United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν αυτή η συμβουλή σου, Που με τόσην όρεξί σου Να δεχτούμε επιθυμάς, Δεν υπόσκονταν σ' εσένα Κέρδος, διάφορο κανένα, Δεν την πρόβανες σ' εμάς. Ω φιλόσοφοι σοβαροί, Οπού με γνώμη σταθερή Ξοδεύετε παντοτεινά Χρόνια ζωής προσωρινά, Για να ξηγάτε τολμηροί, Όσα ο νους σας δε χωρεί· Καταδεχτήτε ολίγο τι Προσεκτικό να βάλτε αυτί Σε Γάτου φέρσιμο και νου, Σοφού σωστά αληθινού.

Υιέ του Αδάμ, μου είπεν ένα από αυτά διά ποίαν τύχην ευρίσκεσαι ανάμεσα εις τα τελώνια της γης; Αυτωνών τότε τους εδιηγήθηκα τα συμβεβηκότα μου. Και ένα άλλο υστερώτερον μου είπεν. Έλα να κατοικήσης με ημάς, και βεβαιώσου πως δεν θέλομεν σε βλάψει· και οπόταν διά κάποιον καιρόν ήθελες μας δουλεύσει, εις ανταμοιβήν θέλομεν σε φέρει εις εκείνον τον τόπον, που επιθυμάς να ευρεθής.

Σε καταλαμβάνω αρκετά, της είπα· μοναχά ότι εγώ θα σε στεφανωθώ, διά να σε δώσω εις τον αγαπητικόν σου· ας είνε το λοιπόν ω κυρά μου, θα γίνη καθώς επιθυμάς μα τι θέλει μου ειπεί ο πατέρας σου, διά το χώρισμα που θέλω σου κάμει; Εις αυτό μη σε μέλη τίποτε, απεκρίθη εκείνη· άφησε να κάμω εγώ, και θέλεις μένει αναπαυμένος.

Εγώ ευρισκόμενος εις τέτοιον χορόν, έτρεπε να χορέψω και με το στανιό μου· και διά να την ευχαριστήσω ηθέλησα να ειπώ την αλήθειαν· αχ, βασίλισσά μου, είπα σαν επιθυμάς να ειπώ την καρδιά μου, εγώ σε παρακαλώ να μη το ήθελες πάρει εις βάρος· η Καλεκάρη είνε εκείνη που πληγώνει την καρδιά μου, χωρίς να καταφρονέσω ούτε την βασιλείαν σου, ούτε τες άλλες ευγενικές νέες που στέκονται, επειδή και ολωνών η ευμορφιά είνε απαρομοίαστη.

Εγώ αισθάνομαι μεγάλην χαράν εις τα όσα μου εξεμηστηρεύθης, και επειδή και έχεις μίαν γυναίκα, που την αγαπάς τόσον, και που επιθυμάς να ευρεθής σιμά της, εγώ σου τάσσω να την ιδής ογλήγορα· μα πόση στράτα στοχάζεσαι να είνε απ' εδώ έως την Μπάσραν, ηκολούθησεν αυτός να λέγη· ηξεύρεις που έχης να περιπατήσης εβδομήντα χρόνους διά να φθάσης εκεί; μα με όλον αυτό το μέγα διάστημα, εγώ θέλω σε κάμει να σε φέρη ένα τελώνιον διά να απολαύσης την Γαντζάδα, που την είδες εις το όνειρόν σου.

Πήγαινε, σκλάβε, στο σπήλαιο μου, πάρε μαζί σου και τους συντρόφους σου· και αν επιθυμάς να σε συμπαθήσω, ευτρέπισέ το ώμορφα. ΚΑΛΙΜΠ. Μάλιστα, κ' εδώ κ' εμπρός θα κάνω φρόνιμα, θα πασχήσω να κερδίσω την αγάπη σου. Χοντρό γαϊδούρι που ήμουνα να κάνω θεό εκείνον τον μεθύστακα! να λατρεύω αυτό ξόανο! ΠΡΟΣΠ. Σύρε· φεύγα. ΑΛΟΝΖ. Σύρτε· και βάλτε τα φορέματα όπου τα βρήκετε.

Κι' είπε τόσα η πονηριά της, Που κοντεύει στα νερά της Την κοπή των Αλουπών Να τραβίση και, να σύρη, 280 Πάσα μια απ' αυταίς να γύρη, Στο δικό της το σκοπόν· Μόνε μια απ' όσαις τότες Ήταν δεύτεραις και πρώταις, Αλουπού καθολική, 285 Ε της λέι, αγαπημένη, Πώχεις την νορά κομμένη, Κι' είσαι τόσο γνωμική, Αν αυτή η συμβουλή σου, Που με τόσην όρεξί σου 290 Να δεχτούμε επιθυμάς,

Εις τοιούτης λογής λόγια εγέλασεν όλη η συντροφία· μα ο ξένος που ήτον εκεί μου είπεν· αυθέντη Μαλέχ, αν επιθυμάς να περιδιαβάσης τον κόσμον χωρίς κίνδυνον, εγώ θέλω σου δείξει, οπόταν θέλης, ένα τρόπον, που να υπάγης από βασίλειον εις βασίλειον, χωρίς να συναπαντήσης κανένα εναντίον. Ελόγιασα ότι αυτός θα εμετωρίζετο.

Εγώ δεν επίστευσα ποτέ, μου είπε με αγριωμένον βλέμμα, ότι ένα τέτοιον πρόβλημα θα σου είνε τόσον μισητόν, και εκαρτερούσα καλώτατα, ότι θα δοθής εις χίλιες αγαλλίασες από την χαράν σου, παρά να σε ιδώ έτσι συγχισμένον· πώς το λοιπόν έχεις αντίρρησιν εις το να με λάβης γυναίκα σου; Κυρά μου, της απεκρίθηκα, δεν είνε έτσι καθώς το στοχάζεσαι· εσύ καλά ηξεύρεις το σέβας, την τιμήν και την αγάπην που σου προσφέρω· και αν επιθυμάς μίαν φοράν την ένωσίν μας, εγώ το επιθυμώ χίλιες· μα ο ουρανός μας κρατεί με ένα εμπόδιον πολλά ανίκητον· και από την σύγχυσίν μου ημπορείς να καταλάβης τον κακοφανισμόν μου.