United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν είσαι σκοτωμένος! Δέκα κατάρτια υψηλά, το έν επάνω 'ς τ' άλλο, το ύψος οπού έπεσες δεν ημπορούν να φθάσουν. Θαύμα να είσαι ζωντανός! Ομίλησέ μου πάλιν. ΓΛΟΣΤ. Αλήθεια όμως έπεσα ή όχι; ΕΔΓΑΡ Απ' επάνω απ' του φρικτού αυτού κρημνού την κορυφήν. Ιδέ την! Ούτε ν' ακούσης ημπορείς ούτε να διακρίνης εκεί επάνω το πουλί, όσον κι' αν λαρυγγίζη. Γύρνα κ' ιδέ! ΓΛΟΣΤ. Αλλοίμονον! Δεν έχω πλέον 'μάτια.

Ιδού δε και το επίγραμμα το οποίον υπήρχεν επί της στήλης και το οποίον αξίζει να αναφέρω αυτολεξεί. «Πάσχω ως ο Τάνταλος• καιόμενος υπό του φρικτού δηλητηρίου, και την βάσανον της δίψης μου αδύνατον να καταπαύσουν του Δαναού αι θυγατέρες, αδιακόπως καταγινόμεναι ν' αντλούν ύδωρ».

Η Φαίδρα, η Πρόκνη εφάνηκαν κ' η εύμορφη Αριάδνη, κόρη του Μίνωα του φρικτού, 'που από την Κρήτη πέρα έπαιρνε νύμφηνταις ιεραίς Αθήναις ο Θησέας, αλλά, πριν κείνος την χαρή, την είχε μαρτυρήσει ο Διόνυσος, κ' η Άρτεμις την φόνευσετην Δία. 325

Ο Ιησούς καθ' οδόν. — Αποκάλυψις περί του φρικτού Τέλους. — Οι υιοί του Ζεβεδαίου. — Το ποτήριον και το Βάπτισμα. — Ιεριχώ. — Ο Βαρτίμαιος. — Ο Ζακχαίος. — Η μετάνοια του. — Η Παραβολή των Ταλάντων. — Εις Βηθανίαν. — «Σίμων ο Λεπρός». — Η αποσιώπησις των Συνοπτιστών. — Η προσφορά της Μαρίας. — Η λύσσα του Ιούδα. — Ευλογία της Μαρίας υπό του Ιησού. — «Εις το ενταφιάσαι με εποίησε». — Συμβούλιον του Προδότου μετά των Ιερέων.

Οι κρότοι των πυροβόλων επηκολούθουν συνεχείς. Από του στόλου και από του φρουρίου οι Τούρκοι ετέλουν παταγωδώς του φρικτού θριάμβου των τα προεόρτια. ― Αλλοίμονον εις την Χίον! ανέκραξεν ο πατήρ μου. Και εξηκολουθήσαμεν τον δρόμον μας. Ο Πύργος όπου μετεβαίνομεν εκείτο εντός φάραγγος. Ο ορίζων ήτο περιορισμένος, ουδ' εφαίνετο εκείθεν η θάλασσα.

Ευθύς η μάγισσα εβγήκεν από το παλάτι των δακρύων, και λαμβάνοντας ένα ποτήριον νερόν ανακάτωσε μέσα μίαν σκόνην, λέγοντας κάποια λόγια ως που έβρασε το νερόν, και πλησιάζοντας εις τον νέον βασιλέα τον άνδρα της τον ερράντισε με τούτο το νερόν, και του λέγει· Σε προστάζω και σε εξορκίζω εις την δύναμιν του μεγάλου και φρικτού δράκοντος και εις την ενέργειαν των επτά πλανητών να αναλάβης την πρώτην σου μορφήν.

Αυτά 'πε κείνη, κ' έπιασεν αυτούς αχνή τρομάρα· έτρεμαν και απ' τα χέρια των έφυγαν τ' άρματά των καθώς εφώναξε η θεάτην γην επέφταν όλα, 535 και προς την πόλιν έστρεψαν να σώσουν την ζωή των. εβόησ' ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας, μαζώχθηκεν, ως αετός εχύθ' υψηλοπέτης. τον καπνοβόλον κεραυνόν τότ' έρριξε ο Κρονίδης, κ' έπεσ' εμπρός εις την θεάν, κόρην φρικτού πατέρα. 540 και του Οδυσσέα φώναξεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη· «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, στάσου, παύε τον πόλεμον, όμοιο κακόν εις όλους, μη πέσης ήδητην οργή του βροντοφώνου Δία».