United States or Guadeloupe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτ' ένα σύγνεφο δεν εχάραζε στον ήσυχον αιθέρα· μονάχα στην άκρη στον ορίζοντα χυνόνταν λίγο φως, ζεστή γάζα ατμού καταχνιάς, που αγνάντια του το γειτονικό χωριό με την παληά πέτρινην εκκλησιά του ξεχώριζε με μια θαμπωτικήν ασπράδα. Θυμήθηκα του Wordsworth το έργο «Στίχοι γραμμένοι το Μάρτη».

Σ' όλα τα άλλα καλή και άξια, μάλαμα γυναίκα». Γι' αυτό κ' η Αννίτσα τη συμπονούσε και πήγαινε με τα νερά της. Ένα πρωί, πρώτη του Μαρτιού, η Ταρσίτσα σηκώθηκε χαρούμενη, σαν να είχε δει καλό όνειρο. Κάτι σιγοτραγούδησε από μέσα της, ύστερα πήρε κόκκινη κλωνά κ' έπλεξε το «Μάρτη». Ένα για την Αννίτσα, ένα για τον εαυτό της: Οπώχει κόρην ακριβή του Μάρτη ο ήλιος μην τη δη,

Μη βάνεις εκείνη· κάποιος με σκούντησεν από πίσω. . . Εμένα ο Μάρτης είνε φίλος μου. Ο Απόστολος Πέτρος δεν ηρνήθη τόσον εντόνως την γνωριμίαν του Ιησού προ της ωραίας Ιουδαίας, όσον οι μήνες την συμμετοχήν των εις την κατά του Μάρτη επίθεσιν προ του ίσκιου του, προ του ονόματός του μόνον.

«Που θάφτουνταν εξάμηνο στης γης το μαύρο χώμαΑλήθεια τα μισό το χινόπωρο, όλον το χειμώνα και το Μάρτη ακόμα η χελώνα βρίσκεται ναρκωμένη μέσα στα χώμα. Γι’ αυτό και θεωρείται κατάλληλη για τα μαγικά. Ο Ασβός είναι νυχτόβιο τετράποδο, που δε βγαίνει ποτέ την ημέρα. Ονομάζεται λατινικά Trohus. Στο μέγεθος είναι μικρότερο από κοινό σκυλλί.

Πολύ φρόνιμα μου είπαν οι δυο μου Τηνιακοί πως η Παναγια δυο φορές μόνο το χρόνο γιατρέβει, Άβγουστο στις δεκαπέντε και Μάρτη στις είκοσι πέντε. Λοιπόν έχουν τους γιατρούς για όλο τάλλο διάστημα. Η Παναγια δε θέλει να κάνη θάματα κάθε μέρα. Για τούτο τους είδα σα λίγο συλλογισμένους τους Τηνιακούς· τα λόγια τους μετρημένα, κατεβασμένα τα προσώπατά τους. Μόλις τους βλέπεις.

— Ε, δεν μιλάς· δεν θα πάρης κ' εσύ το 'δικό σου, γέρω Μάρτη; είπεν εις αυτόν ο Φλεβάρης, ο γείτων του. — Αμ τι να πάρω εγώ, ο παληόγερος· εδωπά θ' ανοίξω τον πύρο μου να πιώ λιγάκι. Και άνοιξε μεγάλην τρύπαν εις το κατώτατον μέρος του βαρελιού.

Ουδείς απήντησε· μόνον ο ήχος της φωνής του Θεριστή έφερεν εις τα ώτα των πάλιν την ευχάριστον λέξιν κρασί! κρασί!. . . — Μάρτη! ορέ Μάρτη! επανέλαβεν ο Θεριστής. — Ναι, τόρα Μάρτης· πάει, θα τον χάνομε κι' αυτόν κάποτε-κάποτε είπεν ο Νοέμβριος. — Γιατί; — Γιατί παντρεύτηκε. — Παντρεύτηκε! πότε; ποία 'πήρε;

Και πλήρεις θυμού, τρέμοντες εξ αγανακτήσεως, ώρμησαν εκ συμφώνου και κατέφερον φοβερά γρονθοκοπήματα επί του πτωχού Μάρτη, όστις ηρκείτο να φωνάζη, να διαμαρτύρεται και να κλαίη απαρηγόρητα, ως την χήρα γυναίκα. Όταν ο Μάρτης κλαίη, αλλοίμονον εις τον κόσμον!

1878, Μάρτη 4 . Έφεραν 120 σκλάβους από την επανάσταση του Λυκουρσιού. Τους είχαν ζάρκους και δεμένους με την ελληνική σημαία τους μαζί. Τους έκλεισαν στα μπουτρούμια του Κάστρου. Κ' οι χριστιανοί έτρεξαν και σύναξαν απ' όλα τα σπίτια φορέματα και θροφή και τους συμπονέθηκαν. 1878, Μαϊού 5 . Έπεσε στα γεννήματα ακρίδα. Τόση πολλή που όντας πετούσε σκοτάδιαζε τον ήλιο.

Την αντιγράφω εδώ: «20 του Μάρτη 1831. Ο Γκαίτε επάνω στο δείπνο μου είπε, πως τις ημέρες αυτές εδιάβασε το βιβλίο «Δάφνης και Χλόη.» — Είναι τόσο όμορφο το ποίημα, είπε, ώστε στους άθλιους καιρούς όπου ζούμε δε μας είναι βολετό να κρατήσουμε την εσωτερική εντύπωση, που μας δίνει· και κάθε φορά, που το ξαναδιαβάζει κανείς, δοκιμάζει και καινούργιο πάντα σάστιμα.