United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις δύνανται να εξακολουθήσωσι την πορείαν. Προχωρούσι προς την οικίαν της νεάνιδος, εγγύς του στοιχειωμένου μεγάρου, και μετά δέους, κρυφά-κρυφά, ρίπτουν τα όμματά των προς τον όγκον εκείνον, όστις εξηκολούθει να φωτίζεται εν υπερβαλλούση λαμπρότητι. Και συγχρόνως ακούονται γέλωτες χαράς κ' ευφροσύνης, ως γάμου βοή.

Η μορφή του η αγρία, εφάνη αγριωτέρα εν μέσω της ερημιάς και η Γερακούλα μετά δέους εζάρωσε, τρέμουσα ως οψάριον, παρά τινα σπηλαιώδη ρίζαν μεγάλης ελαίας. Ο ληστής εστάθη αποτόμως και έβλεπεν αγρίως προς το βαθύ ρεύμα κάτω, ωχρός και με υπόλευκα μελανιασμένα τα χείλη. Αν η Γερακούλα δεν κατεπλήσσετο αίφνης, θα παρετήρει ότι ο ληστής έτρεμε περισσότερον από αυτήν.

Τις οίδεν οποία σκηνή διωγμού και σφαγής ετελέσθη επί του εξώστου εκείνου! Μεταξύ των ηρειπωμένων ή κενών οικιών ήσαν καί τινες, των οποίων οι εναπομείναντες κάτοικοι επροσπάθησαν να επισκευάσωσι τας ζημίας, αλλ' η όλη του χωρίου άποψις εμαρτύρει τρανώς οποίος θρήνος εγένετο εντός αυτού, και ήτο εξήγησις ικανή του ενώπιον των Τούρκων δέους των πτωχών δημογερόντων μου.

Και αφού ετελείωσε την προσευχήν του, αφαιρέσας αίφνης από το ωρολόγιόν του εκείνην την λατρευτήν χρυσήν του καδένα, πλησιάζει μετά δέους προς το τέμπλεον και αποκρεμά ταύτην, ως ανάθημα ιερόν από της εικόνος του Μεγαλομάρτυρος, βαθέως αναστενάζων εξ ευχαριστήσεως, ως ν' ανεκουφίζετο, ως ν' απέβαλλεν από πάνω του βάρος ξένου πράγματος, το οποίον ησθάνετο ότι δεν ήτο ιδικόν του πλέον.

Μετά δέους επαίρω τους οφθαλμούς μου προς τα ισχία, όθεν ο άνεμος διά των ποικίλων οπών του εξαρτισμού εισχωρών βιαίως, συρίζει. Συρίζει πενθίμως, συρίζει οξέως, συρίζει γοερώς.

Η δε ελληνική μονομαχία δεν ήτο κοινή τις παιδιά, αλλ' αι φρικιάσεις του δέους, το ριγηλόν αίσθημα της πτέρυγος του θανάτου, της οποίας ηκούετο μόνον το αβλαβές πλατάγημα, απετέλουν εντονωτάτην ηδονικήν συγκίνησιν, ανάλογον με εκείνην ην προ καιρού επενόησαν Άγγλοι τινές εκκεντρικοί.

Ομολογώ ότι, υπό την πρόσφατον έτι εντύπωσιν του τρόμου και των ψιθυρισμών της Κας Σοφίας, και του μυστηρίου, του προφανώς αναγομένου εις την άγνωστον νέαν, της οποίας τον θάλαμον κατείχομεν, — κατά την ώραν εκείνην της νυκτός, — εν τω μέσω της σιωπής της ευρείας εκείνης αρχαίας οικίας, — υπό το φως του λύχνου τρέμοντος εις την χείρα του Νίκου, — ομολογώ ότι δεν έβλεπα με ψυχράν αδιαφορίαν την επί του τοίχου εικόνα, την οποίαν μετά δέους παρετήρει ο εξάδελφός μου.

Κόψε με πατέρα! εψιθύρισε μετά δέους ο νεανίας, αλλά το Ξενιώ να μου δώσης! Και κύπτει σιωπηλός, κλίνας τα γόνατα ως ο Ισαάκ υπό την μάχαιραν Αβραάμ του Πατριάρχου. Προς το αιφνίδιον θέαμα ο γέρων συνεκλονίσθη όλος.

Δύνασαι να ίδης πίπτοντα τον κεραυνόν, και να είπης: «Μπα! αυτό είνε όλονΟυδέποτε όμως εθεώρησες άνευ δέους την μεμακρυσμένην αστραπήν, ήτις τον προήγγειλεν.