United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όχι, μου απεκρίθη, δεν το ηξεύρω· μα ο αδελφός μου ο πλέον γεροντότερος, που θέλεις εύρει παρεμπρός, ελπίζω πως θέλει σου το φανερώσει. Ακολούθησα να περιπατώ και είδα πολλά ογλήγορα και τον τρίτον γέροντα που εδούλευε την γην· αυτός δεν είχε μίαν τρίχα άσπρην εις το κεφάλι του, και μου εφαίνονταν τόσον δυνατός, που δεν ημπορούσα να στοχασθώ πως ήτον ο πλέον γεροντότερος από τους άλλους δύο.

Το έτος εκείνο θα επήγαινε και αυτή, σαν νοικοκυρά, μαζί με τον κυρ-Μιχάλην, τον άνδρα της, εις την ενορίαν της, σαν αγαπημένον ανδρόγυνον, εις τον ναόν του αγίου Δημητρίου, εις του Ψυρή, με καλά της φορέματα, με μίαν μεγάλην άσπρην λαμπάδα, καμαρώνουσα τον άνδρα της τον κυρ- Μιχάλην, πενηντάρην και πλέον, πρόσωπον πολιόν, στενόν και μακρόν, μ' ένα μαύρο καρυδοειδές, εξοχήν σαρκός, εν μέσω του μετώπου, εν είδει στέμματος.

Ο Μπαμπούκος ήτον γηραιός θαλασσινός, ο οποίος επί σαράντα χρόνους είχε γυρίσει όλην την Μαύρην και την Άσπρην θάλασσαν, την Μεσόγειον και μέρος του Ωκεανού, ως λοστρόμος με τα καράβια. Είτα είχε ζητήσει να λάβη σύνταξιν, αλλά τα «χαρτιά του δεν ήσαν καλά», του είπαν. Τώρα επήγαινεν ως σύντροφος με μισό μερίδιον, με τας λέμβους τας αλιευτικάς και πορθμητικάς.

Και θεωρώντας προς την θάλασσαν δεν είδα παρά νερό και ουρανόν· έπειτα γυρίζοντας τα μάτια προς την στερεάν γην του νησιού, είδα πολλύ μακράν ένα πράγμα λευκότατον και στρογγυλόν, αλλά διά το μάκρος του διαστήματος δεν εδυνήθην να διακρίνω τι ήτον, όθεν κατεβαίνοντας από το δένδρον, έτρεξα προς εκείνο το μέρος και πλησιάζοντας εκεί είδα μίαν σφαίραν άσπρην και μεγαλωτάτην εις σχήμα αυγού και ο μεν γύρος της ήτον έως δώδεκα οργυιές, το δε μάκρος έως δεκαπέντε.

Ορθία εις την θύραν της, με τον αγκώνα επί της παραστάδος κ' επ' αυτού την κεφαλήν, ατάκτως τυλιγμένην εις την άσπρην μπόλια της, παρακολούθει διά του βλέμματος τον υιόν, όστις με υπόπτερον βήμα ανεπήδα τα χαλάσματα, σπεύδων προς τους συντρόφους του.

Αλλά τώρα πήγαινε να λουσθής, μήπως έλθη και σήμερα εκείνος ο νέος, ο Εύκριτος, γιατί μούπε ότι θάρθη. Μήτηρ και Μουσάριον. ΜΗΤΗΡ. Αν πετύχωμεν κι' ένα άλλο τέτοιον εραστήν, Μουσάριον, κόρη μου, σαν το Χαιρέα, πρέπει να θυσιάσωμεν εις την πάνδημον Αφροδίτην μίαν άσπρην αίγα, εις δε την εν κήποις ένα δαμάλι και να στεφανώσωμεν την πλουτοδότειραν θεάν, διότι η ευτυχία μας θα είνε πολύ μεγάλη.

Ήτο όλος αλίμενος, ονειρώδης τόπος, θεσπέσιον πέλαγος, το κράτος του Βορρά. Τα κύματα εδολιχοδρομούσαν, όλην την ημέραν, από όρθρου βαθέος μέχρι δειλινούεις όλην την βόρειον Άσπρην θάλασαν, ανάμεσα στα Μπογάζια και τον Όλυμπον, τον Άθωνα και το Γρυπονήσι, και κοντά το βράδυ μόλις έφθαναν εις το τέρμα διά να ξεσπάσουν και αναπαυθούν στο Κάστρο του Βορρηά.

Χάνονται υπό το καταπράσινον κύμα, και πάλιν ιδού αναφαίνονται παρά το πλευρόν της σκούνας, η οποία ως διά μαγνήτου τα προσελκύει κοντά της, τα σύρει μαζύ της. Τώρα είνε πίσω. Τώρα ήλθαντην μέση. Ένα κοπαδάκι, δύο κοπαδάκια, τρία κοπαδάκια. Μικρά-μικρά. Με κοιλίαν άσπρην, με ματάκια μαύρα, ως γυαλιστερές χανδρίτσες.

Τινές δε, και αν δεν το επεθύμουν χάριν του διπλού χορηγήματος, αλλ' εφοβούντο τα μίση και τους κατατρεγμούς, και δεν ήθελον να εκτεθώσι και απέναντι του κόμματος των Χαλασοχώρηδων. Ολίγοι μόνον εκλογείς εφόρουν φανερά το σημείον του κόμματος, άσπρην κορδέλλαν ως Χαλασοχώρηδες ή κοκκίνην ως Ανδρογυνοχωρίστραις.

Κατά την ώραν του προγεύματος ήλθε να κλωθογυρίση περί την άσπρην όρνιθα, μετά δειλίας όμως και συστολής, ως σύζυγος αισθανόμενος ότι έχει όλα τα άδικα και μη βέβαιος αν θα συγχωρηθώσιν. Εκείνη εκαμώνετο ότι δεν τον βλέπει.