United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η τεχνητή νήσος κατάμεστος από άνθη ήτο συνδεδεμένη διά πλεγμάτων χρυσών και πορφυρών, με ακάτια εν σχήματι ιχθύων και κύκνων εις τα οποία εκάθηντο ημίγυμνοι κωπηλάτριαι με σώματα εύγραμμα και μετέφερον εις την σχεδίαν τους κεκλημένους.

Αν και αύται εκάθηντο εις άλλον οικίσκον μακράν, όμως έμαθον τα συμβαίνοντα εις την οικίαν του συγγενούς των και ήρχισαν να θλίβωνται διά τον Στάθην, ο οποίος εδέσμευσε την τύχην του νυμφευθείς μίαν φαγοκοιμήστραν.

Ρίψας τα αργύρια εντός του Ναού, όπου εκείνοι οι ανίεροι εκάθηντο, και όπου αυτός ο βέβηλος δεν ηδύνατο να εισέλθη, έτρεξεν εις την άπελπιν μόνωσιν, εξ ης δεν ήτο προωρισμένος να επανέλθη ζων. Εκεί εκρεμάσθη, και η παράδοσις δεικνύει ακόμη εν Ιερουσαλήμ το έρημον, φασματώδες, ανεμόπληκτον δένδρον, το οποίον καλείται το Δένδρον του Ιούδα.

Οι Πέρσαι πρέσβεις εκάθηντο επί πολυτελών καθισμάτων ως σύμμαχοι, οι δε Έλληνες υπεχρεώθησαν να ομιλούν όρθιοι, ως να ήσαν δούλοι του Χαγάνου.

Ευτυχώς βλέπει αιφνιδίως εκεί ένα ίππον προσδεδεμένον εις κορμόν δένδρου, και ακούει φωνήν ανθρωπίνην. Δύο άνθρωποι εκάθηντο παρά την οδόν και συνδιελέγοντο. Η Αϊμά δεν ήκουσε τι έλεγαν, καθότι δεν είχε περιέργειαν ν' ακούση λέξεις, αλλ' επεθύμει φωνήν ανθρωπίνην. Τους εχαιρέτισε και διέβη. Αλλ' αίφνης η φωνή του ενός των δύο ανθρώπων παρήγαγε παλμούς εις την καρδίαν της. Η νέα εσταμάτησεν άκουσα.

Έκαστος ημών εγνώριζε του άλλου πάσας σχεδόν τας οικιακάς περιστάσεις· τι ήτο ο πατήρ του, πόσους είχεν αδελφούς, τι έτρωγον συνήθως, πού εκάθηντο, πώς διεσκέδαζον κατ' οίκον, τι έκαμνον, και όσα άλλα. Περί του Σοφή τίποτε δεν ηξεύραμεν. Τούτο δε όχι μόνον εσκανδάλιζε την παιδικήν ημών περιέργειαν, αλλά και εμπόδιζε πάντα δεσμόν οικειότητος μεταξύ ημών και εκείνου.

Ήγγιζεν ο ήλιος εις την δύσιν, όταν εις την καλύβην, έξωθεν της οποίας εκάθηντο οι δύο συμπόται, επλησίασε γυνή τις συνοδευομένη υπό μειρακίου. Εφόρει λευκήν εσθήτα κ' εκράτει κόκκινον παρασόλι, και ο Χριστοδουλής με όλην την απόστασιν την ανεγνώρισεν ευθύς. Ήτο η Πολύμνια μετά του αδελφού της του Νίκου.

Οι δε Αιγύπτιοι λέγουσιν ότι ενώ εκάθηντο εις την τράπεζαν, η γυνή έλαβε θρίδακα, την απεφύλλισε και είπεν εις τον σύζυγόν της· «Ποία είναι ωραιοτέρα θρίδαξ, η έχουσα φύλλα ή η μη έχουσα; — Η έχουσα φύλλα, απεκρίθη εκείνος. — Ω! επανέλαβεν εκείνη, η γεγυμνωμένη αύτη θρίδαξ είναι η εικών της οικίας του Κύρου την οποίαν συ απεγύμνωσαςΘυμώσας δε ο Καμβύσης την ελάκτισεν εις την κοιλίαν ενώ ήτο έγκυος, ώστε αποβαλούσα απέθανε.

Διηρχόμεθα τον έμπροσθεν του ανεμομύλου αγρόν εις τα πρόθυρα της πόλεως. Ο τροχός του δεν εκινείτο, είχον επιδεθή τα ιστία του. Εις την θύραν της παρακειμένης καλύβης εκάθηντο ο γέρων μυλωνάς και η σύζυγός του.

Ο μεν Πρόδικος λοιπόν ήτον ακόμη πλαγιασμένος, τυλιγμένος μέσα εις μερικά δέρματα και σκεπάσματα παρά πολλά, καθώς εφαίνετο δε, εκάθηντο πλησίον εις αυτόν επάνω εις τα πλησίον κρεββάτια ο Παυσανίας από το προάστειον των Κεραμέων και μαζί με αυτόν ένα νέον ακόμη παιδάριον, καθώς εγώ νομίζω, φυσικά εύμορφον και αγαθόν και κατά την όψιν παρά πολύ ωραίον.