United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα τέκνα μου είνε αναρίθμητα. Και εκινήθη προς την θύραν, όπως εξέλθη. — Πού θα υπάγητε, ηρώτησεν η Αϊμά. — Θα υπάγω εις την οικίαν μου, οπόθεν ήλθα. — Και πού ευρίσκεται η οικία σας; — Είνε πολύ μακράν απ' εδώ. Η Αϊμά την ηκολούθησεν έξω της θύρας. Είδεν αυτήν λαβούσαν την οδόν, ήτις περιέκαμπτε τον λόφον, και γενομένην άφαντον όπισθεν της πρώτης καμπής. Είτα έτρεξε κατόπιν της.

Εν τούτοις έλαβε την χείρα της Αϊμάς, και τη είπε με στυγνήν φωνήν·Υπάγωμεν. — Πού υπάγομεν, Μάχτο; ηρώτησεν η κόρη. — Εις την άλλην πόρταν, εψέλλισεν ο άγνωστος. Η Αϊμά τον ηκολούθησεν εν σιγή· ο ξένος την ωδήγησεν ουχί διά της αυλής, αλλά διά των ευρέων διαδρόμων του μαγειρείου και της τραπέζης. Η Αϊμά εβάδιζε μετά καρτερίας και αποφάσεως, ο δε ξένος εφαίνετο κατεχόμενος υπό δεινής αγωνίας.

Και αυτή τι την έχεις; επανέλαβεν η γυνή δεικνύουσα την Αϊμάν. — Είνε κόρη μου. — Σαν άρρωστη μου φαίνεται, είπεν η φιλοπράγμων γυνή. Ο Πρωτόγυφτος εμυρμύρισε·Πάμε, Αϊμά. Και λαβών εκ της χειρός την νέαν προυχώρησεν, όπως αποφύγη τας φορτικάς ερωτήσεις της γυναικός εκείνης. Αύτη ηκολούθησεν αυτούς, ανυπόδητος και με την ηλακάτην όπως ήτο, βαδίζουσα τριάκοντα βήματα όπισθεν αυτών.

Τον είλκυσεν από τον βραχίονα και του είπε: — Έλα να βγούμε όξω να σου πω ... . Ο Μανώλης τον ηκολούθησεν ευπειθώς, τόση δε ήτο η ταραχή του, ώστε ουδ' εστράφη προς την Πηγήν, ήτις τους παρετήρει απορούσα και αυτή, αλλά και ανησυχούσα περισσότερον.

Τα έργα του Νίτσε : «Η Γέννησις της Τραγωδίας», «Θεωρίαι ασύγχρονοι», «Ανθρώπινα πράγματα, πολύ ανθρώπινα», «Ξημέρωμα», «Φαιδρά Γνώσις», «Ζαρατούστρας», «Αντίχριστος», «Ίδε ο Άνθρωπος» κτλ. έκαμαν κατάπληξιν, μεταφρασμένα εις κάθε φιλολογικήν γλώσσαν. Απ' όλα αυτά ο καθηγητής του εν Παρισίοις Πανεπιστημίου Λιχτεμπερζέ έκαμεν εκλογήν, την οποίαν ηκολούθησεν ο κ.

Τούτο εξηγήθη από τους περισσοτέρους όλως αντιθέτως, ότι δηλαδή, επειδή εκτελούν τας ιδίας κινήσεις και ομοίως, δεν έχουν ψυχήν. Και ηκολούθησεν αυτούς τους ανοήτους ο λαός, ώστε να νομίση ότι το μεν ανθρώπινον ζώον είναι νοήμον και ζωντανόν, ως κινούμενον, το δε θείον είναι ανόητον ως μένον εις τας ιδίας περιφοράς.

Μετά τον θάνατον της θυγατρός του δευτέρα συμφορά ηκολούθησεν εις τον βασιλέα, η εξής· χρησμός τις ήλθεν εκ της πόλεως Βουτούς λέγων ότι έξ μόνον έτη έμελλεν ακόμη να ζήση και το έβδομον να αποθάνη.

Δεν ήτον ασπίς εκείνη, δι' ης περιέβαλον του πτηνού την ψυχήν; δεν ήτο δόρυ εκείνο, με το οποίον ώπλισα το πνεύμα του; Πού επέταξε; πού επλανήθη; ποίαν μεγάλην οδόν αφήκε και ποίαν ατραπόν ηκολούθησεν; Αφού με πτέρυγας ανεχώρησε, πώς άνευ πτερύγων επανήλθε, και με ράμφος μόνον, αποστάζον το ίδιον αίμα του; Μυστήριον.

Εγώ, ηκολούθησεν αυτή, θέλω λάβει ετούτην την επιμέλειαν διά να κάμω την εκδίκησιν· ηξεύρω ότι εις ετούτην την χώραν είναι ένας βαφιάς, ο οποίος έχει μίαν θυγατέρα μιας ασχημοσύνης παράξενης, δεν θέλω να σου ειπώ περισσότερον, ακολούθησε, φθάνει μόνον να ηξεύρεις ότι εγώ μελετώ ένα μέσον εκδικήσεως, που θέλω φέρει τον Κατή εις απελπισίαν και θέλει γένη μύθος όλης της χώρας.

Η Ακτή τους ηκολούθησεν. Ο Βινίκιος έμεινεν επί τινας στιγμάς ως απολιθωμένος. Έπειτα ανεπήδησε και ώρμησε προς την έξοδον. Λίγεια! Λίγεια! Αλλ' η κατάπληξις, η μανία του και η μέθη του εξησθένισαν τας κνήμας, εκλονίσθη, εσκόνταψε και εσωριάσθη εις το πλακόστρωτον. Οι περισσότεροι των συνδαιτυμόνων είχον κυλισθή υπό τας τραπέζας.