Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Ήσαν ορφαναί, και είχον ανατραφή εις άλλον τόπον, αν και κατήγοντο απ' αυτό το μέρος. Ευρέθησαν χωρίς προστάτην, και όταν επαρουσιάσθη διά την Σοφίαν ανέλπιστος γαμβρός, παραπάνω από εξήντα χρόνων, καλοκαμωμένος και ακμαίος, ο Μανώλης του Αγάλλου, αυτή τον επήρεν, αν και δεν τον ήθελε. Τι να κάμη; Φτώχεια, ορφάνια, ερημία.
Είπε, και ο γέρος μ' ανοικταίς του 'χύθη επάνω αγκάλαις, κ' έσφιξε, κατεφίλησε, το χέρι του Οδυσσέα, και κείνον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα· «Μας ήλθες περιπόθητος, ω πολυαγαπημένε, 400 ανέλπιστος μας έφθασες· μόν' οι θεοί σε φέραν· γειά σου, χαρά σου, κ' οι θεοί να σε τρισευλογήσουν. και τώρα τούτο λέγε μου μ' αλήθεια να γνωρίσω, η Πηνελόπ' η φρόνιμη τάχ' έμαθεν ότ' ήλθες εις την πατρίδα, ή μηνυτήν ευθύς να στείλω εκείνης;» 405
Ήτο πτωχός άνθρωπος και ο Μανώλης θα ήτο δι' αυτόν ανέλπιστος γαμβρός, πάντως δε προτιμότερος από τον Τερερέν. Η μόνη δυσχέρεια ήτο ότι ο Μανώλης δεν ήτο ακόμη εις θέσιν να παντρευθή. Η ηλικία του καθ' εαυτήν δεν ήτο εμπόδιον ούτε ο πρώτος, ούτε ο δεύτερος ήτο που ενυμφεύετο εις τοιαύτην ήλικίαν.
Πούθε να πλάκωσε παρόμοια αντάρα Παρόμοιος σίφουνας, ο εχθρός ρωτά. Το χέρι εδούλευε και βουβαμάρα Πάντα τα χείλη του κρατεί κλειστά. Χάρος ανέλπιστος περνά θερίζει Αναστηλώθηκε κ' η κλεφτουριά. Ρυάζετ' η Ρούμελη 'ς το μετερίζι Ρίχνεται πίσω του παύει η φωτιά. Δεν τον επρόφταιναν... Τον ανακράζουν Δεν αποκρένεται, διαβαίνει εμπρός.
Τόσον βασιζόμενοι εις την παρούσαν ευτυχίαν είχαν την αξίωσιν ότι, τίποτε δεν ημπορούσε να τους αντισταθή, αλλ' ότι και μετά μεγάλων και μετά μικρών μέσων έπρεπεν ομοίως να εκτελούν ό,τι ήτο δυνατόν και ό,τι ήτο αδύνατον. Αιτία δε τούτου ήτο η ανέλπιστος επιτυχία εις τας πλειοτέρας των επιχειρήσεις, η οποία τους έκαμνε να εκλαμβάνουν την ελπίδα ως πραγματικότητα.
Ακόμη επερίμενα, μα θόρυβος κανείς, και έσβυνε 'στον ουρανό το ύστερο αστέρι, και γύρω γύρω έβλεπα ωσάν μονομανής . . . τι αναμνήσεις αλγεινάς αυτή η νυξ με φέρει! Το άρμα ακτινοβολεί του Φοίβου 'στον αιθέρα, κι' ακόμη το παράθυρο εκείνο δεν ανοίγει . . . ω συμφορά ανέλπιστος! . . . η λατρευτή μου Βέρα είχε προ δύο ημερών εις την Ροστόβην φύγει!
Ακολούθως οι Τούρκοι έστρεψαν τα όπλα προς το χωρίον Ρινιάσαν, την παλαιάν Ελάτειαν, επτά ώρας μακράν του Σουλίου και πλησίον της θαλάσσης, εις την οποίαν εγνώριζον ότι κατώκουν είκοσι περίπου Σουλιωτικαί οικογένειαι. Δυστυχία ανέλπιστος!
Ησύχασε Το πάθος της καρδιάς σου. Αν η χαρά η ανέλπιστος, Ότι με είδες, βρέχη Τους οφθαλμούς σου· Μειδίασον, χαίρου φίλε μου, Μάλλον· αλλ' αν η πίκρα, Ότι τον ήλιον άφηκα, Τώρα σε κυριεύη, Παρηγορήσου. Τι κλαίεις; την κατάστασιν Αγνοείς της ψυχής μου· Και εις τούτο το μνήμα Το σώμα μου αναπαύεται Από τους κόπους.
Πέντε χιλιάδας ! Το ευτελές εκείνο ποσόν μου εφάνη πλούτος αμύθητος! Ούτε τον λογαριασμόν εκκαθαρίσεως ηθέλησα να εξελέγξω, ούτε να υπολογίσω κατά πόσον ηδύναντο ή έπρεπε να πωληθώσι καλλίτερον οι σκούφοι. Το δοθέν ποσόν ήτο ανέλπιστος δι' εμέ απόκτησις, δι' αυτού μου ηνοίγετο του εμπορίου ο δρόμος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν