United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η σελήνη είχε κρυβή και πάλιν και η βροχή εξηκολούθει κατ’ αραιάς σταγόνας, αλλ' ευτυχώς υπήρχεν εκεί που πλησίον μικρόν τι κοίλωμα υπό εξέχοντα βράχον, όπου κατεφύγομεν συμμαζευθέντες επί βελέντζας, ην επρονόησε να παραλάβη εξερχόμενος ο σύντροφός μου. Το προ ημών θέαμα ήτο αληθώς εξαίσιον, αν και δεν εβλέπομεν σχεδόν τίποτε, ούτε ουρανόν ούτε θάλασσαν ουδέ ξηράν.

Οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοί των, αφού ενίκησαν το κέντρον των Αθηναίων, εχώρισαν τον Ευρυμέδοντα από του επίλοιπου στόλου, τον ώθησαν εις κοίλωμά τι του λιμένος, κατέστρεψαν το πλοίόν του καθώς και όσα τον είχον ακολουθήσει, και τον εφόνευσαν· έπειτα δε κατεδίωξαν όλον τον στόλον των Αθηναίων και τον έσπρωξαν προς την ξηράν.

Και αν εγνώριζε, και αν ηγνόει το κοίλωμα του γιγαντιαίου κορμού, εκείνην την στιγμήν δεν επέρασεν από τον νουν του. Εκύτταζε να ιδή μη ανακαλύψη που το χάσμα της γης, το οποίον θα την είχε καταπίη εξάπαντοςδιότι καμμία πτυχή γης ορατή δεν υπήρχε όπου να κρυβή τις.

Στη μαύρην τη κουφάλα του εμόνιαζε ένας γύφτος. σ.159 Κουφάλα . Το εκ παλαιότητος εν τω στελέχει δένδρου τινος κοίλωμα. Εμόνιασε εκ του μονιάζω , λεγομένου επί θηρίων οικούντων εν φωλεοίς. Επί ανθρώπων δε αποσυρομένων εκ του κόσμου όχι μονιάζω αλλά μονάζω . Γέροντας, κακοτράχαλος. σ. 139

Εις το κοίλωμα εκείνο, εντός του οποίου ηδύναντο να καθίσωσιν ανέτως δύο άνθρωποι, έτρεξε να κρυβή η τότε νεόνυμφος Δελχαρώ, η μήτηρ της σημερινής Φραγκογιαννούς. Το μέσον ήτο άπελπι, και σχεδόν παιδαριώδες. Εκεί δεν εκρύπτετο άλλως, ειμή κατά φαντασίαν, με παιδικόν τρόπον, όπως παίζουσι τον κρυφτόν. Οι διώκται βεβαίως θα την έβλεπον, θ' ανεκάλυπτον το καταφύγιόν της.

Εκάθισαν εις άλλο μέρος, όπου εσχηματίζετο κοίλωμα μεταξύ των βράχων. Η περίστασις αύτη ήτο ευνοϊκή προς τους σκοπούς του Μάχτου, διότι ηδύνατο να κρυβή όπισθεν και ν' ακούη ανέτως τι έλεγον. Την δευτέραν ταύτην φοράν δεν ησθάνετο πλέον τόσον σφοδρούς τους παλμούς της καρδίας, όσον την πρώτην. Οι δύο ηρμοσμένοι φίλοι ωμίλουν λίαν σιγά. Τούτο ηύξησε την περιέργειαν του νέου.

Υπήκουσαν αμέσως εις την φωνήν του αρχηγού και εφορμήσαντες έτρεψαν εις φυγήν όλην την εχθρικήν δύναμιν και ακολουθούσαν διώκοντες, έως ου οι Τούρκοι απεσύρθησαν ωθούντες αλλήλους και εσυσσωρεύθησαν εις έν κοίλωμα το οποίον τους επροφύλαττεν από τα πυροβόλα των Ελλήνων· επροσπάθησαν να οχυρωθώσιν εις τούτο το μέρος, αλλ' οι Έλληνες εφορμήσαντες τους εξέβαλον και τους διεσκόρπισαν, και οι μεν ιππείς διευθύνθησαν εις την προς Αθήνας πεδιάδα, οι δε πεζοί εις έν των γειτνιαζόντων οχυρωμάτων.

Πάν ό,τι με διατάξης θα το πράξω: συ δε ειπέ μοι, τι δύναμαι να πράξω ακόμη. — Να αγαπάς τους ανθρώπους ως αδελφούς, απήντησεν ο Απόστολος, διότι διά της αγάπης δύνασαι να τον υπηρετήσης, εκείνος δε θα σε ευλογή, σε και τον οίκον σου. Η καλύβη του λατόμου ήτο είδος άντρου ωρυγμένου εις το κοίλωμα του βράχου του κλεισμένου εκ του ενός μέρους διά τοίχου από χώματα και σχοίνους.

Ήτο κοίλωμα εις την ρίζαν της δρυός, αιφνιδίως αυτοσχεδιασθέν διά θείας δυνάμεως.