United States or Malawi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι πολλοί γαμπροί, έλεγε, κάνουν καμμιά φορά τη νύφη και γεράζη στο σπίτι του πατέρα της. — Μα είνε ατιμία! φώναξε αγριεύοντας ο Αριστόδημος. — Ατιμίαξατιμία, τι να κάνουμε ; — Τι να κάνουμε; Τώρα θα σου δείξω γω τι θα κάμω. Έτρεξε μέσα, πήρε το καπέλλο του και το ραβδί του κ' ετοιμάστηκε να κατεβή τη σκάλα. — Πού πάς; τον ρώτησε ο Δημητράκης, πιάνοντάς τον απ' το χέρι αλαφρά.

Πες του να κατέβη και θα πάμε κυνήγι. Άλλο ένα τσιγάρο, και φάνηκε ο Μιχάλης με το τουφέκι κι αυτός. — Μα έναν καφέ, αδερφέ μου. Έλα πρώτα μέσα. Την άναψε κιόλας η Βασιλική τη φωτιά. — Πάμε τώρα πούχει κυνήγι, κ' ύστερα γυρίζουμε και τον πίνουμε. — Πάει καλά, κ' έτσι γίνεται. Και ξεκίνησαν όξω προς τα δικά τους τα λιόδεντρα.

Ούτω ο Ιησούς κατεβυθίσθη εις τα ύδατα του Ιορδάνου, — «προσευχόμενος», όπως τόσον χαρακτηριστικώς προσθέτει ο Λουκάς, — και τότε εδόθη άνωθεν το σημείον ότι αυτός ήτο «ο μέλλων να έλθη». Από τους σχισθέντας ουρανούς το Πνεύμα το Άγιον κατέβη εν είδει ακτινοβόλου περιστεράς και επτερύγισεν υπέρ την κεφαλήν του και φωνή εγένετο λαλούσα εις τα ώτα του Βαπτιστού.

Εις το χωριό κατέβη νύκτα και το πρωί μεταβάς εις την εκκλησίαν, ελούφαξεν εις μίαν γωνίαν, ως λαγός, όστις αισθάνεται τον γύπα περιιπτάμενον, αφού δ' εκοινώνησεν, ανεχώρησεν αμέσως εις τα όρη. Βαθμηδόν όμως ανεθάρρησε και κατέβαινε δύο και τρεις φορές το έτος, διά να πηγαίνη εις την εκκλησίαν.

Ήρχισε δε και από την Αιθιοπίαν ο λοιμός αυτού, όπως του Θουκυδίδου, και εκείθεν κατέβη εις την Αίγυπτον και μετεδόθη εις το μεγαλείτερον μέρος της χώρας, ήτις ανήκει εις τον βασιλέα της Περσίας, ευτυχώς δε έμεινεν εκεί. Εγώ λοιπόν τον αφήκα να θάπτη τους δυστυχείς Αθηναίους εις την Νίσιβιν και ανεχώρησα, γνωρίζων εντελώς και όσα μετά την αναχώρησίν μου έμελλε να είπη.

— Ε, τώρα κατάλαβα, Έτσι, πες μου ντε! — Μόνον να θυμάσαι πρώτα-πρώτα να λες τα πειο πολλά από ό,τι περιμένεις να πάρης. Ταις άλλαις ημέραις οι έμποροι λένε ό,τι βαστά η ψυχή τους, σήμερα λένε ό,τι τους κατέβη . . . — Τώρα κατάλαβα. Έννοιά σου!

Ο Άγιος Δημήτριος μπαίνει σαν το φως από την κεντρικήν είσοδο και κρατώντας με τα χέρια παραμερισμένα τα καταπετάσματα. ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Λες ψέμματα! Οι Χριστιανοί κανένα δεν φοβούνται άλλον από τον Θεό! Την πίστι δεν αρνούνται του κυρίου Ιησού και την ομολογάν στο φανερό! Ο έπαρχος της Θεσσαλίας!. . . ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Ο Δημήτριος!. . . Δεν μπορώ. . . Κόλπος θα μου κατέβη!..,

Πάλιν όμως, εάν το ειπούμεν κάπως επικαίρως, δεν θα μας βλάπτη διόλου πλέον. Και όμως διατί τάχα στενοχωρούμαι; Διότι βεβαίως όλα τα ανθρώπινα πράγματα φαίνεται ότι είναι τοιαύτα. Ως προς τι τα λέγεις αυτά; Μου κατέβη να ειπώ ότι κανείς άνθρωπος ποτέ του δεν νομοθετεί τίποτε, αλλά τύχαι και συμπτώσεις πολυειδείς ερχόμεναι ποικιλοτρόπως μας νομοθετούν όλα τα πράγματα.

Είπε και θάρρος έβαλετην πρόθυμην Αθήνη, κ' η θεά 'χύθη απ' ταις κορφαίς του Ολύμπου και κατέβη.

Έκαμε τον σταυρόν του κ' εξεκίνησεν. Αλλά δεν ήργησε να καταλάβη ότι το ζωντόβολον, ένεκα του γήρατος και της μετρίας τροφής την οποίαν είχε λάβει, δεν θ' αντείχε καλώς εις την μακράν οδοιπορίαν, και ότι θα ήτο ικανόν να &μαραζώση& τον αναβάτην. Άμα έφθασεν εις τον επάνω Άι-Γιαννάκην, ου μακράν της πόλεως, κατέβη και απεφάσισε να οδηγή το ονάριον πεζός βαίνων.