United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συνδυάζοντας της πολύ αόριστες συνήθως ενδείξεις των Γάλλων ιστορητών, κατορθώνει κανείς να ιδή τι θα ήταν στους Κέλτες το άγριο αυτό ποίημα, νανουρισμένο ολόκληρο από τη θάλασσα και σκεπασμένο από το δάσος, που ο ήρωας του ημίθεος μάλλον παρά άνθρωπος, παρουσιαζότανε κάτοχος ή μάλιστα εφευρέτης όλων των βαρβάρων τεχνών, εσκότωνε ελάφια και αγριογούρουνα, ετεμάχιζε σοφά το κυνήγι, ήταν παλαιστής και άλτης ασύγκριτος, θαλασσοπόρος τολμηρός, ικανός μέσα σ' όλους να δίνη παλμούς στην άρπα, ήξερε να μιμήται εξαίσια το κελάδημα όλων των πουλιών, και μαζύ μ' αυτά, ήταν φυσικά ανίκητος στης μάχες, δαμαστής θηρίων, προστάτης των πιστών του, αλύπητος στους εχθρούς του, ζώντας μια ζωή σχεδόν υπεράνθρωπη, παντοτινό αντικείμενο θαυμασμού, αφοσιώσεως και φθόνου.

Η Ψυχή προσεποιήθη και αυτή κατ' αρχάς την κοιμωμένην, και η αναπνοή της ηνώθη επί μικρόν προς την ατάραχον πνοήν του Έρωτος· αλλά μετ' ολίγον απέσυρε σιγά σιγά τον τράχηλον της υπό την κεφαλήν του θεού, κατέβη της κλίνης, και βαίνουσα γυμνόπους επ' άκρων δακτύλων έλαβε τον υποκλαπέντα λύχνον από της κρύπτης του· τρέμουσα δε όλη και κρατούσα την αναπνοήν αυτής, αλλά μάτην προσπαθούσα να κρατήση και της καρδίας της τους παλμούς, επλησίασεν εις την κλίνην, όπου νήδυμον και βαθύν εκοιμάτο ύπνον ο νεαρός θεός.

Και εγώ έχω τη δική μου· τι πειράζει; θα φροντίσουμε και κατόπι. Ο Αντωνέλλος εκίνησε την κεφαλήν, χωρίς ν' απαντήση. — Άκουσε, Αντωνέλλο, είπεν ο Καραγιάννης αν η Μπέλλα πανδρευότανε, δε θ' αρχότανε και η δική σου αράδα; Ο Αντωνέλλος ήκουε τώρα τους παλμούς της καρδίας του: τόσον ήσαν σφοδροί! — Τι θες να πης; ηρώτησε σιγανά.

Χωρίς ουδέ λέξιν να είπη απέβαλε τα συρτά της κουντούρια και σφίγγουσα διά της μιας χειρός το σκουπόξυλον και διά της άλλης την καρδίαν της, διά να κατασιγάση τους παλμούς αυτής, επροχώρησεν επί των άκρων των γυμνών της ποδών, αθόρυβος και φοβερά ως φάντασμα, προς την κλίνην. Ήδη ευρίσκετο προ αυτής, και ο λόφος έμενεν ασάλευτος.

Σε ηπάτησε του βουνού το εξόγκωμα. Παρέκει, υψηλότερα είναι η αληθής κορυφή του. Η απόστασις δεν φαίνεται μεγάλη. Εμπρός! Και αρχίζεις εκ νέου την ανάβασιν, με τα γόνατα ολιγώτερον στερεά, με ταχυτέρους της καρδίας παλμούς. Και φθάνεις εκεί, και την κορυφήν την βλέπεις μακρύτερα πάλιν.

Αχ, Γουλιέλμε! προς τι με σπρώχνει συχνά η καρδία μου! — Αφού κάθωμαι πλησίον της δύο τρεις ώρας, και τέρπωμαι εις την μορφήν της, τον τρόπον της, την θαυμασίαν έκφρασιν των λόγων της, ολίγον δε κατ' ολίγον όλαι αι αισθήσεις μου εντείνονται, και σκότος απλώνεται προ των οφθαλμών μου, μόλις ακόμη ακούω και με πιάνει κάτι από τον λαιμόν, σαν ένας δολοφόνος, και η καρδιά μου εις αγρίους παλμούς ζητεί να δώση αέρα εις τις στενοχωρούμενες αισθήσεις μου και αυξάνει μόνον την ταραχήν τωνΓουλιέλμε, τότε πολλάκις δεν ξεύρω αν είμαι εις τον κόσμον!

Πάνω σ' ένα άρμα που το έσερνε ένας αετολέων παρουσιάζεται κάποιος που το μέτωπό του είναι ζωσμένο μ' αγριλιά, πούναι ντυμένος φλογόθωρη φορεσιά και πράσινη χλαίνα και σκεπασμένος είναι με άσπρο βέλο. Η παλιά φλόγα ξυπνάει μέσα μας, το αίμα μας ρέει γοργά στις φλέβες με τρομερούς παλμούς. Την αναγνωρίζουμε. Είναι η Βεατρίκη, η γυναίκα που την ελατρέψαμε.

Εκάθισαν εις άλλο μέρος, όπου εσχηματίζετο κοίλωμα μεταξύ των βράχων. Η περίστασις αύτη ήτο ευνοϊκή προς τους σκοπούς του Μάχτου, διότι ηδύνατο να κρυβή όπισθεν και ν' ακούη ανέτως τι έλεγον. Την δευτέραν ταύτην φοράν δεν ησθάνετο πλέον τόσον σφοδρούς τους παλμούς της καρδίας, όσον την πρώτην. Οι δύο ηρμοσμένοι φίλοι ωμίλουν λίαν σιγά. Τούτο ηύξησε την περιέργειαν του νέου.

Ευτυχώς βλέπει αιφνιδίως εκεί ένα ίππον προσδεδεμένον εις κορμόν δένδρου, και ακούει φωνήν ανθρωπίνην. Δύο άνθρωποι εκάθηντο παρά την οδόν και συνδιελέγοντο. Η Αϊμά δεν ήκουσε τι έλεγαν, καθότι δεν είχε περιέργειαν ν' ακούση λέξεις, αλλ' επεθύμει φωνήν ανθρωπίνην. Τους εχαιρέτισε και διέβη. Αλλ' αίφνης η φωνή του ενός των δύο ανθρώπων παρήγαγε παλμούς εις την καρδίαν της. Η νέα εσταμάτησεν άκουσα.

Τουναντίον μάλιστα· πάσα οιαδήποτε σκέψις περί των συμφερόντων της ιδίας αυτών πατρίδος υπετάγη κατ' ανάγκην εις τους φιλελληνικούς της καρδίας των παλμούς. Άλλως πώς θα ήσαν φιλέλληνες; Τοιούτος είνε ο πήχυς δι' ου μετρούμεν τον φιλελληνισμόν. Ανάλογοι δε προς τον πήχυν αυτόν είνε και αι ημέτεραι αξιώσεις.