United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός ο βασιλέας εκάθονταν επάνω εις το θρονί του, και ωσάν είδε τον Αμπτούλ εσηκώθη με βίαν και επήγε και τον εδέχθη· τον οποίον εκράτησε πολλήν ώραν είς τες αγκάλες του χωρίς να ημπορέση να προφέρη λόγον, τόσον μεγάλη εστάθη η χαρά του· και αφού έλαβε την αναπνοήν του, είπε του Αμπτούλ.

Στο διάβα τους από τη Νίσιβη στην Αντιόχεια κρατούσαν πάλι οι Λεγεώνες το Λάβαρο, καθώς στου Κωσταντίνου τους χρόνους. Μονομιάς ακύρωσε τα προστάγματα του Ιουλιανού και κήρυξε νόμιμη θρησκεία του βασιλείου τη Χριστιανική. Μ' ανοιχτές λοιπόν αγκάλες τον αποδέχουνταν οι Χριστιανοί του υπήκοοι απ' όπου διάβαινε.

Το σκαρί της όμως δεν είταν από μαζώχτρες. Εκεί καταστάλαξε, μα πούθε ξεκίνησε, ένας θεός το κατέχει. Α με πολυσφίξης, θα σου αποκριθώ πως ξεκίνησε από λαμπρότερων αιώνων αγκάλες, από τα μακαρισμένα τα χρόνια που οι αθάνατοί μας τεχνίτες βρίσκανε πρότυπα όπου κι αν πρωτογύρευαν.

Έτσι λέγοντας η Κεριστάνη, έκραξεν ένα εξωτικόν, και το επρόσταξε να φέρη ευθύς τον βασιλέα εις το παλάτι του εις την Κίναν. Ο εξωτικός υπακούοντάς τον επήρεν εις τες αγκάλες του, και εν τω άμα τον έφερεν εις την Κίναν, και τον απόθεσεν εις το παλάτι του.

Ευθύς σε υπακούω, ω αυθέντη, απεκρίθη ο εξωτικός, με όλον που μου κακοφαίνεται που με υστερείς από την αγαπημένην μου Μάλκαν. Και έτσι λέγοντας μας επήρεν υποκάτω εις τες αγκάλες του και τους δύο, και εις την ίδιαν ώραν ευρεθήκαμεν εις το βασίλειον του Σερενδίβ, και αφίνοντάς μας εκεί έφυγεν εν τω άμα φοβούμενος να μη τον παιδεύσω διά την αρπαγήν που έκαμε της Μάλκας.

Και δεν απέρασαν ολίγες ημέρες που από την θλίψιν της εξεψύχησεν εις τες αγκάλες μου, ζητώντας μου συμπάθειον διά ένα ανόμημα, του οποίου δεν ήτο πταίστρια. Δεν ημπορώ να σας διηγηθώ καταλεπτώς τον πόνον, και την θλίψιν που έλαβα εις το να χάσω τοιούτης λογής γυναίκα.

Τότε ο υιός του ο Καλάφ τρέχει και τον πιάνει εις τες αγκάλες του.

Μα ποιος απ' όσους κατοικούν κάτω απ' το φως του ήλιου τις χάριτές μας δέχεται μ' ολάνοικτες αγκάλες και δεν τις αποδιώχνει ευθύς δίχως κανένα δώρο Κι αυτές με φρύδια σουφρωτά και με γυμνά τα πόδια ξαναγυρίζουν σπίτι μας και μας παραπονιούνται πως άδικα τις στείλαμε να κάνουν τόσο δρόμο.

Ευθύς η Κεριστάνη προστάζει δύο εξωτικούς διά να υπάγουν να της φέρουν τα παιδιά της· οι εξωτικοί δεν άργησαν να της τα φέρουν έμπροσθέν της. Ο βασιλεύς της Κίνας, με όλον που ήτον τόσον θλιμμένος διά τον χαμόν της τροφής, εδόθη εις μεγάλην χαράν εις το να ιδή τα δύο του παιδιά, που έφεγγαν ωσάν το φως, τα οποία, παίρνοντάς τα εις τας αγκάλες του με μεγάλην αγαλλίασιν, τα εφιλούσεν.

Διότι μίαν βραδειάν, γυρίζοντας από μίαν συναναστροφήν φίλων και φθάνοντας εις το σπήτι μου, κτυπώ την πόρταν και κανείς δεν μου αποκρίνεται ούτε μου ανοίγει. Κράζω την βασιλοπούλαν, και αυτή δεν αποκρίνεται εις την φωνήν μου. Τρέχω εις όλα τα μέρη του σπητιού, και μην ευρίσκοντάς την, έπεσα αποκαμωμένος εις τες αγκάλες ενός γείτονός μου.