United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε οι Πλαταιείς επενόησαν στρατήγημά τι· διατρυπήσαντες το τείχος των προς το μέρος όπου υψούτο το πρόχωμα αφήρουν κάτωθεν το χώμα. Οι δε Πελοποννήσιοι εννοήσαντες τα γινόμενα εγέμισαν με πηλόν καλάθια από κάλαμον και έθεσαν αυτά εις τας οπάς, διά να μη διαρρέουν όπως το χώμα.

Όσον αφορά τους δεσμοφύλακας και τον άνθρωπον, όστις εξήλεγχε τον θάνατον με τον πεπυρακτωμένον σίδηρον, τους είχον εξαγοράσει, όπως και ένα άλλον βοηθόν, καλούμενον Άττιν. — Έχομεν ανοίξη οπάς εις το φέρετρον έλεγεν ο Ναζάριος. Ο μόνος κίνδυνος είναι μήπως η Λίγεια εκπέμψη στεναγμόν ή είπη λέξιν, όταν θα περάσωμεν πλησίον των πραιτωριανών. Άλλως τε ο Γλαύκος θα της δώση υπνωτικόν.

Και ενταύθα και αλλαχού την λέξιν stocks μετέφρασα διά του φάλαγγας · αλλ' ο φάλαγγας δεν είναι ακριβώς το αντίστοιχον του Αγγλικού stocks. Τούτο μεν ήτο μηχανή ξυλίνη έχουσα οπάς, εντός των οποίων εκλείοντο οι πόδες ή αι χείρες τε και οι πόδες του καταδίκου.

Ο άνθρωπος έλαβε τα εργαλεία του, επάτησε στερρώς επί της κατωτέρας οπής και στηριχθείς επί του τοίχου εισήγαγεν εις τας δύο υψηλοτέρας οπάς τα δύο ξύλα, και έθηκεν επ' αυτών την σανίδα. Αφού δ' εστερέωσε το σύνολον, ανερριχήθη τολμηρώς και μετ' ευκινησίας εις τα άνω, και επάτησε τον πόδα επί του ούτω σχηματισθέντος ικρίου.

Ώσαύτως δε, όταν αφ' ενός μεν το ύδωρ κατέχη τον πυθμένα του χαλκού αγγείου, σκεπασθέντος του στομίου του σωλήνος και παντός πόρου διά της χειρός, αφ' ετέρου δε ο εξωτερικός αήρ ορμών να εισέλθη εντός, εμποδίζη την εκροήν του ύδατος περί τας οπάς του συρίττοντος λαιμού, ούτινος κατέχει τα άκρα, τότε πάλιν συμβαίνει το εναντίον παρά πρότερον. Εισχωρούντος του αέρος, εκτρέχει ελεύθερον τα ύδωρ.

Την στιγμήν καθ' ην η θεια Μυγδαλίτσα, εγκαταλιπούσα τους ποιμένας, ανεχώρει διά την κωμόπολιν, από την κρυφήν μεγάλην ελπίδα της μη συλλογιζομένη ούτε τον νυκτερινών πόνον της οδού, διότι ήτο ακούραστος και υπομονητική γραία, ούτε των πειρακτικών πνευμάτων τας παγίδας, διότι, αφού ελάλησεν ο πετεινός, οι σκαλικατζάροι απεσύροντο εις τας οπάς των εντός των κούφιων κορμών και των βράχων, την στιγμήν εκείνην εσήμαινον εν τη μεσημβρινή της νήσου πολίχνη οι κώδωνες των ναών, διά την χαρμόσυνον ακολουθίαν των Χριστουγέννων.

Ούτοι έσπευσαν να κλείσωσι το δίφρακτον, δι' ου είχεν εισαχθή το πτώμα, συγχρόνως δε ν' ανοίξωσι τας οπάς του τοίχου, δι' ου έμελλον να εισπηδήσωσιν εις το στάδιον οι αναμενόμενοι ιπποφάγοι, ελκυόμενοι υπό της οσμής του παρατεθέντος αυτοίς μεγαλοπρεπούς συμποσίου. Οι πρώτοι εμφανισθέντες ποντικοί ήσαν εν αρχή ολίγοι και εφαίνοντο δυσπιστούντες και κάπως δειλοί.

Εν τω μεταξύ είχον καθαρίσει την κονίστραν και έσκαπτον οπάς, των οποίων η τελευταία σειρά απείχεν ολίγα μόνον βήματα από της αυτοκρατορικής εξέδρας. Τα υπόγεια ηνοίχθησαν αίφνης και όλαι αι θύραι των εξεκένωσαν εις την κονίστραν πλήθη χριστιανών εντελώς γυμνών και φερόντων σταυρούς επί των ώμων των. Η άμμος έβριθε κόσμου.

Διά δε της φιλοπονίας του κατώρθωσε ν' αποκτήση και μικράν λέμβον, αγοράσας αυτήν αντί ευτελούς ποσού, ημισύντριμμα από τινος ναυαγήσαντος ολλανδικού ιστιοφόρου μιας φοβεράς Ούρκας εις την διάσωσιν των ναυαγίων της οποίας ειργάσθη, ανακαλύψας εκεί εις το Ξάνεμο, εις τας οπάς και ραγάδας της τρικυμιώδους ακτής, και ένα κασκέτο ολλανδικόν και μίαν πίπαν· αντί δε των ολίγων μισθών του έλαβε την χαλασμένην εκείνην λέμβον, την σκαμπαβίαν, ως την ωνόμαζεν.

Η φρούρησις όμως της νήσου ήτον επίπονος διά τους Αθηναίους ένεκα της ελλείψεως τροφίμων και ύδατος· διότι μία μόνον κρήνη υπήρχεν εις την ακρόπολιν της Πύλου, και αύτη όχι μεγάλη· διά τούτο οι περισσότεροι σκάπτοντες οπάς εις την χαλικώδη παραλίαν έπιναν τοιούτον δήθεν πόσιμον ύδωρ.