United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εξ αυτών μόνοι τεσσαράκοντα ή πεντήκοντα έμειναν μέχρι τέλους επί του πεδίου της μάχης· οι λοιποί πτοηθέντες εκ του μεγάλου όγκου των πολεμίων, ουδ' επιρρωννύμενοι έστω και εξ αμυδράς τινος ελπίδος επιτυχίας, έστρεψαν απ' αρχής τα νώτα.

Κατωτέρω ο ίδιος αρθρογράφος βεβαιώνει ότι αι νεώτεραι κοινωνίαι έστρεψαν τα νώτα μετά βδελυγμίας εις πάσαν αντιχριστιανικήν ιδέαν. Άμποτε να ήτο τούτο αλήθεια, αλλά κατά δυστυχίαν αι νεώτεραι κοινωνίαι εξαντλούν δεκαεπτά εκδόσεις του Ρενάν . . .

Εκείνος έσφιγγε επάνω του το δισάκι και έσκυβε το κεφάλι ντροπαλός, εκείνη έβγαλε τα γυαλιά, τα έκλεισε ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου και φάνηκε να θέλει ν’ ακουμπήσει στο πλάι του υπηρέτη. Τελικά έστρεψαν και οι δυο το βλέμμα και κοιτάζονταν κι εκείνη έκανε με το κεφάλι ένα νεύμα επίπληξης. «Μπράβο! Γύρισες εδώ κι εκεί και τελικά επέστρεψες!

Κι' αφίνοντάς τους έτσι αφτούς σακατεμένους χάμου, πήγαν και θρήνος έκαναν μες στο σωρό, σα χοίροι που λαγωνίκες άσκιαχτοι ορμούν και δοντοσκίζουν· 325 έτσι έστρεψαν και σκότωναν. Και με χαρά οι Αργίτες γλυτώσανε απ' τον Έχτορα και πήρανε μια ανάσα.

Άλλοι έλεγον να προχωρήσωσιν εμπρός, άλλοι να στραφώσι βορείως προς το μέρος της βαρκούλας. Τέλος υπερίσχυσεν η γνώμη των πλείστων, οίτινες ηλεκτρίζοντο εκ του προσδοκωμένου απολαυστικού θεάματος. Έστρεψαν αριστερά την πρώραν, κ' έλαβον τας κώπας με νέαν ρώμην, οίαν μετέδιδεν εις τους ανθρώπους η φυσική προς την νίκην φιλοτιμία και η προσδοκία του παραδόξου θηράματος.

Ακολούθως οι Τούρκοι έστρεψαν τα όπλα προς το χωρίον Ρινιάσαν, την παλαιάν Ελάτειαν, επτά ώρας μακράν του Σουλίου και πλησίον της θαλάσσης, εις την οποίαν εγνώριζον ότι κατώκουν είκοσι περίπου Σουλιωτικαί οικογένειαι. Δυστυχία ανέλπιστος!

Για πάμε να ιδούμε είπεν ο Δημήτρης. — Πάμε. Και αμφότεροι έστρεψαν διευθυνόμενοι προς το πλήθος. — Α! ξέρεις τι; είπεν ο Σταύρος αίφνης ιστάμενος και ατενίζων τον σύντροφόν του· θα διαβάσουν αφορεσμό. — Γιατί πράμμα; — Ξέρω κ' εγώ· δε βλέπεις; Τω όντι επί μικρού υψώματος πέριξ του οποίου το πλήθος ήτο συνηγμένον, έκειτο ανεστραμμένος υψηλός λέβης, κατάμαυρος εκ της ασβόλης.

Εις την αγγελίαν ταύτην οι Αργείοι, οίτινες προ πάντων έμαθαν ότι η συμμαχία των Βοιωτών μετά των Λακεδαιμονίων έγινεν άνευ της συγκαταθέσεως των Αθηναίων και ότι είχεν εγερθή μεγάλη φιλονικία μεταξύ τούτων και των Λακεδαιμονίων, έδειξαν αδιαφορίαν πλέον διά τους πρέσβεις οίτινες είχαν αναχωρήση διά να διαπραγματευθούν την ειρήνην εις Λακεδαίμονα, και έστρεψαν όλην την προσοχήν των προς τους Αθηναίους νομίζοντες ότι εάν περιπλακούν εις πόλεμον ήθελον έχη ως σύμμαχον μίαν πόλιν, αρχαίαν αυτών φίλην, δημοκρατουμένην ως αυτοί, και μεγάλην έχουσαν την κατά θάλασσαν δύναμιν.

Έστρεψαν και παρετήρησαν μετά φόβου τα σκοτεινά και ανήλια μέρη άτινα διήλθον κ' εξηκολούθησαν πάλιν τον δρόμον των σπεύδοντα προς το φως, ωσεί διά να το προφθάσουν. — Πεινάω· είπε μετ' ολίγον ο Γιάννος κλαυθμηρώς. — Κ' εγώ, μα πού ψωμί; απήντησεν η Μάρω άπελπις· ψυχή ζωντανή δε φαίνεται πουθενά! Και τα παιδία παρετήρησαν το μέρος όπου ευρίσκοντο, εδώ κ' εκεί μετά φρίκης.

Εις τους λόγους τούτους, πάντες έστρεψαν τα βλέμματά των προς τα εδώλια· όσοι ευρίσκοντο ήδη επί του σταυρού ύψωσαν τας ωχράς και ταλαιπωρημένας κεφαλάς και προσέβλεψαν τον ομιλούντα. Εκείνος επροχώρησε μέχρι του φραγμού, όστις περιέκλειε το στάδιον και ήρχισε να τους ευλογή διά του σημείου του σταυρού. Ήτο ο απόστολος Παύλος.