United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν λέγει λέξιν, αλλά καταπίπτει επί μιας καθέδρας, και ασθμαίνει κοπιωδώς, ως φύσα σιδηρουργείου. — Τι είνε; φωνεί αναπηδώσα από της έδρας της η σύζυγός του, Τι τρέχει; τι έπαθες; Ο Περδίκης προσπαθεί να ομιλήση, αλλ' η φωνή του εκπνέει εις τον λάρυγγά του. — Δος μου εδώ ένα ποτήρι νερό, Ασπασία! κραυγάζει η Κ. Πηνελόπη, Γρήγορα. Έλα! Και ποτίζει τρυφερώς τον συμβίον της.

Περί την δείλην της αυτής ημέρας, ο Κύριος εισήλθεν εις την Συναγωγήν. Η παρουσία του, και ο σκοπός της παρουσίας του ήσαν γνωστά εις όλους· και εις τας πρώτας έδρας εκάθηντο Γραμματείς, Φαρισαίοι και Ηρωδιαναί, των οποίων το κακόβουλον βλέμμα ήτο προσηλωμένον προς τον Ιησούν, διά να ίδωσι τι θα έπραττεν, όπως τον κατηγορήσωσιν. Εκείνος δεν τους άφησεν επί μακρόν εν τη αμφιβολία.

Αλλ' αν 'στ' Αναβρυτήριο ντελάληδες φωνάξουν: «Ποιος Έλλην θέλει να γενή Ακαδημαϊκός;» ω! τότε όλ' οι Έλληνες εμπρός σου θα πετάξουν, και εις τας έδρας πόλεμος θ' ανάψη φονικός. Κι' εγώ θα τρέξω, Αθηνά . . . παντού σοφίας γνώσις, κι' αν θέλης να σου δώσουμε, και όχι να μας δώσης.

Εγερθείς από της έδρας του και σταθείς εις το μέσον, με ποίαν φωνήν, με ποίαν στάσιν, δυνάμεθα να φαντασθώμεν! «Ουδέν αποκρίνη; Εφώνησε· τι ούτοι σου καταμαρτυρούσιΑλλ' η φοβερά σιωπή του Ιησού έμεινεν αδιατάρακτος. Παράδοξον ερώτημα προς δέσμιον, ανυπεράσπιστον, κατάδικον· και παράδοξον ερώτημα παρά τοιούτου εξεταστού, αρχιερέως του λαού!

Δεν ξεύρεις να δέρνης καλά! Επρόσθεσε δυνατώτερα ο άγνωστος, τον οποίον από τους λόγους του εννοήσαμεν, ότι ήτο ο πατήρ του Αλεξάνδρου. Εγώ να σε μάθω να δέρνης καλλίτερα. Και υψώσας ταχέως την χείρα τουθεέ μου! τι χειρ ήτο εκείνη, και τι κρότον έκαμε! — κατέφερεν αυτήν τόσον βιαίως εις το πρόσωπον του διδασκάλου, ώστε τον εσφενδόνισε κάτω της έδρας του.

Ενθυμείσαι, ποία βαθεία σιωπή έκλεισεν ευθύς τα ουχί συνήθως σιωπηλά στόματα των βουλευτών και ακροατών· ενθυμείσαι, πώς εισώρμησαν αίφνης διά μιας εις τας κενάς των έδρας οι απόντες, εχθροί του και φίλοι του, και κατέλαβον εν ησυχία τας θέσεις των, και ώπλισαν τα ώτα των διά των χειρών των, ίνα μη χάσωσι μίαν του συλλαβήν.

Ο Βινίκιος ανεπήδησεν από της έδρας του και εκάλεσε τον οικονόμον. — Φέρε εδώ όλους τους δούλους· ανεξαιρέτως όλους αυτοστιγμεί. — Είναι μνηστή σου; είπεν έκπληκτος ο Πετρώνιος. Πριν συνέλθη εκ της εκπλήξεώς του, το αχανές μέλαθρον εγέμισεν από δούλους.

Ησθάνθην τον κύριόν μου αναστάντα από της έδρας του και αναμιχθέντα κλονουμένω τω βήματι εις την έριδα, πλην μετ' ολίγον χειρ ρωμαλέα έδραξεν αυτόν από του στήθους, τα συνέχοντα το ιμάτιον αυτού κομβία διεσπάσθησαν, και εγώ κατέπεσα χαμαί εις το βορβορώδες έδαφος του οινοπωλείον. Τα περαιτέρω είνε συγκεχυμένα και αόριστα εις την μνήμην μου.

Με τους Λακεδαιμονίους μόνους συμφωνούσιν οι Αιγύπτιοι και κατά τι άλλο· οι νέοι, όταν συναντώσι τους πρεσβυτέρους, υποχωρούσι και εκτρέπονται της οδού, και όταν πλησιάζωσιν οι πρεσβύτεροι, εγείρονται οι νεώτεροι από τας έδρας των.

Συναλλάγματος! εξεφώνησεν η νεαρά γυνή· υπέγραψες συνάλλαγμα, διά να αγοράσης παληόχαρτα; Έδωκες την υπογραφήν σου, την τιμήν σου, διά να πλουτίσης με τον νουν, διά να έμβης μεθαύριον εις την φυλακήν, και να με αφήσης εις τους πέντε δρόμους; Η Σοφία δεν ηδυνήθη να περάνη τους λόγους της. Οι αλλεπάλληλοι κλονισμοί κατέβαλον αυτήν, και έπεσε λιπόθυμος επί τινος έδρας.