United States or United States Minor Outlying Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η κωμικοτραγική αύτη αναφώνησις επανέφερε διά μιας την εφηβικήν ευθυμίαν και αντί των απαισιοδόξων ομιλιών και συζητήσεων, αντήχησαν, υπό τον πράσινον θόλον της δενδροστοιχίας, παιδικοί γέλωτες.

Εκάθησα επί κορμού ελαίας εις του τοίχου την σκιάν και επερίμενα βλέπων την στροφήν του δρόμου, όθεν ήλπιζα να προβάλη εντός ολίγου ο Παντελής επιστρέφων. Ήτο ησυχία περί εμέ άκρα και μόνοι οι τέττιγες, ενθουσιώντες υπό τας ακτίνας του ηλίου, διέκοπτον της εξοχής την σιωπήν. Αίφνης γέλωτες παιδικοί αντήχησαν πλησίον μου.

Ο υιός των επότιζε τον περί τον μύλον κήπον, η νύμφη των επί χαμηλού σκαμνίου έρραπτεν εισέτι, κύπτουσα διά να βλέπη, τα δε δύο της τέκνα, οι έγγονοι των δύο γερόντων, έπαιζον εκεί, και αντήχουν οι γέλωτές των. Ήτο σκηνή αληθούς ευτυχίας εκείνη. Εστάθημεν και εβλέπομεν, απολαύοντες μακρόθεν την ηδονήν της γαληνιαίας φαιδρότητάς της. Έθλιψα εν συγκινήσει την χείρα της μνηστής μου.

Ούτως εισεχώρησα εις την αυλήν στρέφων τα νώτα προς το μέρος, όθεν υπέθετον το βδέλυγμα εκείνο παρακολουθούν με. Παρά την ετέραν του οίκου μας πλευράν ήτον ανοικτή η θύρα του κήπου. Εν τω κήπω τούτω ακμάζει ακόμη μία μηλέα, υπό την σκιάν της οποίας τόσον ευτυχείς συνεπαίζομεν άλλοτε, εγώ και οι αδελφοί μου. Αλλ' αι ηχηραί εκείναι φωναί, οι παιδικοί μας γέλωτες δεν ακούονται πλέον εκεί.

Τα βληχήματα των μικρών αμνών οι οποίοι, κλεισμένοι καθ' όλην την νύκτα εις το γαλάρι ίνα μη πίνουν το γάλα των μητέρων των, τόρα αφεθέντες ελεύθεροι έτρεχον με χαριτωμένα σκιρτήματα πλησίον των, οι εύθυμοι γέλωτες των παιδιών, το συχνόν λάλημα του ατσαράντου και της γαλιάντρας, των πρώτων της αυγής μηνυτών, και ο περιπαθής ήχος φλογέρας ήρχοντο σιγά σιγά, κατακηλούντα την ακοήν του μέχρις ου τον απεκοίμησαν.

Από τριών ήδη μηνών ότε ετέλεσε τους γάμους του ο οικοδεσπότης, δεν αντήχει άλλο εντός αυτού παρά τραγούδια εύθυμα και γέλωτες παρατεταμένοι, τονίζοντες εις κλίμακα υπερνέφελον την ευτυχίαν τον νεαρού ανδρογύνου και ψίθυροι φιλημάτων, ως εις καμμίαν φωλεάν τρυγόνων.

Γέλωτες υπεδέχθησαν την απάντησιν, διότι ήτο πασίγνωστον το δέσιμον και το κρέμασμα του Τερερέ, όπως ήσαν γνωσταί και αι απειλαί του τελευταίου, αι οποίαι επροκάλεσαν την εκδίκησιν εκείνην. Η εντύπωσις δε την οποίαν έκαμε το δίστιχον ικανοποίησε τον Μανώλην. Η οργή του έπαυσεν, εγέλα δε και αυτός μετά των άλλων.

Μέσα εις την ασάλευτον γαλήνην, όλα ζωή και λάμψις και άρωμα. Θάλασσα και ουρανός, καθρέπτης διαφανής, ατελεύτητος· βαρκούλες ψαράδων εδώ κ' εκεί, και φωναί και γέλωτες ηχηροί πότε, πότε, ους επανελάμβανεν η ηχώ των απέναντι βράχων. Έμειναν πολλάς ώρας εις το νησάκι.

Αίφνης ισχυρά βοή ετάραζε την ηρεμίαν του σπηλαίου· φωναί, γέλωτες, τραγούδια αντήχησαν και μετ' ολίγον εισώρμησαν από μιας σχισμής οι μήνες όλοι εν ευθυμία. — Μάρτη! ορέ Μάρτη, κρασί! εφώναξεν ο Θεριστής, κρατών το κυρτόν του δρέπανον εις τον ώμον και εις την κεφαλήν φέρων το ψιαθωτόν κάλυμμά του.