United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φαίδρος Συ δα πλέον, θαυμάσιε Σωκράτη, μου φαίνεσαι περιεργότατος άνθρωπος· διότι πραγματικώς με τους λόγους σου αυτούς ομοιάζεις με κάποιον ξένον επισκέπτην και όχι με εντόπιον· ενώ κατά τα φαινόμενα ούτε έξω των συνόρων ταξιδεύεις ούτε έξω του τείχους καθόλου δεν εξέρχεσαι.

Πόσον διάφορος των Φαρισαίων, οίτινες ισχυρίζοντο ότι υπήρχε μολυσμός εις την απλήν αφήν εκείνων οι οποίοι είχον αυτοί απλώς θιχθή υπό του βεβήλου όχλου, είχον δε διατυπώσει ως κανόνα ότι ουδείς ώφειλε να δεχθή ξένον εις την οικίαν του αν απλώς τον υπώπτευεν ως αμαρτωλόν!

Τότε οι Αιγύπτιοι είπον ότι ούτω διατάττοντες τον αγώνα εμακρύνοντο όλως διόλου από το δίκαιον, διότι αδύνατον ήτο να μη κλίνωσι προς το μέρος του αγωνιζομένου συμπολίτου των αδικούντες τον ξένον.

Η φράσις αύτη ένυξε πάσας τας απορίας μου, ανεκάλεσε πάσας τας υπονοίας, ας είχον συλλάβει από πολλών ημερών. Παραχρήμα η εκφρασις του προσώπου μου μετεβλήθη, και λαβούσα σκίμποδα έθηκα αυτόν παρά τον τοίχον και παρεκάλεσα τον ξένον να καθίση. Εκείνος υπήκουσε. — Λοιπόν έχουν σκοπούς; είπον χωρίς να κρατηθώ· έχουν σκοπούς, είπες; Και τι σκοπούς έχουν δι' αυτήν την μικράν, παρακαλώ;

Το πρόσωπόν του μόνον ωμοίαζε πλέον προς αμνάδος πρόσωπον, επίμηκες και παχύ ως φουσκωμένον. Πλην υπό τας πυκνάς και μεγάλας οφρύς έλαμπον δύο λυγκέως οφθαλμοί, οξύτατοι, υαλιστεροί. Ο λιμενοφύλαξ κυττάζων περιέργως τον ξένον, ηθέλησε διά νεύματος να μάθη παρά του αλιέως τις ήτο: — Από το Προμύρι!

Αν ήρθες να μου πης πως πέθανε και μούφερες τις παραγγελιές του, πάρτες πίσω και πήγαινε στο καλό. Γιατί αυτός στάθηκε σκληρός μαζή μου και δε μούκανε το χατήρι που του ζήτησα. Ο ξένος πέτρωσε απάνω στα πόδια του. Θυμήθηκε τα δάκρυα πούχυνε πεθαίνοντας στον ξένον τόπο τόμορφο παλικάρι, θυμήθηκε τα γλυκόλογα που του 'δωκε να φέρη στην καλή του και ράγισε άλλη μια φορά η καρδιά του.

Ο Ιωσήφ παρακαλεί τον Πιλάτον ίνα επιτρέψη αυτώ να θάψη «τον ξένον Ιησούν και ωνειδισμένον . . .» Ψάλλουσιν οι μελίφθογγοι ψάλται, ακολουθούντες την λιτανείαν του Επιταφίου και υπηχεί ο λαός ως δι' ενός στόματος. — Δος μοι τούτον τον ξένον! . . . Ω πατρίς μου μικρά, πόσον μεγάλη είσαι εν τη θρησκεία σου! Η μελωδία γλυκυτάτη ολονέν προσεγγίζει.

ΟΡΑΤΙΟΣ Θεέ του Ελέους! αλλά τούτο πράγμα ξένο είναι πραγματικώς! ΑΜΛΕΤΟΣ Και συ λοιπόν ως ξένον να το καλοδεχθής. Πολλά πράγματα, Οράτιε, ο Ουρανός έχει και η Γη, 'πού καν δεν είδε 'ς τ' όνειρό της αυτή σας η φιλοσοφία. Ορκισθήτε.

Εάν όμως κανείς αποδειχθή ότι το οικειοποιείται, ας δημευθή, και όστις το γνωρίζει και δεν το μαρτυρεί ας είναι συνένοχος με τον μετακομιστήν του εις την κατάραν και το όνειδος και περιπλέον εις πρόστιμον όχι ολιγώτερον από το ξένον νόμισμα, το οποίον έφερε.

Την νύκτα, ο άνεμος εμετριάσθη και ο καιρός εφαίνετο ότι εβελτιώθη. Τέσσαρες ή πέντε λέμβοι έκαμψαν το ανατολικόν του λιμένος ακρωτήριον, και δεν εβράδυναν να φθάσουν εις την Σπηλιάν, ολίγω πλησιέστερον της ακτής όπου είχε βυθισθή το ξένον πλοίον. Τινές των συντρόφων εζήτουν επί τόπου να μοιρασθούν τα λάφυρα, διά να φέρη «ο καθένας το δικό του». Ο Λούκας έκανε «κουμάντο» εις όλα.