United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί που κόντεβα να τρελλαθώ από τα κρεββάτια, τα τραπέζια και τα φαγιά, ήξερα πως η Παναγια θα με γιατρέψη. Τι καλό πράμα να τα γιατρέβη όλα η Παναγιά! Ρώτησα δυο Τηνιακούς, δυο χαριτωμένα παιδιά, αν είναι στην Τήνο γιατροί και τι ανάγκη τους έχουν. Αφού έγινε γιατρός η Παναγιά, στη θάλασσα αμέσως να πετάξουμε τα γιατρικά και τους γιατρούς μαζί.

Ενώ οι πέντε κοιμώντανε, οι άλλοι πέντε ωπλισμένοι, όρθιοι μπροστά στης πόρτες και στα παράθυρα, φύλαγαν άγρυπνοι. Αλλά, κατά τύχη, είχαν όλοι αποκοιμηθή, πέντε στα κρεββάτια, πέντε στης πλάκες. Η Ιζόλδη πέρασε τα ξαπλωμένα σώματά τους, σήκωσε το σίδερο της πόρτας. Έκαμε κρότο ο σύρτης, μα χωρίς να ξυπνήση κανείς από τους φρουρούς. Πέρασε το κατώφλι, κι' ο τραγουδιστής έπαψε.

Η βέργες η καμαρωτές λαμποκοπούν κ' εκείνες, Κ' η περογλιές ξαπλώνονταιτα δίπλατα κρεββάτια Και στην πυκνή τους χλωρασιά καιτον βαθύ τους ίσκιο Την ιδρωμένην αργατιά δροσίζουν, ανασαίνουν, Την αργατιά που ολημερίς όλο τρυγάει κι' απλώνει. Την αργατιά που λαχταρά πότε να πέση ο ήλιος. Πότε να ισκιώσουν τα ριζά να δροσερέψη ο κάμπος.

Πόσαις φοραίς ακουμπιστός απάνω 'στο τουφέκι, ωσάν ακοίμητος φρουρός πολεμικής ειρήνης, πότε 'μπροστά μου έβλεπα τον Πόλεμο να στέκη, και άλλοτε τον Έρωτα με πρόσωπο γαλήνης. Ωνειρευόμουν αίματα, ωνειρευόμουν γάμους, κρεββάτια μες' στης λαγκαδιαίς και νυμφικούς θαλάμους.

Θα γιάτρεβα τα καλντερίμια, θα γιάτρεβα τα τηνιακά ξενοδοχεία, τους τηνιακούς ξενοδόχους, τα κρεββάτια, τα τραπέζια και τα φαγιά. Θα γιάτρεβα όλους τους Τηνιακούςθα γιάτρεβα και την Παναγια την ίδια που δεν μπορεί όλα να τα γιατρέψη. Τέτοια έλεγα τους Τηνιακούς, μα σα να μην τους πολύ άρεζαν τα λόγια μου. Έχουνε δίκιο οι Τηνιακοί. Δε μιλούμε την ίδια γλώσσα.

Ο Τημουρτάς, η γυναίκα του, και ο Καλάφ επαίνεσαν την μεγαλοψυχίαν του, και υπομονήν εις τα όσα του εσυνέβηκαν ομοίως και την απόφασιν που έκαμε διά να ζήση εις ησυχίαν. Ύστερα από αυτά ο γέρων τους εδιώρισε τρία κρεββάτια διά να πηγαίνουν να αναπαυθούν εκείνην την νύκτα.

Ο μεν Πρόδικος λοιπόν ήτον ακόμη πλαγιασμένος, τυλιγμένος μέσα εις μερικά δέρματα και σκεπάσματα παρά πολλά, καθώς εφαίνετο δε, εκάθηντο πλησίον εις αυτόν επάνω εις τα πλησίον κρεββάτια ο Παυσανίας από το προάστειον των Κεραμέων και μαζί με αυτόν ένα νέον ακόμη παιδάριον, καθώς εγώ νομίζω, φυσικά εύμορφον και αγαθόν και κατά την όψιν παρά πολύ ωραίον.

Η κόρη σας τώρα είνε καλομαθημένη, έξη χρόνια στο σκολειό, κι άλλα δυο στην Αγγλία. Και ν' αρχίστε αμέσως κιόλας να τοιμάζετε. Έχουν και δούλους. Κρεββάτια όσα μπορείτε. Να πάρτε μάλιστα και το σπίτι το διπλανό για καμιά βδομάδα. Από χρήματα να μη νοιάζεστε. — Μια βδομάδα! Χριστέ και Παναγιά! Να το κουνίσουν δεν έχουν πια από δω πέρα! φωνάζει η κερά Φωτεινή. — Αυτά τα βολεύετε και σαν έρθουν.

«Κι' όσοι δεν έχουν στρώματα κρεββάτια και παπλώματα, θα κάνουνε το μπάνιο τους κι' αυτοί χωρίς παράδες, και θα τραβούν να κοιμηθούν στους σκυλλοτομαράδες Κι'αν μέσ' στο κρύο να τους κλειούν την πόρτα τώβρουν νόστιμο, τρία γερά γουναρικά να δίνουνε για πρόστιμο». ΒΛΕΠΥΡΟΣ Λαμπρά, μα τον Διόνυσο! Δεν θάχε ν' αντικρούση κανένας τέτοια πρότασι, που έτυχε ν' ακούση.

Αλλ' αυτός απήντησεν ότι είνε γυναικώδες και μαλθακόν να κάθεται κανείς εις καθέκλαν ή σκαμνί, «όπως σεις που είσθε σχεδόν ανάσκελα ξαπλωμένοι πάνω σ' αυτά τα μαλακά κρεββάτια και εις πορφύραν και τρώγετε• εγώ και όρθιος μπορώ να δειπνήσω και να περπατώ συγχρόνως• και αν κουρασθώ θα στρώσω χάμω τον μανδύαν μου και θα ξαπλωθώ, ακουμβώντας εις τον αγκώνα μου, όπως ζωγραφίζουν τον Ηρακλή». «Κάμε όπως σου είνε πλέον ευχάριστον» είπεν ο Αρισταίνετος.