμμος έβριθε κόσμου.

Αφ' ού συνεκρούσθησαν ολίγην ώραν τα δύω σώματα, χωρίς να υπερτερήση ούτε το έν, ούτε το άλλο μέρος, οι Τούρκοι διεύθυναν έν απόσπασμα στρατιωτών διά να πιάση έν ύψωμα γης, το οποίον απείχεν εξ ίσου από αυτούς και από τους Έλληνας, εφαίνετο δε ότι έκειτο ευφυώς και εις ασφάλειαν και εις περίστασιν καταδρομής εναντίον των Ελλήνων.

Πάντα κατευόδιο, έκραξε φαιδρώς το Λιαλιώ. Ηγέρθη, και βλέπουσα τον λευκόν τοίχον του ναΐσκου του Αγίου Νικολάου στίλβοντα εις το φως της σελήνης, έκαμε τον σταυρόν της κ' επήδησε πρώτη εις την άμμον της παραλίας, βρέξασα τας πτέρνας εις το ύδωρ. Ο Μαθιός επήδησε κατόπιν της κ' εδοκίμασε να σύρη την βάρκαν. Η σκαμπαβία δεν απείχεν ήδη ή είκοσιν οργυιάς από του όρμου.

Ήρχετο τακτικά δύο φοράς την εβδομάδα από το καλυβάκι της, το οποίον απείχεν ημισείας ώρας δρόμον από την έρημον ακτήν, ήρχετο διά να επισκεφθή την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν, και τους Αγίους Αποστόλους, και τον Άγιον Νικόλαον, και όλα τα παρεκκλήσια τα κτισμένα επάνω εις τους αγρίους μονήρεις βράχους, διά ν' ανάψη τα κανδήλια και να προσευχηθή εις τους Αγίους.

Του είχεν επέλθη μία θαυμασία ιδέα, διά να τιμωρήση τον Τερερέν και τον εξευτελίση συγχρόνως ενώπιον της Πηγής. Ο ποταμός απείχεν ολίγας δεκάδας βημάτων, εγνώριζε δε ο Μανώλης ότι την ώραν εκείνην έπλυνεν εις τον ποταμόν η Πηγή. Το πράγμα του εφαίνετο ευκολώτατον. Ο ισχνός αντεραστής του δεν θα ήτο βαρύτερος από τας γρανιτικάς πέτρας τας οποίας εσήκωνε με τόσην ευκολίαν.

Είχε μέγα ενδιαφέρον να εμάνθανε τι του είπαν του Λυρίγκου οι δύο «ταχτικοί», και τι αυτός είπε. Το καλύβι του Λυρίγκου, το εγνώριζεν, ήτον επάνω στην ράχην, όπισθεν του βουνού, και απείχεν ως είκοσι λεπτά της ώρας. Τώρα, βέβαια, ο Λυρίγκος θα είχε μάθη το διατί αυτή κατεδιώκετο να συλληφθή, και διά ποίαν πράξιν κατηγορείτο.