Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Έκανε ταραχή ο γέρω νοικοκύρης, μα είχε και το νου του· πότε πότε έστηνε το γυμνασμένο αυτί του ν' ακούση κανένα μακρυνό κρότο ή εβύθιζε το βλέμμα του στο σκότος μέσα για να διακρίνη. Και για κάμποση ώρα ήταν ήσυχος. Ησυχία μεγάλη εκρατούσε στον κάμπο, όσο μπορούσε ν' ακούση τ' αυτί.

Μεγάλο κρότο έκαμε στο μικρό τόπο ο ασυνείθιστος, ο φριχτός θάνατος του ναύτη· να βάλη χέρι απάνω του ο ίδιος! τι του ήρθε; Μεγάλο άδικο έκαμε στον εαυτό του και στους δικούς του. Σαν έμαθαν όμως την αιτία και αυτοί που τον κατηγορούσαν, τον ελυπήθηκαν τώρα κ' εμετανοούσαν για τα λόγια που είχαν πη.

Ημείς διπλαρωμένοι ακόμα. Το είδαμε όλοι πλεια. — Πάει μας τρακάρισε! φωνάζω με απελπισία. Έπρεπε να δείχνη κόκκινο, για να είνε σε τάξι. Το είδε κι' ο καπετάνιος το πράσινο φανάρι που ηρχότανε με βογγυτό. Εσάστισε. — Άη-Νικόλα μ'! ασημένια σου την χαρίζω! Αυτό μονάχα πρόφθασε να ειπή ο καπετάνιος. Οι ναύταις όλοι βλέπαμε το πράσινο φανάρι που ερχότανε με κρότο. — Ε! από το βαπόρι!

Εκείνος μπροστά πηλαλώντας δαιμονισμένα, ο υπενωμοτάρχης βλαστημώντας με τη σπάθα του κροταλίζοντας στα λιθάρια, κι οι χωροφύλακες από πίσω. Μια πόρτα βρέθηκε εκεί κάπου ανοιχτή, κι ο νιός μπήκε μέσα κλίνοντας την με μεγάλο κρότο. Κατάφθασαν κ' οι άλλοι λαχανιάζοντας. Πηδήματα ακούστηκαν πίσω προς τον κήπο, οι καλαμιές έτριξαν δυνατά, κ' ύστερα ησυχία, τίποτε.

Ο παππά Συνέσιος αγρυπνούσε μονάχος. Η μάννα του είχε τραβηχτή στην κάμαρά της, το δε καλογεράκι, αφού τον υπηρέτησε στο τραπέζι, επήγε κι' αυτό να κοιμηθή κατά διαταγή του. Για να μην του αποφαίνεται η ώρα επήρε ένα μάτσο κλειδιά κ' εκάθησε κοντά στο παράθυρο για ν' ακούη καλλίτερα κάθε εξωτερικό κρότο.

Ενώ οι πέντε κοιμώντανε, οι άλλοι πέντε ωπλισμένοι, όρθιοι μπροστά στης πόρτες και στα παράθυρα, φύλαγαν άγρυπνοι. Αλλά, κατά τύχη, είχαν όλοι αποκοιμηθή, πέντε στα κρεββάτια, πέντε στης πλάκες. Η Ιζόλδη πέρασε τα ξαπλωμένα σώματά τους, σήκωσε το σίδερο της πόρτας. Έκαμε κρότο ο σύρτης, μα χωρίς να ξυπνήση κανείς από τους φρουρούς. Πέρασε το κατώφλι, κι' ο τραγουδιστής έπαψε.

Πώς διο ποτάμια, οχ τα βουνά που κατεβούν χειμώνα, ρήχνουν μαζί στη διχαλιά τα βρόχινα νερά τους, από πλατιά διο στόματα μες σε βαθιά σκισμάδα, κι' ακούει αλάργα ο πιστικός τον κρότο απάς στις ράχες· 455 έτσι κι' αφτοί, σαν έσμιγαν, φωνάζανε χτυπιούνταν.

Αυτά ν' ακούσουν, τα 'χασαν με μιας οι Μπακακάδες, Κι' αλλαλαγμός αντήχησεν απ' όλαις της αράδαις. 300 Βοαίς μεγάλαις έβγαλαν, και δυνατά χουγιάζουν, Και προς το Φουσκομάγουλον ωνειδισμούς σωριάζουν. Τζωπαίνει ο Φουσκομάγουλος αφού γνωμοδοτάει· Και των Μπακάκων ο λαός με κρότο αχολογάει. Η συμβουλή τους άρεσε, τον πόλεμο όλοι κράζουν. Τη μάχη στρέγουν όλοι τους, και τ' άρματα συντάζουν.

Ο δυνατός αέρας χτυπούσε το πρόσωπό μου και τα μάγουλα, και γύρω μου άκουγα έναν κρότο σαν από βροντερούς καταρράχτες, που τους δέρνουν άγριοι άνεμοι. Είδα τις γραμμές των βράχων να χάνουνται γλαυκόμαυρες στο μάκρος, ενώ η μπόρα κυνηγούσε με λύσσα τα σύννεφα στον ουρανό, που έλαμπε γαλανός εκεί όπου σκιζόντανε τα νέφη.

Και αποτέλεσμα ο κ ρ ο τ α λ ι σ μ ό ς, δηλαδή το να μασσά κανείς λόγια για να ακούει ο ίδιος ή άλλοι τον κρότο των συλλαβών, και τίποτε άλλο. Η λεγόμενη καθαρεύουσα, ο σοφός αυτός συμβιβασμός τάχα της αττικής με τη ζωντανή γλώσσα, ο τραγέλαφος, είναι η καλλίτερη γλώσσα για να μιλά κανείς μέρες ή να γράφει τόμους, χωρίς να λέγει απολύτως τίποτα.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν