United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δεν το νοιώθω, και δεν το ξέρω τάχα πως δε μ' αγαπά; Όταν έρχεται και της πιάνω το χέρι, μόλις μου σφίγγει το χέρι. Όταν την απαντώ στη σκάλα, μια ματιά μόλις και φέβγει. Ναι, βέβαια ξέρει και γέρνει στο στήθος μου απάνω το χρυσό της το κεφαλάκι, όταν είμαστε κ' οι δυο μας ολομόναχοι τη νύχτα στην κάμερή της, όταν την έχω και τη βαστώ και τη σφίγγω στην αγκαλιά μου, όταν είναι δική μου.

Τα ίδια και μεις όλοι· γυρέβουμε, ψάχνουμε, πολεμούμε, καμιά αλήθεια να φανή, να πάρουμε την αναπνοή μας, να διή ο κόσμος από τι μέρος βγαίνει ασπράδα. Όλα τάλλα η θάλασσα τα σκεπάζει. Από την Πάρο βαστώ και γω. Παρκιώτης είταν της μητέρας μου ο πατέρας. Από την Πάρο βαστώ κι ας πα να λεν οι δασκάλοι. Το μέτρο μ’ αρέσει και πολύ μέτριος είμαι. Νομίζουν πως στη γλώσσα που γράφω τα τόλμησα πια όλα.

Του χωρισμού σου την πληγή πώς να τη βγάλω πέρα, Που να με καίγη αρχίνησε σα φλόγα νύχτα ημέρα; Του χωρισμού σου του πικρού το θλιβερό τον πόνο Μέραις θαρρώ πως τον βαστώ, μον δε βαστώ το χρόνο. Του χωρισμού το μέριμνο στο τέλος θα με σώσει, Και τη ζωή για γλήγορα θελά μ' αποσηκόσει. Κι' ο άλυσος κι' η φυλακή μ' εσένα είναι παιγνίδι. Στο χωρισμό σου μ' έφαγε πικρό και μαύρο φίδι.

Ούτ' εγώ δεν βαστώ, απήντησεν ο Αγάθων. — Τότε τόσον το καλύτερον δι' ημάς τους άλλους, επανέλαβεν ο Ερυξίμαχος, δηλαδή εμένα, τον Αριστόδημον και τον Φαίδρον, αν σεις οι δυνατώτατοι εις το πίνειν αποκάματε· διότι ημείς πάντοτε δεν είμεθα δυνατοί πόται. Διά τον Σωκράτη δεν λέγω τίποτε, διότι αυτός είνε ικανός και διά τα δύο, επομένως είτε το ένα κάμωμεν είτε το άλλο, του είνε το ίδιον.

Γιατί και άξιον μ' έκαμε με δύναμι περίσσια, Οπού σε κάθε κίντυνο βαστώ παληκαρίσια Μηδέ του αθρώπου το κορμί, που τόσο δα φαντάζει, Μου φέρει φόβο στην καρδιά, ή να ειπής με σκιάζει. 110 Τα ίσια μες το στρώμα του, οπού κοιμάται, πάνω, Την άκρα από το δάχτυλο, τη φτέρνα του δαγκάνω.

Έρωτά μου, αυτό το γέλιο Είναι, πες μου, περιγέλιο; Αχ! το βλέπω, το νογώ. Το πόσο σε λατρεύω, το πόσο σ' αγαπώ, Των αδυνάτων είναι ποτέ να σου το ειπώ. Τι σ' αγαπώ με τρόπο καθόλου χωριστό, Που μέσα στην καρδιά μου ακέρια σε βαστώ. Κι' η δύναμί σου είναι, που τη ζωογονάει, Την κάνει να χτυπάη, την κάνει και κινάει.

ΛΕΠΙΔΟΣ. Έχετε παραδόξους όφεις εκεί. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ναι, Λέπιδε. ΛΕΠΙΔΟΣ. Οι όφεις σας ούτοι της Αιγύπτου γεννώνται εκ του πηλού διά της επενέργειας του ηλίου· το αυτό συμβαίνει και με τους κροκοδείλους σας. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αληθές. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Ας καθίσωμεν, — ας φέρουν κρασί. Θα πιούμε εις υγείαν του Λεπίδου. ΛΕΠΙΔΟΣ. Δεν είμαι τόσον καλά όσον έπρεπε, αλλά βαστώ ακόμα.

ΦΑΣΟΥΛΗΣ Ουδέ ζωήν, ουδέ μηδέν δεν θέλω, Μεφιστό, ουδέ ψυχήν επάνω μου και ύλην να βαστώ, ουδέ κανένα Μαμμωνά ως νους εκ των πεζών, αλλ' εις μηδέν εμψυχωθείς μηδέν να γίνω ζων, εγκαταλείπων όπισθεν κολάσεις και τρυφάς... ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Μα συ δεν υποφέρεσαι και πρέπει να της φας. ΦΑΣΟΥΛΗΣ Τι βλέπω!... μπα! ο Περικλής χωρίς κανένα κέρατο... κι' ο βλαξ εγώ για Διάβολο τον 'πήρα τετραπέρατο.

Τότε άρχισα να τραγουδώ και να χορεύω, και να βαστώ το ζώον εκείνο με ολιγώτερον κόπον.

Αλλά και η υπομονή έχει τα όριά της και είνε πράγμα όπου λέγει ο άνθρωπος «ως εκεί και μη παρέκει· δεν βαστώ πιοΚαι αλήθεια το κακό επαραμεγάλωσε και η πονεμένη καρδιά του ναύτη δεν μπόρεσε να το χωρέση.