United States or Western Sahara ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Από τον νουν σου βγάλε την. Όπως σου λέγω κάμε. ΡΩΜΑΙΟΣ Να με διδάξης και τον νουν λοιπόν να σταματήσω. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ελευθερίαν, αδελφέ, 'ς τα μάτια σου να δώσης. Ιδέ και άλλαις ευμορφιαίς. ΡΩΜΑΙΟΣ Αυτός θα ήναι τρόπος ακόμη πλέον εύμορφη να μου φανή εκείνη.

Τι λες, Ταλμούχ, μου είπεν ο ευνούχος είνε εύμορφη ετούτη η κατοικία; ναι, μου αρέσει κατά πολλά, του απεκρίθηκα εγώ· ας είναι, ακολούθει μοι, μου εξαναείπεν αυτός.

Όχι, ω εύμορφη Κατηγέ είπεν ο γέρων, εγώ δεν θέλω ποτέ σε βιάσει, σου το τάσσω με τον όρκον μου, και εις κανένα πράγμα δε θέλω σου αντισταθή, που να μην είνε της ορέξεώς σου και θέλεις είσαι νοκοκυρά εις ό,τι έχω, και το περισσότερον οπόταν σε ιδώ πως η θεωρία μου σε ενοχλεί σου τάσσω πως να ξεμακρύνω από λόγου σου διά να μην έχεις αιτίαν να παραπονεθής απ' εμένα.

Ναι, ω κυρά, είπεν ο Κουλούφ αυτός έχει πολλά ωραίες σκλάβες, και διά τώρα, αγαπά μίαν που ονομάζεται Γουλαδάμ· ετούτη είνε μία νέα πολλά ωραία, και ήθελα ειπεί πως αυτή θα ήτον η πλέον εύμορφη που ευρίσκεται στον κόσμον, ανίσως και δεν ήθελα ιδεί εσένα· επειδή και το κάλλος σου υπερβαίνει κατά πολλά εκείνης, και δεν ημπορεί με κανένα τρόπον να παρομοιασθή με εσένα.

Εύμορφη κυρά, απεκρίθη ο Χόντζας, εγώ είμαι πάντοτε εις την ίδιαν γνώμην· έχω έτοιμα δύο χιλιάδες φλωριά διά να σου χαρίσω, αν μου κάμης την ευχαρίστησιν.

Αυτά 'πε, και ο Τηλέμαχος με κρότον επταρμίσθη, 'π' όλο το δώμα εβρόντησε• γέλασ' η Πηνελόπη, και προς τον Εύμαιον έλεγε με λόγια πτερωμένα• «Άμε, τον ξένον κάλεσε, και φέρε τον εμπρός μου• δεν είδες πώς πταρμίσθηκετα λόγια 'που 'πα ο υιός μου; 545 δηλοί 'π' άσφαλτος θάνατος θε ναύρη τους μνηστήραις όλους• κανείς τον θάνατον, την μοίρα, δεν θα φύγη. και άλλο τι ακόμη θα σου ειπώ να το φυλάξη ο νους σου• αν τον γνωρίσω αληθινόν εις όσα μου διηγείται, θα τον ενδύσω μ' εύμορφη χλαμύδα και χιτώνα». 550

Τότε η θεά του απάντησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• 420 «Γι' αυτόν μη τόσο ανησυχής εγώ τον ωδηγούσα• εκεί να υπάγη κ' εύμορφη να λάβη εκείνος φήμη κόπον δεν έχει αυτός εκεί κανέναν, αλλά μένειάπειρ' ανάμεσα καλά, 'ς τα δώματα του Ατρείδη• τώχουν καρτέρι αληθινά με το καράβ' οι νέοι, 425 όπως του πάρουν την ζωή πριν φθάσ' εις την πατρίδα• δύσκολο το 'χω• και, θαρρώ, το χώμα θ' αγκαλιάση πολλούς μνηστήραις, απ' αυτούς οπού το βιο σου φθείρουν».

Αν βάλης την ουρά σουτα ακεπά και ασκέπαστο αφήσεις το κεφάλι, θα σου τα πάρη τα δυο η ζάλη, κι' αέρας το κορμί σου θα κτυπά. Ανίσως το ποδάρι σου προσέχης και να φροντίζης την καρδιάν ξεχνάς, και πόνους εις τους κόλπους σου θα έχης, Κι' αντί να έχεις ύπνο, θ' αγρυπνάς. Διότι ακόμη δεν έγινε εύμορφη γυναίκα να μη κάμη μορφασμούς εις τον καθρέπτην. ΛΗΡ Όχι!

Ένας Αράπης σκλάβος του κλέπτη, και κυβερνήτης των αλόγων του, εθεώρησε με μιαρόν μάτι την Ρεσπίναν. Ω πόσον είνε αυτή εύμορφη, είπεν ανάμεσόν του, και πόσον ευτυχισμένος ήθελα είμαι αν την ήθελα κάμη να με αγαπήση. Τέτοιες ελπίδες αύξησαν την αγάπην του εις τρόπον που απεφάσισε να την φανερώση εις αυτήν.

Αυτή ήτο η σκέψις της Ανθούλας, καθώς ο ύπνος έκλειε τα βλέφαρά της. Η σελήνη από τα βουνά αντικρύ έρριπτε την λάμψιν της εις το ωραίον προσωπάκι της. Ήτο ολόξανθος κόρη η Ανθούλα. Εάν την έβλεπε κανείς από τους ποιητάς μας τώρα, καθώς εκοιμάτο, θα έλεγε. «Εύμορφη, πεντάμορφη Σαν εικόνα μοιάζει.» — Θα σας ειπώ τι όνειρον είδεν εκείνην την νύκτα.