United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βλέποντας τον εαυτόν μου εις αυτήν την μορφήν, άρχισα να στοχάζωμαι την δυστυχισμένην μου κατάστασιν, και δεν ήτον τόσον ο πόνος της δυστυχίας μου που με έθλιβεν, όσον ήτον εκείνος που έθρεφα διά τον Καρούκ· αλλοί εις εμέ, έλεγα κάθε στιγμήν· τι θέλει είναι διά τον αγαπημένον μου Καρούκ; πώς θέλει ημπορέσει πλέον να λάβη την πλήρωσιν της επιθυμίας του; θέλει με καρτερεί χωρίς ποτέ να με μεταϊδή, και μη βλέποντάς με θέλει έλθει εις απελπισίαν.

Ομολογώ, μου λέγει ο Σαέδ, αφού και με αφηκράσθη, πως είνε μία μεγάλη θλίψις να θεωρηθής ανάμεσα εις τες αγκάλες μιας παρομοίας τερατώδους αγαπητικιάς· με δίκαιον τρόπον είνε η κλίσις σου τόσον εναντία εις την θέλησιν αυτής, η γνώμη μου συμφωνεί με την εδικήν σου, μα την ζωήν σου πρέπει να την προτιμήσης περισσότερον από κάθε τι· στοχάσου πόσον θλιβερόν είνε να χαθής εις τέτοιαν ηλικίαν που ευρίσκεσαι· κάμε μίαν απόφασιν εις του λόγου σου, ω αγαπημένον μου βασιλόπουλο, και προτίμησε την ζωήν σου καλύτερον από τον θάνατον.

Το έτος εκείνο θα επήγαινε και αυτή, σαν νοικοκυρά, μαζί με τον κυρ-Μιχάλην, τον άνδρα της, εις την ενορίαν της, σαν αγαπημένον ανδρόγυνον, εις τον ναόν του αγίου Δημητρίου, εις του Ψυρή, με καλά της φορέματα, με μίαν μεγάλην άσπρην λαμπάδα, καμαρώνουσα τον άνδρα της τον κυρ- Μιχάλην, πενηντάρην και πλέον, πρόσωπον πολιόν, στενόν και μακρόν, μ' ένα μαύρο καρυδοειδές, εξοχήν σαρκός, εν μέσω του μετώπου, εν είδει στέμματος.

Ω φίλε, άνοιξε τα μάτια σου και ξαναγνώρισε τον αγαπημένον σου ξένον· εγώ είμαι εκείνος, που εσύ με μεγάλην μεγαλοπρέπειαν και αγάπην με εδέχθης εις το σπήτι σου και με εδώρησες τόσα υπέρπλουτα πράγματα, που υπερβαίνουν τα πλούτη των βασιλέων.

Με τες χρυσές αχτίδες σου δείξε μου μιαν ημέρα Τον νιον αυτόν τον θεριστή, που τραγουδάει την νύχτα, Να τον γνωρίσω, να τον 'δώ' διάνεμμα να του κάμω Την νύχτα να μη τραγουδάη, 'ς τον κάμπο να μη βγαίνη, Νάρχεται με του φεγγαριού τ' απόσκιατην αυλή μου Να τον χορταίνω φίλημα, να τον χορταίνω αγκάλια Αφιερώνεταιτον αγαπημένον μου κ. Κ. Καζαντζήν.

Η γέφυρα αύτη εις τους χρόνους των κλεφτών ανεσύρετο την νύκτα προς ασφάλειαν, να μη το πατήσουν οι κλέφτες το αγαπημένον Κάστρο μου.

Εις τον ορνιθώνα ή μάλλον την αυλήν του αγροτικού εν Χίω πύργου, όπου έμενα το θέρος πριν το κρημνίση ο σεισμός, συνέζη χαριτωμένον και αγαπημένον ανδρόγυνον, αποτελούμενον εκ πετειναρίου και ορνιθούλας, του είδους το οποίον ονομάζουν λειόπτερον οι ορνιθολόγαι και αγνοώ πώς οι ορνιθοτρόφοι.

Η Κυρά και ο Κουλούφ εκάθησαν εις την τράπεζαν, και ο σκλάβος έστεκεν ορθός· και καθώς ο σκλάβος έδιδεν ευχαρίστησιν της Δηλαράς με τα μέτωρά του, εζήτησε θέλημα από τον αγαπημένον της, διά να τον βάλη να καθήση εις την τράπεζαν με αυτούς. Ο Κουλούφ αφού και έκαμε κάποιες εναντίωσες, τον επρόσταξεν και εκάθησεν ανάμεσόν τους, και άρχισαν διά να φαν.

Αι, πόλις της Θεσσαλίας, εχάθηκα, απέθανα.. Δεν έχω πλέον απογόνους, δεν έχω παιδιά εις το σπίτι μου. Ω, τι συμφοραί μου ήλθαν του αθλίου! Προς ποίον φίλον να γυρίσω τα μάτια μου, διά να ανακουφισθώ. Ω αγαπημένον στόμα και πρόσωπον και χέρια! Διατί να μη σε εύρη η τύχη αυτή εις την Τροίαν, εις τας όχθας του Σιμόεντος! ΧΟΡΟΣ Ο θάνατος του τότε θα ήτον ενδοξότερος και η ιδική σου λύπη ολιγωτέρα.

Ω τρελλός που είμαι, εφώναξα, διατί να μην ερωτήσω τον Σουλτάνον, τον πατέρα μου, τίνος ήτον αυτή η εικόνα που ηύρα εις τον θησαυρόν του· αυτός βέβαια ήθελε μου το φανερώσει, και εγώ δεν ήθελα λάβει τόσα κίνδυνα διά αυτήν την υπόθεσιν και δεν ήθελα χάσει και τον αγαπημένον μου Σαέδ.