United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σου το είπα όμως και άλλαις φοραίς. Όπου κακομοιριά εκεί και ατυχία. Έπειτα εσύ διαβάζεις βιβλία. Δεν ξεύρεις ότι «κακομοίρης» θα πη άτυχος; Το βέβαιον όμως είνε, ετελείωσεν ο Μπάρμπα-Σταυρής, ότι αν ο Σπύρος επήγαινεν από μικρός σε κανένα Μοναστήρι, μπορούσε σήμερα να είνε κάτι τι.

Ο μαυροναύκληρος όταν έφτασε κυτάζει προσεχτικά· τι να ιδή; Ο καλήτερος κόσμος επήγαινεν εκεί. Οι άρχοντες με τις ολόχρυσες στολές και τα σοβαρά τους πρόσωπα.

Και καθημερινώς επήγαινεν αυξάνοντας και των δύο μας η ευχαρίστησις και η αγάπη, και τέλος πάντων εζούσαμεν με μίαν τελείαν ομόνοιαν, οπόταν αιφνιδίως εκείνος ο ίδιος, που εστάθη ο αίτιος της ευτυχίας μου, μας αναποδογύρισεν όλες μας τες ηδονές, και εκατάντησε την ευτυχίαν μας εις κατάστασιν αξίαν δακρύων και ευσπλαχνίας, ως θέλετε τον ακούσει.

Τότε, σαν ενύκτωσε, ο Σταμάτης, τ' αγιόπαιδο, καθώς τον επωνόμαζεν η μάμμη του, εσήκωσεν επανάστασιν, απαιτών να υπάγουν ομού εις το Παλαιόν Χωρίον, άλλως ηπείλει ότι θα επήγαινεν αυτός ή μόνος ή με δύο βοσκόπουλα τα οποία θα ωδήγουν τα μικρά κοπάδια τους προς το μέρος εκείνο. Η γραία ενέδωκε, και άμα τη ανατολή της σελήνης ανεχώρησαν ομού.

Εκάθισε, δίπλα εις του Πουλιού τη Βρύσι, διά να ξαποστάση και πάρη τον ανασασμόν της. Σχεδόν είχε βεβαιωθή πλέον ότι οι δύο «νομάτοι» δεν είχαν κατορθώσει να διαβώσι το Μονοπάτι στο Κλήμα. Αλλά δεν ησθάνετο ασφάλειαν η δύστηνος, καθημένη εκεί. Όθεν, μετ' ολίγα λεπτά εσηκώθη, επήρε το καλάθι της, κ' έτρεξε τον κατήφορον. Τώρα πλέον επήγαινεν αποφασιστικώς εις τον Άι-Σώστην, εις το Ερημητήριον.

Προ ολίγου επεράσαμεν απ' εκεί με τον Κύριον Μαιμάν. Εκεί επήγαινεν ο Νίκος προς ανεύρεσιν του αδελφού του. Ποίος ηξεύρει τι είχε κατά νουν να ειπή, και πώς να ομιλήση! Δυστυχώς συνηντήθησαν εδώ! Ο Παντελής αναβαίνων κατόπιν του Νίκου δεν έβλεπεν ακόμη τον Μίχον. Είδε μόνον τον Νίκον να σταθή έξαφνα εις το τέλος του ανηφόρου, να σύρη από την ζώνην την μάχαιράν του και να την ρίψη εις την θάλασσαν!

Ο Μπαμπούκος ήτον γηραιός θαλασσινός, ο οποίος επί σαράντα χρόνους είχε γυρίσει όλην την Μαύρην και την Άσπρην θάλασσαν, την Μεσόγειον και μέρος του Ωκεανού, ως λοστρόμος με τα καράβια. Είτα είχε ζητήσει να λάβη σύνταξιν, αλλά τα «χαρτιά του δεν ήσαν καλά», του είπαν. Τώρα επήγαινεν ως σύντροφος με μισό μερίδιον, με τας λέμβους τας αλιευτικάς και πορθμητικάς.

Δεν επήγαινεν ο κυρ-Μιχάλης, δεν επήγαινε και η κυρά-Μιχάλαινα εις την ενορίαν της.

Κανείς δεν ηδύνατο ν' αντιμετωπίση τον Ούρσον. Αλλ' επειδή ο Βινίκιος θα είχεν ίσως την φαντασίαν να την συνοδεύση διά πολλών δούλων, ο Ούρσος θα επήγαινεν αμέσως προς τον επίσκοπον Λίνον να του ζητήση βοήθειαν και συμβουλήν. Ο επίσκοπος θα διέτασσε τους χριστιανούς να τρέξουν εις βοήθειαν και θα την απηλευθέρωνον διά της βίας. Αύτη ήτο η γνώμη της Ακτής.

Αλλά δεν με γελάς άλλην φοράν. Και ήρπασεν τον μικρόν Κλώσον από την μέσην, τον έχωσεν εις τον σάκκον, έβαλε τον σάκκον εις την ράχιν του και του είπε. — Τώρα πηγαίνω να σε πνίξω. Έως να φθάση εις τον ποταμόν είχε πολύν δρόμον να κάμη, και ο μικρός Κλώσος ήτο βαρύς. Εκεί όπου επήγαινεν, επέρασεν από μίαν εκκλησίαν, εις την οποίαν έψαλλαν.