Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Κι' απ' του Ολύμπου ταις κορφαίς κατέβη θυμωμένος, Έχοντας εις τους ώμους του δοξάρι και φαρέτραν. Κ' εις τον θυμόν κινούμενος, βρόντιξαν η σαΐτες 'Σ τους ώμους του· κ' επήγαινεν, ομοιάζοντας σαν νύχτα. Εκάθησε τότ' έπειτα μακριά 'πό τα καράβια· Και μετά τούτο έρριξε κατοπινά σαΐταν· Κ' έγινε βρόντος τρομερός απ' τ' αργυρό δοξάρι. Πρώτα ταις μούλαις λάβωσε, και τους γοργούς τους σκύλους.
'Σ τα παγωμένα αθέρια Λάμπουν χρυσά τ' αστέρια, Και 'ς το φεγγάρι που έτοιμο να βασιλέψη σκύβει Πέρα 'ς του Βάλτου τα βουνά — που καταχνιά τα κρύβει — Ασπρίζουν του Ζυγού η κορφαίς η χιονοσκεπασμέναις, 'Σάν νάν' 'ψηλά φαντάσματα, 'ψηλαίς καμαρωμέναις Ως 'ς τ' άστρα, λες κι' απόκρυφα μ' αυτά συνομιλούνε. Ανάρηα-ανάρηα τα Ζυγά την Πούλια ακολουθούνε Και περασμένη τη 'μισή τη νύχτα σημαδεύουν.
Είδες!.. .σαν βγαίνει 'ςταίς κορφαίς όλος ο Κόσμος λάμπει, Και σαν παρθένα νηόνυμφη η Πλάση ξημερώνει Μ' ανθούς, με χόρτα, με δροσιαίς, μ' αηδόνια στολισμένη· Κι' αυτός σαν φεύγει, μάνα μου ο Κόσμος σκοταδιάζει. Μούπε πως είνε βασιληά και μάγισσας αγόρι... Αποσταμένος κάθονταν 'ςτήν βρύση 'λίγην ώρα.
Είπε και θάρρος έβαλε 'ς την πρόθυμην Αθήνη, κ' η θεά 'χύθη απ' ταις κορφαίς του Ολύμπου και κατέβη.
Άκληρος πάντα με φορεί, Όταν ακέφαλο μ' ευρή. Αλλ' αν ακέριο με θωρή, Μόνον θροφή θα με χαρή. Κ ό ρ η-ό ρ η Οπόταν είμαι μοναχή, Έχω και λόγο και ψυχή. Κι' αν στερηθώ την κεφαλή, Γένομαι τότε πολλαπλή. Πολλαίς κορφαίς υψόνω, Αμέτρως μεγαλόνω. Όλη τη γη καταπατώ, Οπού κι' αυτή και 'γώ βαστώ Μια είναι η ζωή μας, Καθώς και η αρχή μας.
Είπε• 'ς τα πόδια τα καλά προσέδεσε πεδούλια ολόχρυσα και άφθαρτα, 'που εφέρναν την επάνω 'ς την θάλασσα, 'ς την άπειρη την γη σαν τους αέραις. κοντάρι επήρε δυνατό μ' ακονισμένη λόγχη, βαρύ, μεγάλο, στερεό, μ' αυτό δαμάζ' ηρώων 100 τα πλήθη, εις όσους οργισθή φρικτού πατρός η κόρη• και από του Ολύμπου ταις κορφαίς εχύθη και κατέβη• κ' εις τ' Οδυσσηά τα πρόθυρα, μες την Ιθάκη, εστάθη εις το κατώφλι της αυλής, κ' εκράτει το κοντάρι, και ξένον, τον Μέντη, ώμοιαζε της Τάφου βασιλέα. 105 κ' ηύρεν εκεί τους ανδρικούς μνηστήραις, οπού τότε 'ς την θύρα εμπρός με τους πεσσούς ξεδίναν, καθισμένοι εις τα τομάρια των βωδιών, οπού 'χαν σφάξει εκείνοι. και οι κήρυκες και οι πρόθυμοι θεράποντες τριγύρω, άλλοι κρασί με το νερόν έσμιγαν 'ς τους κρατήραις, 110 ταις τράπεζαις άλλοι έπλεναν με ολότρυπα σφογγάρια, κ' εμπρός ταις 'βάζαν• κρέατα πολλά μοιράζαν άλλοι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν