United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι όπου οι χυμοί των οξέων φλεγμάτων, και των αλυκών και όσοι είναι πικροί και χολώδεις πλανηθέντες εις το σώμα δεν ευρίσκουσι μεν αναπνοήν προς τα έξω, αλλά περι- φερόμενοι εντός αποτελούσι κράμα αναμιγνύοντες τους ιδίους αυ- 87. | τών ατμούς με την κίνησιν της ψυχής, εκεί παράγουσι παν- τοειδή ψυχικά νοσήματα άλλοτε μεν περισσότερα, άλλοτε δε ολι- γώτερα, και άλλοτε μικρότερα ή μεγαλείτερα, Και τα νοσήματα ταύτα μεταφερόμενα εις τας τρεις έδρας της ψυχής, όπου έκα- στον αυτών προσπέση, εκεί παράγει πολλάς και διαφόρους ποι- κιλίας δυσαρεσκείας και λύπης, και άλλας θρασύτητος και δει- λίας, και προσέτι λήθης ομού και δυσμαθίας.

Διά της ερωτήσεως «ουκ ήδειτευπενθυμίζει λεπτώς εις τους γονείς του παν ό,τι εγνώριζον εν σχέσει προς την εκ Θεού καταγωγήν του, και διά του «δει είναι με» καθορίζει ευκρινώς τον άγιον νόμον της αυτοθυσίας, όστις ήγαγεν αυτόν εις τον επί του σταυρού θάνατον.

Ήξερα πως είχα τότε δει την ίδια εικόνα και θυμήθηκα τα λόγια της: «Σαν πεθάνω, θα πεθάνω όπως ο Σβεν». θυμήθηκα πως είχα γελάσει μέσα μου όταν άκουσα τα λόγια αυτά· τα πήρα σαν έκφραση της μεγάλης της νευρικότητας. Τώρα που αληθεύανε, δεν μπορούσα να τα βγάλω από το νου μου.

Εδώ σκοντάφτεις στο δρόμο που περπατάς μέρα μεσημέρι. Όχι στη θάλασσα, στα σκοτάδια και στις καταχνιές. Κι' άρχιζε πάλι ατέλειωτες ιστορίες. Τελειωμό δεν είχε. Εκατό φορές τα είχε πει και ξαναπεί και πάλι άρχιζε ξαναρχής. Και τη Γοργόνα ακόμη και τη Γοργόνα την είχε δει. — Ο Θεός με φώτισε, παιδί μου. Καθόμουνα απάνω στο κάσσαρο. Ταξιδεύαμε πρίμα. Μια βραδυά χαρά Θεού.

Ένα πουλί είναι απ' όλα το πιο καλό, να πολεμάς για τη γλυκιά πατρίδα. Τι τάχα εσύ τον πόλεμο φοβάσαι και τους φόνους; Τι κι' αν οι άλλοι πέφτουμε με τις χιλιάδες όλοι 245 στα πλοία ομπρός, μα φόβο εσύ να σκοτωθείς δεν έχει, τι είναι η καρδιά σου απόλεμη, δειλιάζει αν δει κοντάρι.

Κι' ομπρός τους τότε ο Φοίβος, 355 του βαθυχάντακου έφκολα γκρεμίζοντας τα χείλια με μια κλωτσά, τα πέταξε στον πάτο, κι' έτσι δρόμο μακρύ γιοφύρωσε, φαρδύ τόσο όσο πάει κοντάρι που νιος τινάζει για να δει σαν πόση η δύναμή του· εκείμπροστά ο θεόςχοιμούν οι Τρώες λόχοι λόχοι. 360

Τι ζαβώθηκε και πήρε δρόμο εκείνος, μηδέ κατέχει μια σταλιά να δει κι' ομπρός και πίσω, πώς θαν του πολεμά άβλαβο τα' ασκέρι στα καράβιαΕίπε, κι' ακούει ο Πάτροκλος τα λόγια του συντρόφου, 345 και βγάζει τη ροδόθωρη κοπέλα απ' το καλύβι και τους τη δίνει ναν την παν. Κι' αφτοί γυρνούσαν πίσω στον κάμπο, κι' άθελα μαζί κι' η κόρη περπατούσε.

Και το βέβαιο είναι πως το καλοκαίρι αυτό άρχισα ασυναίσθητα να βλέπω το Σβεν με τα ίδια μάτια, που τον έβλεπε η μητέρα του και πως τότε παρατήρησα περσότερο από άλλοτε πόσο είτανε διαφορετικός από τάλλα παιδιά, που είχα δει, αν και δεν του εύρισκε κανείς άλλο τίποτε παρά εκείνο που λέγεται παιδιάστικο.

Είπε ο θεός, και γύρισε ξανά στ' αντροπελέκι. Μάτωσε τότες η καρδιά του Έχτορα απ' τη λύπη, κι' εφτύς γυρνάει τη συμπλοκή να δει, και βλέπει πέρα τον έναν π' άρπαε τ' άρματα, τον άλλον πούταν χάμου 85 στρωμένος κι' αίμας έτρεχε οχ τη βαθιά πληγή του· τότες περνάει χαλκόπλιστος των μπροστινών τούς λόχους φριχτά αλυχτώντα, ανέμποδος φωτιά σα φουντωμένη.

Ει γαρ και τον Χριστόν ο Θωμάς ουκ εψηλάφησεν, ου καν επίστευσεν. Αγωνιώδης νυν και χειμαζομένης της Ελλάδος τι όφελος; Το τε κλέος οίχεται ή τε αρχή φρούδη. Ηνίκα δ' ο βάρβαρος θυραίος άπεισι τηνικαύτα η Ελλάς την αρχήν και το κύρος το σον ησυχή γνώσεται, και της ευνοίας επιμελήσεται της σης. Νυν δ' οξείς οι καιροί και ταχίστης δει της σωτηρίας.