United States or Bermuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι πέριξ θάμνοι ανέδιδον ευωδίαν ζωογόνον, αι σιταρήθραι πετώσαι ορμητικώς προς τα ύψη επλήρουν τον αέρα με το κελάδημά των, η φύσις εφαίνετο φαιδρά όλη και ευτυχής, ενώ ο λεπρός απέθνησκεν εντός της καλύβης του. Αίφνης ο γέρων χωρικός ήκουσε βηματισμόν πλησίον του ελαφρόν. Εστράφη απορών και είδεν ερχομένην προς την καλύβην την γυναίκα του ιερέως. Ηγέρθη αμέσως και προέβη εις προϋπάντησίν της.

Η κάθαρσις διά του από μηχανής θεού εξάγνισιν των μητροκτόνων. Δρ. 1.50 Ιππόλυτος. από τα νεωτεριστικώτερα έργα του Ευριπίδου. Προς τον υιόν του συζύγου της Θησέως, τον Ιππόλυτον, η Φαίδρα αισθάνεται ανόσιον έρωτα, αποκρουσμένη δε αυτοκτονεί, συκοφαντούσα δι' επιστολής τον υιόν προς τον πατέρα. Ο Θησεύς εξορίζων τον Ιππόλυτον, τον καταράται να εξολοθρευθή υπό του Ποσειδώνος.

Κατευχαριστημένα; Όχι πάντοτε δυστυχώς, διότι και η διασκέδασις αυτή έχει ενίοτε την σκιεράν της όψιν. Άκουσε, να γελάσης. Προ ολίγων ημερών ευάριθμος αλλά φαιδρά δομινοφόρων ομάς περιήρχετο εσπέραν τινά τας οδούς των Αθηνών ζητούσα διασκέδασιν και χορόν εις πάσαν οικίαν, της οποίας έβλεπε φωτισμένα τα παράθυρα.

Η Πηγή επροσπάθει να κρύψη την οδύνην της και να φανή φαιδρά, όπως εις το παρελθόν. Αλλά το μειδίαμά της τώρα ήτο πικρόν και εις την πικρίαν του ο Σαϊτονικολής διέκρινε τον πόνον της ζηλοτυπίας, ήτις είχεν αρχίση να κατατρώγη την αθώαν εκείνην καρδίαν.

Χριστούγεννα! Φαιδρά Χριστούγεννα! Εορτή του γάλακτος και του μέλιτος! Εορτή της γλυκείας και αθώας παιδικής ηλικίας! Πόσον με συγκινείς ακόμη με τας ωραίας αυτάς αναμνήσεις σου, παιγνίδια τερπνά οιχομένων ες αεί παιδικών χρόνων!

Κιμίκρ; Ερωτά πάλιν ο μογιλάλος, ως να τω λέγη: — Εις την Σκόπελον; Είχεν εννοήσει ο πονηρός υπηρέτης όλα. Ο κυρ-Δημάκης κατένευσε. Πλην ο πτωχός μογιλάλος εσκυθρώπασεν αίφνης. Εσυλλογίσθη τα φαιδρά Χριστούγεννα, την εορτήν, την ανάπαυσιν, την εστίασιν, την βρώσιν, την πόσιν.

Ήδη και άλλη λέμβος ενεφανίσθη εις την είσοδον του ορμίσκου. Κατ' αρχάς ηκούοντο απ' αυτής γυναικείων φωνών άσματα, τα οποία γλυκύτατα έπληττον τον ήρεμον πόντον, αντίθεσις φαιδρά προς τον πένθυμον κρωγμόν του νυκτοπουλιού, όπερ εστέναζεν από της σεληνοφώτου καμάρας του κωδωνοστασίου.

Άλλαι φορτωμέναι σάκκους, υπερηφάνως υψηλούςαι φαιδρότεραι και πλέον ανοικτόκαρδαιάλλαι σακκία, πεπιεσμένα προς τα κάτωαι σιωπηλότεραι και μάλλον εργατικαίάλλαι κόφφας ακανθωτάς, καταπονούσας τους ώμουςαι καταβασανισμέναι χήραικαι άλλαι πάλιν μικρούς καλάθους εις την χείρα, πλήρεις λαχάνων και μυκήτωναι φιλόζωοι γραίαικαι συνανεμίγνυντο μετ' αυτών, διακόπτοντα τα βήματά των, παιδία φαιδρά, κορασίδες, βαστάζουσαι κλάδους μύρτων με τα μαύρα και υαλιστερά ως οφθαλμούς όφεως μούρτα, τον μαύρον γυαλιστερόν καρπόν της μύρτου, και κλάδους αγροτικής κομάρου με τα κατακόκκινα κούμαρα, και νεανίσκοι κρατούντες από του ποδός μαύρον κόσσυφον, τινάσσοντα τα ελαφρά πτερά του, να πετάξη εις τον εγγύς δρυμόν.

Ήτο φαιδρά θερινή εσπέρα και ησύχαζεν η γη, υπό δε τα δένδρα εφαίνοντο τα πάντα τόσον ευτυχή εις την πεδιάδα ! Δεν συμπάσχει μεθ' ημών η φύσις, η δε γαλήνη της επαυξάνει της ανησύχου καρδίας το βάρος!

Η μόνη θωπεία επί των παρθενικών παρειών ήτο η της αύρας και το μόνον φίλημα ήτο το φλοισβίζον ρεύμα του ρύακος το προσπαίζον στιγμιαίως επί της χλόης, και είτα χυνόμενον εις τον βαθύν χείμαρον. Και όμως η φύσις ήτο ουχ' ήττον φαιδρά, αλλ' η τύχη είχεν επιζητήσει να καταστρέψη πάσαν αυτής την ευεργετικήν χάριν.