United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η δε ελληνική μονομαχία δεν ήτο κοινή τις παιδιά, αλλ' αι φρικιάσεις του δέους, το ριγηλόν αίσθημα της πτέρυγος του θανάτου, της οποίας ηκούετο μόνον το αβλαβές πλατάγημα, απετέλουν εντονωτάτην ηδονικήν συγκίνησιν, ανάλογον με εκείνην ην προ καιρού επενόησαν Άγγλοι τινές εκκεντρικοί.

Πλην των χορών, οι Αιγύπτιοι εκτελούσι τα λοιπά της εορτής ως οι Έλληνες. Αντί δε του φαλλού επενόησαν αγάλματα νευρόσπαστα, πηχυαία το μέγεθος, και περιφέρουσίν αυτά αι γυναίκες εις τας κώμας, έχοντα το αιδοίον κινούμενον και μόλις μικρότερον του όλου σώματος. Προηγείται αυλητής, ακολουθούσι δε αι γυναίκες άδουσαι τον Διόνυσον.

Είναι δε όλοι ιπποτοξόται καί ζώσιν ουχί εκ της γεωργίας, αλλ' εκ της κτηνοτροφίας· έχουσι δε τας κατοικίας των επί αμαξίων. Πώς λοιπόν να μην ήναι απρόσβλητοι και πώς να δυνηθή τις να τους εύρη και να τους πολεμήση; Επενόησαν δε το μέσον τούτο της υπερασπίσεως, διότι και η γη των είναι αρμοδία και οι ποταμοί βοηθούσιν εις τούτο.

Αλλά μάθετε, άρχοντες, ότι όσοι τα λένε αυτά επλαστογράφησαν και ενόθεψαν την ιστορία. Αν επενόησαν αυτό το ψέμμα, τώκαναν γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τον υπερκόσμιο έρωτα που ο Μάρκος αισθάνθηκε πάντα για τη Βασίλισσα.

Και διά 91. | ταύτα κατ' εκείνον τον χρόνον οι θεοί επενόησαν τον έρωτα της συνουσίας, συστήσαντες έν ζώον έμψυχον εντός ημών των αν- δρών και έν άλλο εις τας γυναίκας, και εδημιούργησαν και το έν και το άλλο κατά τον εξής τρόπον: Τον οχετόν του ποτού εκεί όπου το ποτόν αφού έλθη διά του πνεύμονος υπό τους νεφρούς εις την κύ- στιν, έπειτα αποκρούει αυτό έξω υπό την πίεσιν του αέρος, τον έθεσαν δι' οπής εις συγκοινωνίαν με τον μυελόν, όστις εκ της κεφαλής διά του αυχένος χωρεί διά της σπονδυλικής στήλης, και τον οποίον Β. | εις τους προηγουμένους λόγους ημών ωνομάσαμεν σπέρμα.

Είναι δε η τάξις των τεχνιτών ιερά υπό την προστασίαν του Ηφαίστου και της Αθηνάς, οι οποίοι επροίκισαν την ζωήν μας με διαφόρους τέχνας, επίσης δε του Άρεως και της Αθηνάς, οι οποίοι επενόησαν άλλας αμυντικάς τέχνας διά να σώζουν τα έργα των τεχνιτών. Δικαίως δε και η τάξις αυτών προστατεύεται από αυτούς τους θεούς.

Και ο Στάθης δ' αυτός, ωσεί ζηλοτυπών προς το παρελθόν της κ' επιθυμών να καταστρέψη πάσαν αυτού ανάμνησιν, αφήρεσεν απ' αυτής την βλαχικήν ενδυμασίαν, την γραφικήν εκείνην ενδυμασίαν με τα κρόταλα και τους χρωματισμούς, την οποίαν νομίζει τις ότι οι βλάχοι επενόησαν εκ του μεγάλου πόθου των προς την φύσιν, ίνα φέρωσιν επάνω των το αποτύπωμά της πάντοτε, όπου και αν ευρίσκωνται.

Τους μετέφεραν λοιπόν οι στρατηγοί κατά την συμφωνίαν ταύτην εις την νήσον Πτυχίαν, διά να φυλάττωνται μέχρις ου σταλούν εις τας Αθήνας, υπό τον ρητόν όρον να διαλυθούν αι συνθήκαι δι' όλους, εάν κανείς φανερωθή θέλων να φύγη. Οι δε προεστώτες του δήμου των Κερκυραίων, φοβηθέντες μήπως οι Αθηναίοι δεν φονεύσουν τους αιχμαλώτους τούτους, επενόησαν το εξής.

Τον ενέπτυον, Τον ερράπιζον, Τον εκολάφιζον εν τη γονιμώτητι της σατανικής φαντασίας των, επενόησαν κατ' Αυτού είδος παιγνιδίου Καλύπτοντες δι' οθύνης την κεφαλήν και τους οφθαλμούς Του, Τον έτυπτον επανειλημμένως, και είτα έλεγον, «Προφήτευσον ημίν, Χριστέ, τις εστιν ο παίσας Σε». Ούτω διέτριψαν τας σκοτεινάς ψυχράς ώρας μέχρι της πρωίας, εκδικούμενοι κατά της μακροθυμίας Του διά την παρούσαν ευτέλειάν των και διά τον προηγούμενον τρόμον των· κ' εκεί εν τω μέσω του αγρίου εκείνου πανδαιμονίου, ο Υιός του Θεού, δέσμιος και ακίνητος, ίστατο εν τη μακρά σιωπηλή αγωνία Του, ανυπεράσπιστος και μόνος.

Τότε οι Πλαταιείς επενόησαν στρατήγημά τι· διατρυπήσαντες το τείχος των προς το μέρος όπου υψούτο το πρόχωμα αφήρουν κάτωθεν το χώμα. Οι δε Πελοποννήσιοι εννοήσαντες τα γινόμενα εγέμισαν με πηλόν καλάθια από κάλαμον και έθεσαν αυτά εις τας οπάς, διά να μη διαρρέουν όπως το χώμα.