United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και διά να σε βεβαιώσω πως είνε έτσι, στείλε έπαρέ την, και αν την καταπείσης να με αφήση και να έλθη με εσένα, σου τάσσω πως θα την χωρίσω, και θα υποφέρω με υπομονήν την θλίψιν, που έχει να μου προξενήση ο χωρισμός της.

Βασιλέα μου, του απεκρίθηκα, η ζωή μου είνε εις το χέρι σου· μα τον θησαυρόν ποτέ δεν ήθελα σου τον δείξει, με όλον που να ήξευρα, πως θα μου κάμης τα πλέον οδυνηρότερα παιδευτήρια· όμως διά να σε ευχαριστήσω σου τάσσω να σου δίδω την κάθε ημέραν από δύο χιλιάδες φλωριά, και να μη με πειράξης, ειδεμή και δεν ευχαριστηθής εις τούτο το τάξιμον, είσαι νοικοκύρης να κάμης ό,τι ορίσεις εις εμένα.

Όχι, ω εύμορφη Κατηγέ είπεν ο γέρων, εγώ δεν θέλω ποτέ σε βιάσει, σου το τάσσω με τον όρκον μου, και εις κανένα πράγμα δε θέλω σου αντισταθή, που να μην είνε της ορέξεώς σου και θέλεις είσαι νοκοκυρά εις ό,τι έχω, και το περισσότερον οπόταν σε ιδώ πως η θεωρία μου σε ενοχλεί σου τάσσω πως να ξεμακρύνω από λόγου σου διά να μην έχεις αιτίαν να παραπονεθής απ' εμένα.

Εγώ θέλω παιδεύσει σκληρώς τον τύραννον Μωβαβάκ· θέλω του στείλει μεντζίλiα διά να του κηρύξωσι τον πόλεμον, αν δεν αφήση θεληματικώς τον θρόνον, που αδίκως σου άρπαξεν. Ευχαριστήσου το λοιπόν, μου είπε, να μου δώσης το χέρι σήμερον διά να μου γένης γυναίκα, και αύριον σου τάσσω να βάλω εις έργον τα όσα σου έταξα.

Ω βασιλοπούλα, απεκρίθη ο Δερβύσης, βλέποντάς την φοβισμένην, ποίον δαιμόνιον μας έφερεν εδώ; κοντά μας πιστεύω να είνε το φοβερόν κατοικητήριον της μάγισσας Μερχάνης· αν αυτή μας ιδή είμασθε χαμένοι· αλλοίμονον εις εμέ, σου τάσσω πως εγώ δεν φοβούμαι άλλο, παρά διά λόγου σου· αν ήμουν μοναχός ήθελα κάμει ένα μεγάλο κατόρθωμα, και αγροικώ ότι έχω κάποια καρδιά διά να το εκτελέσω.

Εγώ αισθάνομαι μεγάλην χαράν εις τα όσα μου εξεμηστηρεύθης, και επειδή και έχεις μίαν γυναίκα, που την αγαπάς τόσον, και που επιθυμάς να ευρεθής σιμά της, εγώ σου τάσσω να την ιδής ογλήγορα· μα πόση στράτα στοχάζεσαι να είνε απ' εδώ έως την Μπάσραν, ηκολούθησεν αυτός να λέγη· ηξεύρεις που έχης να περιπατήσης εβδομήντα χρόνους διά να φθάσης εκεί; μα με όλον αυτό το μέγα διάστημα, εγώ θέλω σε κάμει να σε φέρη ένα τελώνιον διά να απολαύσης την Γαντζάδα, που την είδες εις το όνειρόν σου.

Του λόγου σου λοιπόν, μείνε εδώ εις τούτην την πολιτείαν με τους ανθρώπους σου και εγώ θέλω πηγαίνει εις το βασίλειον της Κασμυρίας, και σου τάσσω πως να μην περάση πολύς καιρός που να σου φέρω εδώ το υποκείμενον της επιθυμίας σου.

Κατώκει αύτη εις τον πύργον της, του Δαμουλά λεγόμενον, και ήτο χήρα του Γεωργίου Μπότση· ήτο γυνή πεντήκοντα πέντε ετών, ηλιοκαυμένη και νευρώδης, ως κλέφτης των Αγράφων· είχε δύο θυγατέρας, την Τασσώ τεσσαράκοντα ετών και την Κίτσαν τριάκοντα πέντε, αίτινες είχον υιούς και θυγατέρας εγγάμους.

Τι με ορμηνεύης, ακριβή μου Σουλταμεμέ, να κάμω διά να εβγάλω από την φαντασίαν της θυγατρός μου αυτήν την πλάνην, και να την καταπείσω να κλίνη εις υπανδρείαν; πιστεύεις εσύ να ημπορέσωμεν με κάποιον τρόπον να την καταπείσωμεν να γνωρίση την πλάνην της; Αυθέντα, απεκρίθη εκείνη, αν η υψηλότης σου θέλη αφήση εις εμένα αυτήν την επιστασίαν, σου τάσσω να την καταπείσω, και να την βγάλω από αυτήν την φαντασίαν που την κυριεύει.

Άφησε να κάμω εγώ, της είπα, σου τάσσω ότι θα σου φέρω τα κλειδιά, χωρίς να κινδυνεύσω. Και έτσι λέγοντας εβγαίνω ευθύς από το παλάτι, και πηγαίνω εις το περιβόλι, εις το οποίον βλέπω την Μερχάνην που κοιμούνταν, με την σακκούλαν υποκάτω από το κεφάλι της.